Μείζονος σημασίας για την παρεχόμενη ασφάλεια των οδικών δικτύων, που εξυπηρετούν τις απαιτήσεις και ανάγκες για μετακίνηση ανθρώπων και μεταφορά αγαθών, είναι αδιαμφισβήτητα οι ισόπεδοι και ανισόπεδοι κυκλοφοριακοί κόμβοι.

Βάσει ερευνών ο κυκλικός κόμβος μειώνει τα τροχαία ατυχήματα κατά 30% και συμβάλλει στην ομαλή κυκλοφορία των οχημάτων. Κριτήριο για τον σχεδιασμό τους από τον μελετητή είναι η ασφαλής, ταχεία και ομαλή διακίνηση μεταξύ των κυκλοφοριακών ρευμάτων, που συμβάλλουν στον υπό μελέτη κόμβο. Πρωταρχικής σημασίας, για την επιλογή του τύπου του κόμβου (ισόπεδος – ανισόπεδος) μεταξύ των διαφόρων σχεδιαστικών λύσεων, εκτός από τις ανάγκες εξυπηρέτησης, αποτελεί το κόστος κατασκευής.

Στην Ελλάδα η επιλογή της λύσης του κυκλικού κόμβου σαν τύπος σύνδεσης – σύνθεσης των κυκλοφοριακών ρευμάτων ήταν περιορισμένη (ειδικά στον αστικό ιστό) που όμως διαφέρει σημαντικά, λειτουργικά και κατασκευαστικά, σε σχέση με τα σύγχρονα χαρακτηριστικά και προδιαγραφές ενός κυκλικού κόμβου, με κύριο την παραχώρηση της προτεραιότητας στην κυκλοφορία της κυκλικής διαδρομής. Στο σύνολο σχεδόν του οδικού δικτύου επιλέγεται η λύση της διαχείρισης της κυκλοφορίας στις ισόπεδες διασταυρώσεις με σήμανση ή με φωτεινή σηματοδότηση, που δεν παρέχουν τον βαθμό ασφάλειας ενός σύγχρονου κυκλικού κόμβου και μπορεί να στοιχίζουν και περισσότερο στην κατασκευή και συντήρηση τους. Εντυπωσιακό είναι ότι η Γαλλία μετρά τους περισσότερους κυκλικούς κόμβους από οποιασδήποτε άλλη χώρα -έχει έναν κάθε 21 χιλιόμετρα, ενώ ο μεγαλύτερος κυκλικός κόμβος με έκταση 4.500 τετραγωνικών μέτρων και ένα πεντάστερο ξενοδοχείο στο κέντρο βρίσκεται στη Μαλαισία.  Δεδομένων των πλεονεκτημάτων των κυκλικών κόμβων, παρατηρείται η αύξηση της εφαρμογής αυτών τόσο σε αστικό όσο και υπεραστικό οδικό δίκτυο. Η βελτίωση της κυκλοφοριακής ικανότητας και τις οδικής ασφάλειας που παρέχουν τους καθιστούν ως ένα αποτελεσματικό μέτρο βελτίωσης των κυκλοφοριακών συνθηκών τόσο νέων όσο και υφιστάμενων διασταυρώσεων ρευμάτων κυκλοφορίας. Η μείωση των σημείων εμπλοκής και της σοβαρότητας των ατυχημάτων, καθώς και η διατήρηση χαμηλών ταχυτήτων, τους διακρίνουν από τις υπόλοιπες κατηγορίες ισόπεδων τυπικών διασταυρώσεων και αποτελούν τους κυριότερους, ίσως, λόγους επιλογής τους. Ωστόσο, ο γεωμετρικός σχεδιασμός των κόμβων αυτών είναι αυτός που καθορίζει τον βαθμό αποδοτικότητας και ομαλής λειτουργίας τους.

Στα της κωδικοποίησης των προδιαγραφών και των κατευθύνσεων της σύνταξης των μελετών των κυκλικών κόμβων στην ελληνική επικράτεια, έγινε η σύνταξη του τεύχους 10 των ΟΜΟΕ-Κ3 «Μέρος 2: Κόμβοι Κυκλικής Κίνησης». Δυστυχώς, το τεύχος αυτό βρίσκεται στην Γ’ έκδοση του σαν σχέδιο ακόμα χωρίς να έχει εγκριθεί η χρήση του. Παρ’ όλα αυτά, έχει ευρεία εφαρμογή και αποδοχή από τους μελετητές και από τις υπηρεσίες έγκρισης και εφαρμογής των μελετών (Περιφέρειες, Δήμους, Εγνατία ΟΔΟ Α.Ε. κ.ά.) μιας και αποτελεί μια σύνθεση – μετάφραση και προσαρμογή στις ελληνικές συνθήκες, υφιστάμενων αμερικάνικων κανονισμών – προδιαγραφών κυκλικών κόμβων. Για τη σήμανση των κυκλικών κόμβων (εκτός των κατευθύνσεων που υπάρχουν στο τεύχος 10 τον ΟΜΟΕ) χρησιμοποιείται και τεύχος 9 των ΟΜΟΕ «Κατακόρυφη Σήμανση Οδών (ΟΜΟΕ – ΚΣΟ)», το οποίο εκδόθηκε την ίδια περίοδο και η κατάσταση του είναι στην μορφή σχεδίου επίσης. Στο πλαίσιο των μελετών οδοποιίας και κυκλοφοριακών μελετών, που αναλαμβάνει η «Γεωμελετητική ΕΤΕ – Γεωπληροφορική & Έργα Υποδομής» γίνεται ανάλυση των δεδομένων ανάλογα με την κάθε περίπτωση και προτείνεται η βέλτιστη τεχνικοοικονομική λύση. Οι μηχανικοί μας έχουν τις απαιτούμενες γνώσεις και εμπειρία για να φέρουν εις πέρας κάθε εργασία που θα τους ανατεθεί.

*Ο κ. Δημήτρης Φωτακίδης είναι Αγρονόμος Τοπογράφος Μηχανικός, Τομέας Έργων Υποδομής της «Γεωμελετητικής ΕΤΕ – Γεωπληροφορική & Έργα Υποδομής», μέλος του Ομίλου «Σαμαράς & Συνεργάτες»