Αν θέλει κανείς να διαπιστώσει το πόσο επηρεάζει η κλιματική αλλαγή τη βιομηχανία των κλιματιστικών δεν έχει παρά να ρίξει μια ματιά στο Σιάτλ. Μία πόλη που παραδοσιακά αποτελούσε την εξαίρεση στις Ηνωμένες Πολιτείες, μία χώρα όπου πάνω από το 90% των κατοικιών διαθέτουν τεχνητό κλιματισμό, όμως στο Σιάτλ, σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία της αμερικανικής στατιστικής υπηρεσίας, το 2015 το ποσοστό αυτό δεν ξεπερνούσε το 34%.

Ωστόσο, έκτοτε αυτό έχει αλλάξει δραματικά: το 2017 η χρήση κλιματιστικών είχε αυξηθεί στο 41% και το 2019 στο 44%, ενώ το 2021 ξεπέρασε το ορόσημο του 50% – πλέον, περισσότερα από τα μισά σπίτια στην πόλη έχουν τεχνητό κλιματισμό. Έτσι, μία παραθαλάσσια πόλη όπου ο κλιματισμός ήταν η εξαίρεση και όχι ο κανόνας, χάρη στο ήπιο κλίμα της, αναγκάστηκε να αλλάξει.

Ο λόγος για αυτήν την απότομη αλλαγή φυσικά δεν είναι άλλος από την κλιματική κρίση. Το Σιάτλ έχει βρεθεί αντιμέτωπο τα τελευταία χρόνια με ασυνήθιστα καυτά καλοκαίρια, τα οποία μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις έχουν αποβεί μοιραία για τη ζωή ανθρώπων που ζούσαν σε σπίτια χωρίς κλιματισμό, Αυτό ώθησε πολλούς να σκεφτούν για πρώτη φορά να εξοπλίσουν το σπίτι τους με ένα κλιματιστικό ή μία αντλία θερμότητας, βλέποντας πως δεν πρόκειται πια για σποραδικά επεισόδια καύσωνα, αλλά για μία τάση που καθιερώνεται, και πλέον θεωρείται δεδομένο ότι τα καλοκαίρια θα είναι υπερβολικά ζεστά.

Και άρα ακόμα και κάτοικοι της πόλης που έχουν ζήσει επί δεκαετίες σε αυτήν χωρίς ποτέ να χρειαστεί να εγκαταστήσουν κλιματιστικό στο σπίτι τους, πλέον δεν έχουν άλλη επιλογή από το να προσαρμοστούν. Πέρα από τη ζέστη, υπάρχει και ένας άλλος λόγος που πολλοί στρέφονται στα κλιματιστικά: οι (επίσης συνεχώς πιο συχνές εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής) δασικές πυρκαγιές, που πολλές φορές είναι μεγάλες σε έκταση και ο καπνός από τις καμένες εκτάσεις φτάνει μέχρι τις πόλεις, κάνοντας αποπνικτική την ατμόσφαιρα. σε ένα τέτοιο περιβάλλον, είναι πολύ σημαντικό να μπορεί κανείς να κοιμάται με κλειστά τα παράθυρα, χωρίς να υποφέρει από την καλοκαιρινή ζέστη.

Τα προβλήματα μίας απότομης μετάβασης
Ένα πρόβλημα που έχει ανακύψει με τους όλο και πιο συχνούς καύσωνες καταγράφεται σε κοινόχρηστα κτίρια, τα οποία σε πολλές περιπτώσεις έχουν κατασκευαστεί πολλές δεκαετίες πριν και δεν έχουν σωστές προδιαγραφές για κλιματισμό., Έτσι, δεν είναι σπάνιο το φαινόμενο σε κτίρια όπως γηροκομεία και νοσοκομεία, όπου μάλιστα οι διαμένοντες είναι πιο ευάλωτοι στις υπερβολικές θερμοκρασίες, να υπάρχουν χώροι που κλιματίζονται σωστά, και άλλοι χώροι που κλιματίζονται ανεπαρκώς ή και καθόλου.

Ακόμα χειρότερο είναι αυτό που συμβαίνει ακόμα σε ορισμένες περιπτώσεις:, μεμονωμένοι ιδιοκτήτες ακινήτων ή ενώσεις ιδιοκτητών απαγγορεύουν στους ενοικιαστές τους ή στους ιδιοκτήτες, αντίστοιχα, να εγκαθιστούν συστήματα κλιματισμού με εξωτερικές μονάδες, με το σκεπτικό ότι χαλούν την εικόνα του ακινήτου και της γειτονιάς. Στη γειτονική πολιτεία Όρεγκον, μετά από τον φονικό καύσωνα του 2021, οι τοπικές αρχές απαγορεύουν πλέον στους ιδιοκτήτες να θέτουν τέτοιους περιορισμούς. Προβληματισμό βέβαια προκαλεί και η αυξανόμενη ζήτηση για ηλεκτρική ενέργεια λόγω της αύξησης της χρήσης τεχνητού κλιματισμού, σε μία περίοδο που το Σιάτλ προωθεί τη σταδιακή απεξάρτηση του ενεργειακού του μίγματος από τα ορυκτά καύσιμα. Μία αυξημένη ζήτηση που βέβαια έχει αντίκτυπο και στο περιβάλλον, καθώς δεν είναι όλες οι συσκευές υψηλής ενεργειακής κλάσης.