Ένα σημαντικό κενό παρουσιάζεται στην αγορά των κατασκευών το τελευταίο χρονικό διάστημα, που σχετίζεται με την εκτέλεση έργων μεσαίου βεληνεκούς με προϋπολογισμό από 5 έως και 15 εκατομμύρια ευρώ.
Πηγές της αγοράς με γνώση του θέματος αναφέρουν ότι η πλειονότητα των εταιρειών με εργοληπτικό πτυχίο έως και 6ης τάξης (πλην εξαιρέσεων) αδυνατούν να υποστηρίξουν οικονομικά τα συγκεκριμένα έργα.
Ο λόγος είναι ότι ελάχιστες από τις μικρότερες εταιρείες έχουν την δυνατότητα να διασφαλίσουν τις απαιτούμενες εγγυητικές επιστολές από τις τράπεζες για να χρηματοδοτήσουν ένα έργο 10 ή και 15 εκατομμυρίων ευρώ.
Την ίδια στιγμή οι εταιρείες 7ης τάξης κατά βάση δεν αναλαμβάνουν έργα αυτής της κατηγορίας, δεδομένου ότι είναι επικεντρωμένες σε αρκετά μεγαλύτερα έργα.
Από την πλευρά τους, οι μικρότερες κατασκευαστικές αναλαμβάνουν να τρέξουν έργα έως και 5 εκατομμυρίων ευρώ, για τα οποία μπορούν να λάβουν χρηματοδότηση και εγγυητικές επιστολές από το τραπεζικό σύστημα, περιορίζοντας το ρίσκο τους. Πολιτική τους, μάλιστα, είναι να διαμοιράζουν το ρίσκο σε αρκετά μικρότερα έργα, τα οποία μπορούν να υποστηρίξουν οικονομικά, έτσι ώστε σε περίπτωση αρνητικής εξέλιξης σε κάποιο από αυτά, να παραμείνουν βιώσιμες και να μην υποστούν τις ακραία αρνητικές συνέπειες που θα μπορούσε να προκαλέσει η έκθεση αποκλειστικά σε ένα έργο 10 και πλέον εκατομμυρίων ευρώ. Σημειώνεται, ότι το χρηματοδοτικό κενό υποστήριξης των έργων αυτής της κλίμακας, δηλαδή μεταξύ των 5 έως και 15 εκατομμυρίων ευρώ συνδυάζεται με την σημαντική έλλειψη μηχανικών αλλά και εργατοτεχνιτών που θα τα κατασκευάσουν.
Το τέλος της γενικής εργολαβίας
Λόγω αυτών των συνθηκών, σταδιακά φαίνεται να ατονεί το μοντέλο της γενικής εργολαβίας, μοντέλο κατά το οποίο απαιτείται χρηματοδοτική στήριξη από το τραπεζικό σύστημα. Επί παραδείγματι, για ένα έργο προϋπολογισμού 15 εκατομμυρίων ευρώ είναι απαραίτητη ρευστότητα που μπορεί να ανέρχεται σε έως και το 30% του εν λόγω ποσού. Οι ίδιες πηγές αναφέρουν μάλιστα ότι μία μικρή ή μεσαία κατασκευαστική εταιρεία, θα πρέπει να απευθυνθεί στο τραπεζικό σύστημα για την έκδοση εγγυητικών, όπου ως διασφάλιση (collateral) γίνεται διακράτηση στο ποσό της προκαταβολής της εγγυητικής.
Δεν είναι λίγες τον τελευταίο καιρό οι περιπτώσεις όπου επιλέγεται ως λύση αυτή του construction management, του project management ή του EPCM (αυτεπιστασία), αντικαθιστώντας τον γενικό εργολάβο.
Στην περίπτωση του EPCM θυμίζουμε ότι ο επενδυτής υλοποιεί το έργο με δικούς του μηχανικούς. Ταυτόχρονα, μέσα από αυτό το μοντέλο απαλλάσσεται από το εργολαβικό όφελος της τεχνικής εταιρείας, το ασφάλιστρο κινδύνου για τα απρόβλεπτα κόστη, καθώς και τραπεζικά έξοδα εγγυητικών, κλπ. Τα παραπάνω δεδομένα καταγράφονται σε μία χρονική περίοδο όπου είναι σημαντικά αυξημένη η ζήτηση για νέες κατασκευές, με την προσφορά από πλευράς κατασκευαστών να είναι αρκετά περιορισμένη.