Η βιομηχανία δομικών υλικών προβαίνει στην παραγωγή προϊόντων που είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον, ενώ παράλληλα καθίσταται πιο ανταγωνιστική στην διεθνή αγορά, η οποία συμμορφώνεται με τις επιταγές της βιωσιμότητας.

Ηυλοποίηση «πράσινων» και αποδοτικών κτιρίων δεν αποτελεί σήμερα επιλογή, αλλά επιτακτική ανάγκη για τον περιορισμό της περιβαλλοντικής κρίσης, η οποία καθημερινά γίνεται όλο και πιο έντονη. Στο πλαίσιο αυτό, οι βιομηχανίες δομικών υλικών προωθούν στην αγορά νέα προϊόντα με χαμηλό ανθρακικό αποτύπωμα, στοιχείο που επιβεβαιώνεται από αξιόπιστες πιστοποιήσεις διεθνούς κύρους.

Οι πιστοποιήσεις αποτελούν ένα χρήσιμο και πολύτιμο εργαλείο στα χέρια του κατασκευαστή, καθώς μπορεί να επιλέξει υπεύθυνα τα υλικά που θα χρησιμοποιήσει στο έργο του, έχοντας έγκυρα δεδομένα που σχετίζονται με τις ιδιότητες και τον αντίκτυπο κάθε προϊόντος. Στο παρόν αφιέρωμα εξετάζουμε τον ρόλο των πιστοποιήσεων και πώς μπορούν να συμβάλουν στην κατασκευή έργων που θα είναι πιο φιλικά προς το περιβάλλον και τον άνθρωπο.

Ο περιβαλλοντικός αντίκτυπος των κατασκευών
Σύμφωνα με τις διεθνείς έρευνες, ο κατασκευαστικός κλάδος αποτελεί έναν από τους κυριότερους τομείς οικονομικής ανάπτυξης που ευθύνονται για την παραγωγή διοξειδίου του άνθρακα και λοιπών ρύπων, οι οποίοι είναι εξαιρετικά βλαβεροί για το περιβάλλον. Στον κατασκευαστικό κλάδο υπολογίζεται ότι αναλογεί το 25 – 40% της παγκόσμιας κατανάλωσης ενέργειας, ενώ τα απόβλητα των οικοδομικών δραστηριοτήτων αποτελούν το 34% των αστικών ρύπων. Τα κτίρια καταναλώνουν περίπου το 40-50% των πρώτων υλών παγκοσμίως, ενώ ευθύνονται για περίπου το 40% των παγκόσμιων εκπομπών CO2. Ωστόσο, πάνω από το ένα τέταρτο αυτών των εκπομπών οφείλονται στην κατασκευή κτιρίων παρά στη λειτουργία τους.

Η κατάσταση γίνεται ακόμη πιο έντονη με τη συνεχή αύξηση της οικοδομικής δραστηριότητας η οποία παρατηρείται παγκοσμίως, δεδομένο που μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι οι εκπομπές ρύπων θα πολλαπλασιαστούν, αν δεν δραστηριοποιηθεί έγκαιρα ο κλάδος. Για να επιτευχθεί ο στόχος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, σύμφωνα με τον οποίο πρέπει η Ευρώπη μέχρι το 2050 να πετύχει μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα, είναι απαραίτητο να χρησιμοποιούνται πράσινα και πιστοποιημένα δομικά υλικά στην ανέγερση νέων κτιρίων, αλλά και στην αναπαλαίωση των υφιστάμενων.

Η υιοθέτηση μίας τέτοιας πολιτικής απαιτεί συγκεκριμένες θεσμικές παρεμβάσεις που θα υποχρεώνουν τους κατασκευαστές να ακολουθούν καθορισμένα πρότυπα, αλλά και ευαισθητοποίηση των πολιτών πάνω σε ζητήματα περιβαλλοντικής προστασίας.

Πράσινα δομικά υλικά και βιωσιμότητα
Το δομικά υλικά αποτελούν τον πυρήνα κάθε έργου, ανεξάρτητα με τον αν πρόκειται για επαγγελματικό ή οικιστικό χώρο. Η χρήση προϊόντων που έχουν «πράσινη» πιστοποίηση επιτρέπει στον μηχανικό να υπολογίζει καλύτερα τον περιβαλλοντικό αντίκτυπο του οικοδομήματός του, ενώ αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη λήψη διεθνών κτιριακών πιστοποιήσεων, που συχνά ζητούνται στις υποδομές μεγαλύτερου βεληνεκούς. Βέβαια, η βιωσιμότητα δεν αφορά μόνο τις νέες κατασκευές, αλλά και τις υφιστάμενες οι οποίες είναι και πολύ περισσότερες σε αριθμό. Η ανακαίνιση και η ανακατασκευή έχουν πρωτεύοντα ρόλο στον εκσυγχρονισμό του γηραιού κτιριακού όγκου της χώρας. Τα οφέλη είναι τόσο περιβαλλοντικά, καθώς περιορίζεται το ανθρακικό αποτύπωμα, αλλά και οικονομικά αφού μειώνεται σημαντικά το κόστος θέρμανσης και ψύξης των παλαιών κτιρίων. Συνεπώς, υπάρχει μία συντονισμένη οικοδομική δραστηριότητα που στρέφεται προς τη βιωσιμότητα, ακολουθώντας συγκεκριμένες προδιαγραφές που θέτει η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Χρήστος Αργυροούσης, Καθ. ΕΜΠ στη Σχολή Χημικών Μηχανικών & Διευθυντής του Εργαστηρίου Τεχνολογίας Ανόργανων Υλικών
Βασίλης Καπαρελιώτης Διπλ. Αρχιτέκτονας Μηχανικός – MSc

Επί του θέματος ο Δρ Χρήστος Αργυροούσης, Καθ. ΕΜΠ στη Σχολή Χημικών Μηχανικών και Διευθυντής του Εργαστηρίου Τεχνολογίας Ανόργανων Υλικών, και ο Βασίλης Καπαρελιώτης Διπλ. Αρχιτέκτονας Μηχανικός – MSc αναφέρουν πως: «Η εξέλιξη των οικοδομικών υλικών προς τη βιώσιμη ανάπτυξη είναι πολυδιάστατη, καθώς σχετίζεται με την βιομηχανική παραγωγή των υλικών, την κατασκευή και την κατεδάφιση/αποδόμηση οικοδομικών έργων.

Ο στόχος όπως ορίζεται από την Ευρωπαϊκή Πράσινη συμφωνία (Green Deal) , αλλά και από διαφορετικά συστήματα αξιολόγησης , όπως είναι το LEEDS, BREEAM, EU levels Framework, κα. επικεντρώνεται κυρίως σε τρία πεδία. Στην βέλτιστη χρήση των φυσικών πόρων, στην παραγωγή υλικών με το μικρότερο οικολογικό αποτύπωμα και στην μεγαλύτερη δυνατή ανακύκλωση και επανάχρηση των υφιστάμενων υλικών στις οικοδομικές κατασκευές. Παράλληλα τα οικοδομικά υλικά για να ικανοποιούν τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης είναι αναγκαίο να ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις υπαρχόντων κανονισμών, αλλά και σε δυνητικούς του εγγύς μέλλοντος για να είναι ανταγωνιστικά στην αγορά, για μεγάλο χρονικό διάστημα και προσοδοφόρα. Σύμφωνα με τη στρατηγική Renovation Wave – που δημοσιεύτηκε από την ΕΕ το 2020 – το μέλλον της βιώσιμης ανάπτυξης πρέπει να επικεντρωθεί στα υφιστάμενα κτίρια. Τα έργα ανακαινίσεων πρέπει να γίνονται με τέτοιο τρόπο ώστε, τα ανακαινισμένα κτίρια να έχουν υψηλή ενεργειακή απόδοση και οι κατασκευαστικές μέθοδοι και τα υλικά που χρησιμοποιούνται να συμβάλλουν στην εξανθράκωση (decarbonization) του περιβάλλοντος. Σαν παράδειγμα αναφέρεται μια ενδιαφέρουσα περίπτωση, που στην παρούσα φάση βρίσκεται σε πειραματικό επίπεδο, είναι τα γεωπολυμέρη. Πρόκειται για δομικά υλικά (τούβλα, blocks, πλακάκια) με σχεδόν μηδενικό αποτύπωμα άνθρακα που προκύπτουν από την μίξη υλικών κατεδάφισης (τσιμεντοειδών ή με προσμίξεις τσιμέντου) και άλλων ανόργανων ουσιών που βρίσκονται σε αφθονία όπως η τέφρα κα. Η εξέλιξη των οικοδομικών υλικών δεν αφορά μόνο τη δημιουργία νέων «πράσινων» υλικών, αλλά και την «πράσινη» αναβάθμιση των υφιστάμενων».

«Τα οφέλη από την χρήση των πιστοποιημένων υλικών είναι πολλαπλά και συνοψίζονται στην επίτευξη ποιοτικής αρτιότητας και ανθεκτικότητας στον κύκλο ζωής της κατασκευής, στην φιλικότητα προς το περιβάλλον και στην εξασφάλιση αξιοπιστίας και ιχνηλασιμότητας. Πιο αναλυτικά μεγάλα οφέλη αποτελούν: η εισαγωγή πλαισίου και κανόνων στην διαδικασία παραγωγής δομικών υλικών, η τυποποίηση μεθόδων παραγωγής και προμήθειας, η ενίσχυση του υγιούς και ποιοτικού ανταγωνισμού των παραγωγών, η επιβράβευση των συνεπών και ποιοτικών παραγωγών, η διευκόλυνση και διασφάλιση της διαδικασίας επιλογής και ενσωμάτωσης των δομικών υλικών στα δημόσια έργα (προμήθεια, έλεγχος, έγκριση κλπ.), η τεχνική εναρμόνιση με την ευρωπαϊκή/ εθνική νομοθεσία, η κανονιστική συμμόρφωση, η προστασία των καταναλωτών, η βιώσιμη χρήση των φυσικών πόρων, η παραγωγή κατάλληλων υλικών για τη σκοπούμενη/ προοριζόμενη χρήση, καθώς και η τήρηση εποπτείας της αγοράς προϊόντων δομικών κατασκευών» σημειώνει ο Θεόδωρος Παπαϊωάννου, Γενικός Διευθυντής του Εξειδικευμένου Συμβούλου Ποιοτικού Ελέγχου (Ε.Σ.Π.ΕΛ.).

Η ελληνική πραγματικότητα
Τα μέχρι τώρα δεδομένα δείχνουν ότι η βιωσιμότητα είναι ο καταλυτικός παράγοντας που θα διαμορφώσει την αγορά των δομικών υλικών. Τα υλικά τα οποία δεν ανακυκλώνονται και η παραγωγή τους είναι ιδιαίτερα ενεργοβόρα αναμένεται να αντικατασταθούν με αντίστοιχα πιο φιλικά προς το περιβάλλον. Βέβαια, η χρυσή τομή βρίσκεται μεταξύ της βιωσιμότητας και του χαμηλού κόστους. Για να χρησιμοποιηθεί ένα προϊόν σε ευρεία κλίμακα, θα πρέπει να είναι οικονομικά συμφέρον και να έχει αντοχή στον χρόνο. Τα καινοτόμα δομικά υλικά, που θα πρωταγωνιστήσουν τα επόμενα χρόνια, θα είναι εκείνα που θα έχουν χαμηλές ενεργειακές απαιτήσεις για την παραγωγή τους, μειωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, σημαντική επίπτωση στην ενεργειακή απόδοση των κτιρίων και των κατασκευών και μεγάλο χρόνο ζωής.

Η αειφορία είναι η κινητήριος δύναμη που θα καθορίσει την εξέλιξη του βιομηχανικού και κατασκευαστικού κλάδου. Σε μία εποχή της «πράσινης» μετάβασης, έχοντας πάντοτε ως στόχο τη μηδενική έκλυση CO2 έως το 2050, η ανάπτυξη του κατασκευαστικού θα πρέπει να ακολουθεί πιστά τις στρατηγικές επιταγές του Ευρωπαϊκού μοντέλου της κυκλικής οικονομίας και των βιώσιμων κτιρίων. Για να περάσει η πράσινη μετάβαση στην πράξη, θα πρέπει τα δομικά υλικά να έχουν ανταγωνιστικό κόστος, αυξημένη επιτελεστικότητα και μικρό ανθρακικό αποτύπωμα. Κάθε προϊόν, που δεν θα έχει τα παραπάνω χαρακτηριστικά θα είναι λιγότερο ανταγωνιστικό και μοιραία θα αποσυρθεί. Αν θέλουν οι εταιρείες δομικών υλικών να παραμείνουν στο διεθνές προσκήνιο της αγοράς, θα πρέπει να προσαρμοστούν στις νέες ανάγκες που επιτάσσει η βιωσιμότητα και να παράγουν καινοτόμα προϊόντα.

Στην Ελλάδα, παρόλο που τα περιβαλλοντικά ζητήματα άργησαν να ωριμάσουν και να μεταφραστούν δράσεις που προάγουν την βιωσιμότητα, τα τελευταία χρόνια έχουν γίνει σπουδαία βήματα προόδου. Οι εγχώριες επιχειρήσεις δομικών υλικών επενδύουν τεράστια ποσά στην αξιοποίηση των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας, προκειμένου να κάνουν πιο «πράσινη» την παραγωγική τους διαδικασία, αλλά και στην έρευνα για την εξεύρεση νέων, πιο οικολογικών προϊόντων, που θα έχουν μεγάλο κύκλο ζωής. Ήδη υπάρχει σπουδαία γκάμα τέτοιων υλικών, η οποία εμπλουτίζεται καθημερινά για να καλύψει τις σύγχρονες κατασκευαστικές ανάγκες.

Χρήστος Τέας, Technical Assistance και Product manager Coatings της ΜAPEI

Οι σημαντικότερες πιστοποιήσεις δομικών υλικών
Για τον έλεγχο του περιβαλλοντικού αντίκτυπου, υπάρχουν πολλά συστήματα πιστοποιήσεων τα οποία εξετάζουν το ποσό ενέργειας και οι πρώτες ύλες που δαπανώνται κατά την παραγωγή ενός υλικού, την ανακυκλωσιμότητά του και γενικότερα τον κύκλο ζωής του. Σχετικά με το θέμα, ο Χρήστος Τέας, Technical Assistance και Product manager Coatings της ΜAPEI, αναφέρει ότι «βάσει των Ευρωπαϊκών προτύπων ή οδηγιών για την DoP που περιγράφει τις ιδιότητες των προϊόντων και την εκτιμώμενη απόδοση τους, εξίσου σημαντική είναι η ΕPD (περιβαλλοντική δήλωση προϊόντος) που είναι μια πλήρης αναφορά, συνταγμένη σύμφωνα με τα διεθνή πρότυπα (όπως ISO 14025, EN 15804 κ.λπ.) που τεκμηριώνει τις επιπτώσεις ενός προϊόντος στο περιβάλλον, σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, μετρώντας αυτές τις επιπτώσεις σύμφωνα με τυποποιημένες LCA (ανάλυση κύκλου ζωής) μεθόδους. Στον κατασκευαστικό τομέα, τα EPD βοηθούν τους αρχιτέκτονες και μηχανικούς σχεδιασμού να κατανοούν καλύτερα τα χαρακτηριστικά βιωσιμότητας ενός προϊόντος και τις επιπτώσεις του στο περιβάλλον. Φορείς πιστοποίησης και πρωτόκολλα για τα κτίρια, όπως η LEED και η BREEAM, εφαρμόζουν κριτήρια βιωσιμότητας και επιβάλλουν συγκεκριμένες απαιτήσεις για κατασκευές που βασίζονται στη μέθοδο LCA».

Γιώργος Τζουβαλάς, Διευθυντής Τεχνικής Υποστήριξης Πωλήσεων του Ομίλου ΗΡΑΚΛΗΣ

«Οι πιστοποιήσεις πράσινων κτιρίων αναδύονται ως ισχυρά εργαλεία για την προώθηση βιώσιμων πρακτικών στον κλάδο. Υπάρχουν διάφορα πρότυπα πιστοποίησης αειφόρων κτιρίων, με πιο διαδεδομένα τα LEED (Leadership in Energy and Environmental Design) και BREEAM (Building Research Establishment Environmental Assessment Methodology). Διασφαλίζουν ότι το κτίριο έχει σχεδιαστεί και κατασκευαστεί με διαδικασίες, καινοτόμα και αειφόρα δομικά υλικά, με τρόπο που βελτιώνει την ενεργειακή απόδοση, μειώνει την κατανάλωση νερού, προωθεί έναν πιο υγιή εσωτερικό χώρο και διαχειρίζεται αποτελεσματικά τους πόρους και τα απορρίμματα, συμβάλλοντας στη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος» τονίζει ο Γιώργος Τζουβαλάς, Διευθυντής Τεχνικής Υποστήριξης Πωλήσεων του Ομίλου ΗΡΑΚΛΗΣ και συμπληρώνει πως «εστιάζοντας στα κατασκευαστικά υλικά, εκτός από την πιστοποίηση CE, και την πιστοποίηση του Συστήματος Διαχείρισης της Ποιότητας για την παραγωγή των υλικών αυτών, μεγάλη αξία έχουν και οι Δηλώσεις Περιβαλλοντικής Επίδοσης (EPD – Environmental Product Declaration) των προϊόντων αυτών. Οι δηλώσεις αυτές βασίζονται στην ανάλυση κύκλου ζωής (LCA – Life Cycle Assessment), τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύονται, αφού πρώτα έχουν πιστοποιηθεί από διαπιστευμένους φορείς Πιστοποίησης. Παράλληλα, δίνεται έμφαση στην χρήση υλικών των οποίων παρέχεται πλήρης απογραφή των πιθανών χημικών ουσιών επικινδυνότητας ενώ πολύ σημαντική παράμετρος αποτελεί η συνεισφορά στην βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης του κτιρίου και η ενίσχυση της κυκλικής οικονομίας μέσω ανακυκλωμένου περιεχομένου».

Κωνσταντίνος Θηβαίος, Διευθυντής Marketing της Durostick S.A.

«Σήμερα περισσότερο από ποτέ, είναι επιτακτική η ανάγκη να οδηγούμε την ανάπτυξή μας σε δρόμους φιλικούς προς το περιβάλλον και τον άνθρωπο. Η DUROSTICK S.A. έχει δημιουργήσει προϊόντα-λύσεις που απαντούν με τον καλύτερο τρόπο σε σειρά περιβαλλοντικών θεμάτων που απασχολούν την κοινωνία μας και βρίσκονται στην κορυφή της πολιτικής περιβαλλοντικής ατζέντας», επισημαίνει ο Κωνσταντίνος Θηβαίος, Διευθυντής Marketing της Durostick S.A., υπογραμμίζοντας πως η επένδυση στον τομέα της Έρευνας & Ανάπτυξης είναι στρατηγικού χαρακτήρα. «Στόχος μας είναι η δημιουργία νέων πιστοποιημένων προϊόντων, καθώς και η εξέλιξη των ήδη υπαρχόντων με έμφαση στην ανάπτυξη του συστήματος Ενεργειακής Διαχείρισης για την προστασία του περιβάλλοντος, μέσω της συνεχούς επένδυσης σε Έρευνα & Ανάπτυξη, τομέα στρατηγικού χαρακτήρα για την εταιρεία. Οι πιστοποιήσεις EMICODE® (ένα από τα πιο διαδεδομένα συστήματα που αφορούν σε δομικά προϊόντα με πολύ χαμηλές εκπομπές πτητικών οργανικών ενώσεων) και EPD- Περιβαλλοντικές Δηλώσεις Προϊόντος (ένα παγκοσμίως αποδεκτό εργαλείο για την αξιολόγηση και την αναφορά των περιβαλλοντικών επιδόσεων ενός προϊόντος) είναι αυτές στις οποίες έχει στοχεύσει η DUROSTICK S.A. έχοντας σκοπό να προσφέρει στην κοινωνία, προϊόντα και λύσεις που θα βελτιώνουν την ποιότητα της ζωής μας!».

«Έχοντας το βλέμμα στραμμένο σε ανθεκτικές και βιώσιμες κατασκευές, η εταιρεία μας έχει αναπτύξει μια επιπλέον γκάμα στις πιστοποιήσεις των προϊόντων, αυτά που άτυπα ονομάζουμε “πράσινα πιστοποιητικά”. Με γνώμονα το περιβαλλοντικό αποτύπωμα και συγκεκριμένες προϋποθέσεις εξετάζονται οι εκπομπές CO2 (διοξειδίου του άνθρακα), VOC (πτητικές οργανικές ενώσεις), Embodied Energy (συνολική ενσωματωμένη ενέργεια) κ.α. Η PENETRON HELLAS Α.Β.Ε.Ε., θυγατρική της PENETRON INTERNATIONAL, ακολουθεί πιστά τις επιταγές των καιρών για βιώσιμες κατασκευές, ενισχύοντας τη διαθέσιμη γκάμα των διαπιστεύσεων (όπως FPC, DoP κ.ά.), με διακεκριμένα πιστοποιητικά βιωσιμότητας όπου μεταξύ άλλων είναι το Environmental Product Declaration (EPD), το Health Product Declaration (HPD), η πιστοποίηση Greenguard Gold, το Singapore Green Label, το Indoor Air Comfort GOLD και το EC1» δηλώνει ο Κυριάκος Πέτρου, Διευθυντής Τεχνικής Υποστήριξης της PENETRON HELLAS.

Η παρουσία των πιστοποιήσεων στα δημόσια έργα
Τα σύγχρονα δημόσια έργα και οι υποδομές ακολουθώντας τις διεθνείς προδιαγραφές είναι επιτακτικό να χρησιμοποιούν πιστοποιημένα δομικά υλικά. «Η παρουσία των πιστοποιημένων υλικών είναι πρακτικά πλέον επιβεβλημένη και προβλέπεται από τις προδιαγραφές και τα συμβατικά τεύχη των έργων.

Θεόδωρος Παπαϊωάννου, Γενικός Διευθυντής, Ε.Σ.Π.ΕΛ.

Έχει υπάρξει εντεινόμενη απαίτηση κατά τα τελευταία έτη για προμήθεια και ενσωμάτωση πιστοποιημένων υλικών και υπάρχει η σχετική συμμόρφωση σε μεγάλο βαθμό. Αυτό εν πολλοίς οφείλεται και στην συστηματική και ολοκληρωμένη ενσωμάτωση των σχετικών τεχνικών προδιαγραφών στα τεύχη δημοπράτησης των έργων. Πιστεύω ότι αυτή η πρακτική θα πρέπει να επεκταθεί και σε άλλα υλικά που δεν έχουν ενταχθεί ακόμη στο υφιστάμενο πλαίσιο. Ειδικότερα, τα δομικά υλικά με πιστοποίηση CE απαιτούνται στα τεχνικά έργα μέσω του Ευρωπαϊκού Κανονισμού Δομικών Προϊόντων/ Υλικών (CPR 2011/305/EE, όπως τροποποιήθηκε και ισχύει) και της σχετικής υποχρέωσης στις δομικές κατασκευές του δημόσιου τομέα μέσω των σχετικών ΕΤΕΠ/ ΠΕΤΕΠ, όπως έχουν εκδοθεί και ισχύουν (με σχετική αναφορά στην ΤΣΥ κάθε δημόσιου έργου») αναφέρει ο Θ. Παπαϊωάννου και συμπληρώνει ότι «στον ιδιωτικό τομέα, σε γενικές γραμμές, η πιστοποίηση δομικών υλικών εμφανίζει εφαρμογή σε δύο επίπεδα: σε μικρής κλίμακας έργα υπάρχουν πολλές αποκλίσεις, κυρίως λόγω της έλλειψης αναλυτικών συμβάσεων, πράγμα το οποίο δεν ισχύει για τα τις μεγάλες δομικές κατασκευές τις οποίες αναλαμβάνουν μεγάλες τεχνικές εταιρείες και συνήθως υπάρχουν οι απαιτήσεις για πιστοποιημένα δομικά υλικά μέσω των σχετικών ιδιωτικών συμφωνητικών. Από την άλλη πλευρά στον δημόσιο τομέα, η πιστοποίηση δομικών υλικών εμφανίζεται σε όλες τις κατασκευές (μικρές και μεγάλες, ανεξαρτήτως ύψους προϋπολογισμού), όπου συνήθως υπάρχουν οι απαιτήσεις για πιστοποιημένα δομικά υλικά μέσω των σχετικών συμβάσεων-συμφωνητικών. Οι απαιτήσεις αυτές εντοπίζονται σε διάφορα συμβατικά τεύχη (ΓΣΥ, ΕΣΥ, ΤΣΥ, Τεχνικές Προδιαγραφές έργων κ.λπ.) και γίνεται προσπάθεια τήρησης των απαιτήσεων αυτών (μέσω εγκεκριμένων προμηθευτών, ελέγχου από την επίβλεψη ή τρίτους Φορείς κ.λ.π.). Στην κατεύθυνση αυτή αφετηρία και αρωγός είναι η σχετική νομοθεσία για τις δημόσιες συμβάσεις (Ν.4412/2016, Ν.4782/2021 κ.ά.), που αποτελεί υποχρέωση τόσο για τον ανάδοχο-εργολάβο, όσο και για την επίβλεψη (Διευθύνουσα Υπηρεσία, Κύριο του Έργου), καθώς και η απορρέουσα υποχρέωση για την ανάπτυξη, τήρηση και εφαρμογή Προγράμματος Ποιότητας Έργου (ΠΠΕ)».

Μειωμένα ποσοστά παρατυπιών
Η χώρα μας φαίνεται πως έχει αντιληφθεί τη σημασία των πιστοποιήσεων και εκτελεί έργα μικρού ή μεγαλύτερου βεληνεκούς, χρησιμοποιώντας πράσινα υλικά. Μέσω του ταμείου ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ έχουν δρομολογηθεί δεκάδες έργα σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια τα οποία θα πρέπει να διακρίνονται για την ποιότητα και την ανθεκτικότητα τους, ενώ παράλληλα να είναι φιλικά προς το φυσικό περιβάλλον. Η χρήση πιστοποιημένων δομικών υλικών μπορεί να συνδράμει καθοριστικά στην επίτευξη αυτού του στόχου που θα αναβαθμίσει ριζικά τη ζωή όλων των πολιτών. Η αντίληψη αυτή έχει περάσει και στους κατασκευαστές, οι οποίοι στην πλειονότητά τους έχουν κατανοήσει τα οφέλη των πράσινων υποδομών, με αποτέλεσμα να μην παρατηρούνται παρατυπίες, σύμφωνα με τα δεδομένα του ΕΣΠΕΛ. «Γενικά πλέον δεν παρατηρούνται ιδιαίτερες ή συχνές παρατυπίες, όπως προκύπτει από τους ελέγχους των υπηρεσιών επίβλεψης και από τους ελέγχους του ΕΣΠΕΛ. Απαιτείται όμως ενίσχυση των μηχανισμών, των φορέων και των διαδικασιών ελέγχου των εγκαταστάσεων των παραγωγών και των παραγόμενων υλικών στη διαδικασία παραγωγής τους – έγκαιρα και επί τόπου, ώστε να αποτρέπονται και να προλαμβάνονται μεταγενέστερα προβλήματα στη διαδικασία ενσωμάτωσης των δομικών υλικών στα έργα» υπογραμμίζει ο Θ. Θεόδωρος Παπαϊωάννου και προσθέτει πως «Οι παρατυπίες που παρατηρούνται συνήθως οφείλονται σε υλικά που παράγονται εκτός ΕΕ, είτε σε μη πλήρη εναρμόνιση των προδιαγραφών (ΕΤΕΠ) με τις Ευρωπαϊκές προδιαγραφές. Ειδικότερα, οι αποκλίσεις σχετίζονται με το κάθε δημόσιο έργο (είδος, προϋπολογισμός, εποπτεύουσα αρχή, ανάδοχος κλπ.). Κυρίως όμως οι παρατυπίες εμφανίζονται λόγω:

  • παλαιότητας μελετών (μεγάλη χρονική υστέρηση από τη φάση της προκαταρκτικής μελέτης ή της οριστικής μελέτης μέχρι την δημοσίευση της διακήρυξης του έργου και την ολοκλήρωση της διαγωνιστικής διαδικασίας).
  • μεγάλης έκπτωσης στην προσφορά (ή χαμηλού προϋπολογισμού κατασκευής), όπου ο ανάδοχος προσπαθεί με υλικά χαμηλότερου κόστους (χωρίς πιστοποίηση CE) να μειώσει το κόστος.
  • ελλιπή γνώση των κανονισμών και προδιαγραφών από το προσωπικό του αναδόχου, όπου οι παραγγελίες μπορεί να γίνονται μόνο βάσει χαρακτηριστικών και όχι βάσει πιστοποιημένων υλικών (άγνοια μηχανικών κατασκευής). Ανεπάρκεια ελέγχων και αδυναμία τήρησης συμβατικών υποχρεώσεων από πλευράς αναδόχου.
  • ανεπάρκειας προσωπικού επίβλεψης με αποτέλεσμα τον πλημμελή έλεγχο συμμόρφωσης με τις συμβατικές απαιτήσεις.

Συμπερασματικά, οι πιστοποιήσεις των δομικών υλικών αποτελούν τη βάση για ένα πιο «πράσινο» αύριο. Η βιομηχανία των κατασκευών, καταναλώνοντας τεράστιες ποσότητες ενέργειας και πρώτων υλών και ούσα υπεύθυνη για την εκπομπή μεγάλου όγκου διοξειδίου του άνθρακα και οικοδομικών αποβλήτων, έχει την ηθική και πλέον νομική υποχρέωση να συμβαδίζει με τις επιταγές της βιώσιμης ανάπτυξης. Η χρήση οικολογικών υλικών δεν προστατεύει μόνο το φυσικό περιβάλλον, αλλά δίνει την ευκαιρία στις εταιρείες να αυξήσουν τα κέρδη τους, καθώς καθίστανται πιο ανταγωνιστικές στη διεθνή αγορά που επιζητά προϊόντα με «πράσινες» προδιαγραφές. Τα οφέλη είναι πολλαπλά και ακόμη και οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις θα πρέπει να επενδύσουν προς αυτή την κατεύθυνση, διότι υπάρχει ο κίνδυνος να μείνουν εκτός αγοράς και Ευρωπαϊκής πραγματικότητας.