Επιβεβαιώνει η Κομισιόν ότι, μετά την πώληση της ΛΑΡΚΟ, ο νέος ιδιοκτήτης της εταιρείας δεν θα είναι υπεύθυνος για την ανάκτηση της ασυμβίβαστης ενίσχυσης σε περίπτωση οικονομικής ασυνέχειας μεταξύ της ΛΑΡΚΟ και εκείνου. Αυτό αναφέρεται σε απάντηση της Μαργκρέτε Βεστάγκερ, εκτελεστικής αντιπρόεδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, σε ερώτηση ευρωβουλευτών του ΚΚΕ που δόθηκε τη Δευτέρα.

Το 2014 η Κομισιόν, με απόφασή της, υποχρέωνε την Ελλάδα να ανακτήσει την ενίσχυση ύψους 135 εκατ. ευρώ (συν τους τόκους) η οποία χορηγήθηκε στη ΛΑΡΚΟ με τη μορφή κρατικών εγγυήσεων και εισφορών κεφαλαίου κατά την περίοδο 2008 – 2010. «Μέχρι σήμερα, η παράνομη και ασυμβίβαστη κρατική ενίσχυση δεν έχει επιστραφεί. Η Ελλάδα εξακολουθεί να είναι υποχρεωμένη να ανακτήσει την εν λόγω ενίσχυση», αναφέρει στην απάντησή της η κα Βεστάγκερ. Υπενθυμίζεται ότι το 2017 η Ελλάδα καταδικάστηκε «για τη μη ανάκτηση της παράνομης και ασυμβίβαστης ενίσχυσης από τη ΛΑΡΚΟ» και το 2022 το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης διέταξε την Ελλάδα «να καταβάλει κατ’ αποκοπή ποσό καθώς και περιοδικές χρηματικές ποινές».

Σε εξέλιξη ο διαγωνισμός για τη ΛΑΡΚΟ
Η ΛΑΡΚΟ τέθηκε σε ειδική διαχείριση το 2020 και ο διαγωνισμός για την πώληση των ορυχείων και την ενοικίαση του εργοστασίου της βρίσκεται σε εξέλιξη, μετά από παράταση που δόθηκε στις αρχές Μαΐου. Tο ίδιο χρονικό διάστημα το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης απέρριψε στο σύνολό της την προσφυγή της ΛΑΡΚΟ σχετικά με την κρατική ενίσχυση προς την εταιρεία. Σύμφωνα με εκτιμήσεις το Ελληνικό Δημόσιο επιβαρύνεται με 22,5 εκατ. ευρώ ανά εξάμηνο από τη ΛΑΡΚΟ καθώς η επιχείρηση σημειώνει ζημιές ύψους 3 εκατ. ευρώ τον μήνα, ενώ τα πρόστιμα από την Κομισιόν αγγίζουν τα 4,5 εκατ. ευρώ το εξάμηνο. Παράλληλα έχει δοθεί το ποσό των 52 εκατ. ευρώ στην Ειδική Διαχείριση για να συνεχίσει τη λειτουργία του εργοστασίου.

Η εκτόξευση του νικελίου αλλάζει τα δεδομένα
Παρότι το ενδιαφέρον για την απόκτηση της άλλοτε ισχυρής βιομηχανίας παρουσιάζεται υποτονικό, η αστάθεια στις διεθνείς αγορές και η άνοδος της τιμής του νικελίου, ενδέχεται να συντελέσουν σε θετική, για τη συνέχεια της ΛΑΡΚΟ, έκβαση των διαγωνισμών.Σε πρόσφατη παρέμβασή του, ο Σπύρος Τζίντζος, τεχνικός σύμβουλος της Ειδικής Διαχείρισης της ΛΑΡΚΟ, έκανε λόγο για αύξηση της ζήτησης σε νικέλιο και κοβάλτιο λόγω της διάδοσης της ηλεκτροκίνησης, σημειώνοντας παράλληλα ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση «συνειδητοποιήσει το πρόβλημα της εξάρτησης που υπάρχει για τις ορυκτές πρώτες ύλες ειδικά για προηγμένα τεχνολογικά προϊόντα». Παράλληλα η πανδημία, η κρίση στις εφοδιαστικές αλυσίδες και ο πόλεμος στην Ουκρανία «καταδεικνύουν την ανάγκη της Ευρωπαϊκής Ένωσης να έχει μία μίνιμουμ παραγωγή στρατηγικών πρώτων υλών στα κράτη μέλη της».

Ο κ. Τζίντζος είναι αισιόδοξος πως «θα υπάρξει επενδυτής, γεγονός που θα σημάνει την επιστροφή της ΛΑΡΚΟ στο λαμπρό μέλλον του νικελίου».
Σημειώνεται ωστόσο πως ο εκσυγχρονισμός της ΛΑΡΚΟ κρίνεται αναγκαίος καθώς απαιτούνται τόσο περιβαλλοντικές επενδύσεις αλλά και αλλαγή μεθόδου παραγωγής με συνολικό κόστος που αγγίζει τουλάχιστον τα 600 εκατ. ευρώ.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter Build