Τα δομικά υλικά με το χαμηλότερο ανθρακικό αποτύπωμα και το πολύτιμο εργαλείο των πιστοποιήσεων. Είναι η εκπαίδευση των μηχανικών κρίσιμος παράγοντας για την ομαλή μετάβαση στις βιώσιμες κατασκευαστικές πρακτικές και ποια βήματα προόδου έχουν πραγματοποιηθεί στη χώρα μας;

«Τα αειφόρα κτίρια είναι: Αξιαγάπητα γιατί αν δεν μπορούν να αγαπηθούν, δεν θα διαρκέσουν. Ανθεκτικά, διότι πρέπει να αντέξουν, αν θέλουμε να είναι βιώσιμα. Ευέλικτα, επειδή αν αντέξουν, θα χρειαστεί να χρησιμοποιηθούν για πολλές χρήσεις στο πέρασμα των αιώνων. Λιτά, αφού τα ενεργειακά γουρούνια δεν μπορούν να συντηρηθούν με υγιή τρόπο για μεγάλο χρονικό διάστημα σε ένα αβέβαιο μέλλον», έχει γράψει ο Stephen Mouzon στο βιβλίο The Original Green – Unlocking the Mystery of True Sustainability του 2010. Και αναμφισβήτητα, στη σύγχρονη εποχή, που η περιβαλλοντική κρίση οξύνεται, η υλοποίηση πράσινων κτιρίων εξελίσσεται σε κάτι πολύ περισσότερο από επιλογή: προβάλλει ως επιτακτική ανάγκη! Μάλιστα, ο κλάδος προβλέπεται να αυξηθεί από 634,78 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, που ήταν το 2022, σε 1312,12 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ έως το 2030, παρουσιάζοντας σύνθετο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης (CAGR) της τάξεως του 9,50 (2024 – 2030).

Τα πλεονεκτήματα της βιώσιμης δόμησης
Σύμφωνα με το Παγκόσμιο Συμβούλιο Πράσινων Κτιρίων, το πράσινο κτίριο αποτελεί ένα κομμάτι υποδομής που, μέσω του σχεδιασμού, της κατασκευής ή της λειτουργίας του, μειώνει ή εξαλείφει τις αρνητικές επιπτώσεις, επηρεάζοντας θετικά το κλίμα και το φυσικό μας περιβάλλον.

Χαρακτηριστικό είναι, άλλωστε, πως τα εμπορικά ακίνητα αντιπροσωπεύουν το 39% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, ενώ τα πράσινα κτίρια ευθύνονται λιγότερο για τις παγκόσμιες εκπομπές θερμοκηπίου συνολικά, παράγοντας, κατά μέσο όρο, 50% λιγότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από την κατανάλωση νερού και 48% λιγότερες εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από τα απόβλητα, συγκριτικά με τα συμβατικά κτίρια.

Σχετική έκθεση του 2018 από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Πράσινων Κτιρίων καταλήγει στο πόρισμα ότι οι εργαζόμενοι εμπορικών γραφείων που βρίσκονται σε πιστοποιημένα κτίρια απολαμβάνουν καλύτερη συνολική υγεία, ενισχυμένη παραγωγικότητα και υψηλότερη ικανοποίηση από το επάγγελμά τους.

Πράγματι, στοιχεία εσωτερικού σχεδιασμού όπως οι βελτιωμένες πηγές φωτισμού, οι θερμικές συνθήκες, τα εργονομικά χαρακτηριστικά και η αναβαθμισμένη ποιότητα αέρα οδηγούν τους χρήστες πράσινων κατασκευών σε αξιοσημείωτη βελτίωση στην υγεία τους, τα επίπεδα άγχους και τη συνολική ποιότητα ζωής τους.

Μάλιστα, δεδομένου ότι τα παραπάνω χαρακτηριστικά θεωρούνται υψηλής ποιότητας, οι διαχειριστές ακινήτων δύνανται να χρεώνουν υψηλότερες τιμές αγοράς στα συγκεκριμένα κτίρια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί και η αναφορά της JLL πως στην περιοχή APAC 7 στις 10 εταιρείες ήταν πρόθυμες να πληρώσουν υψηλότερα ενοίκια για κτίρια με πράσινη πιστοποίηση.

Στα πλεονεκτήματα της βιώσιμης δόμησης συγκαταλέγεται και η αποδοτικότητα του νερού. Πιο αναλυτικά, με την εγκατάσταση ειδικά σχεδιασμένων συστημάτων για τον καθαρισμό του νερού επιτρέπεται η ανακύκλωση αυτού και επίσης προστίθενται εναλλακτικές πηγές του (όπως το νερό της βροχής).

Επιπλέον, καθώς ο συνεχώς αυξανόμενος πληθυσμός του πλανήτη μας (ιδιαίτερα στις μεγάλες πόλεις σε όλο τον κόσμο), απειλεί τους τοπικούς, κοινόχρηστους πόρους, οι βιώσιμες πρακτικές και τεχνολογίες που αναπτύχθηκαν από αρχιτέκτονες και κατασκευαστές για την ενίσχυση της αποτελεσματικότητας των πράσινων δομών, μειώνουν τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις σε τέτοιους πόρους, προστατεύοντάς τους για τις μελλοντικές γενιές.

Τα δομικά υλικά της πράσινης μετάβασης
«Για να γίνει η «πράσινη μετάβαση» πραγματικότητα, τα δομικά υλικά πρέπει να χαρακτηρίζονται από βιωσιμότητα, ανθεκτικότητα, ασφάλεια για την υγεία και να συμβάλλουν, είτε άμεσα είτε έμμεσα, στο χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμά του κτιρίου» δηλώνει στο Construction ο Άγγελος Έντμοντς, Senior Sustainability Manager της Dimand.

«Υλικά με ανακυκλωμένο περιεχόμενο ή προερχόμενα από ορθές πρακτικές παραγωγής, όπως πιστοποιημένη ξυλεία, μειώνουν την αχρείαστη εκμετάλλευση φυσικών πόρων» μας ενημερώνει, ενώ συμπληρώνει πως η τοπική παραγωγή υλικών συμβάλλει στη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα που προκύπτει από τη μεταφορά.

«Παράλληλα, η ενεργειακή απόδοση, η οποία καθορίζεται σε κρίσιμο βαθμό από τα υλικά του κελύφους των κτιρίων, διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο» επισημαίνει ο Άγγελος Έντμονς, πληροφορώντας μας πως στα κτίρια της Dimand ενσωματώνονται υλικά με υψηλότατες θερμομονωτικές ιδιότητες ή υλικά που αντανακλούν την ηλιακή ακτινοβολία.

«Φυσικά, ένα πραγματικά αειφόρο κτίριο σαν αυτά που παραδίδουμε, εκτός του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, οφείλει να προάγει την υγεία και την ευεξία των χρηστών, η οποία εξαρτάται άμεσα από την ποιότητα των υλικών που χρησιμοποιούνται» περιγράφει. Όπως υπογραμμίζει, καταλυτικά θεωρούνται υλικά με χαμηλές εκπομπές πτητικών οργανικών ενώσεων (VOCs), που μειώνουν την έκθεση σε τοξικές ουσίες και βελτιώνουν την ποιότητα του εσωτερικού αέρα, δημιουργώντας έναν πιο υγιεινό και παραγωγικό χώρο διαβίωσης.

«Τέλος, σημαντικότατο είναι η ανάλυση των υλικών να πραγματοποιείται σε συνολικό κύκλο ζωής» σημειώνει, τονίζοντας πως, στο πλαίσιο αυτό, η διαδικασία Life Cycle Assessment (LCA) που ακολουθεί η Dimand, η οποία περιλαμβάνει την εξέταση όλων των φάσεων του κύκλου ζωής των υλικών – από την παραγωγή και κατασκευή μέχρι την ανακύκλωση – κρίνεται ως κρίσιμη και απαραίτητη για τη διασφάλιση αυτών των χαρακτηριστικών.

Αγκαλιάζοντας την καινοτομία
«Παλαιότερα (η ακόμη και σήμερα σε πολλές περιπτώσεις) η έννοια του «πράσινου» κτιρίου συνδεόταν συχνά με την υψηλή ενεργειακή απόδοση, με αποτέλεσμα τα υλικά να περιορίζονται κυρίως σε θερμομονωτικά και παρόμοια υλικά» σχολιάζει ο Άγγελος Έντμονς.
Ωστόσο, όπως επισημαίνει, «καθώς βρισκόμαστε στην εποχή της κλιματικής κρίσης και η επιστημονική κοινότητα αναφέρει ότι τα υλικά των κτιρίων ευθύνονται για το 21% των παγκόσμιων εκπομπών άνθρακα, η ανάγκη για μια πιο ολοκληρωμένη προσέγγιση είναι επιτακτική».
«Καθίσταται απαραίτητο, λοιπόν, να πρωταγωνιστούν υλικά με πιο χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα (τα «πράσινα» σκυροδέματα, low carbon glasses, υλικά υψηλού ποσοστού ανακύκλωσης και φυσικά υλικά όπως η πέτρα και η πιστοποιημένη ξυλεία)» σχολιάζει, χαρακτηρίζοντας την ανάπτυξη και τη χρήση καινοτόμων υλικών, που βασίζονται στην κυκλική οικονομία, ως κλειδί για τη βιωσιμότητα των σύγχρονων κτιρίων.

«Σε αυτό το πλαίσιο, η υπεύθυνη νοοτροπία μας και οι πράσινες πιστοποιήσεις, οι οποίες καθοδηγούν τον σχεδιασμό των έργων μας, ενθαρρύνουν τη χρήση νέων πιο «βιώσιμων» καινοτόμων υλικών, που περιλαμβάνουν χαμηλότερο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, ανακυκλωμένο περιεχόμενο, είναι μη τοξικά, και μπορούν να ανακυκλωθούν στο τέλος του κύκλου ζωής τους» μας πληροφορεί ο Άγγελος Έντμοντς.

Ως παράδειγμα της παραπάνω προσέγγισης αναφέρει το ότι η Dimand εξετάζει τη συνεργασία με μια ελληνική νεοφυή επιχείρηση, η οποία έχει αναπτύξει μια κυκλική τεχνολογία που επαναχρησιμοποιεί φυτικά υπολείμματα, όπως φύκια θαλάσσης και απόβλητα εκχύλισης καφέ espresso, σε αρχιτεκτονικές επιφάνειες. «Αυτά τα υλικά διαθέτουν υψηλό βιολογικό περιεχόμενο μηδενική τοξικότητα και εύρος εφαρμογών που μπορούν να αντικαταστήσουν τα συμβατικά υλικά» σημειώνει. «Το πιο σημαντικό είναι οι developers να αξιολογήσουν και να αγκαλιάσουν καινοτόμα χαμηλότερου περιβαλλοντικού αποτυπώματος υλικά, ώστε να πάρουν μια θέση στην αγορά» υπογραμμίζει, τονίζοντας πως πλέον το κόστος δεν είναι μόνο οικονομικό αλλά και περιβαλλοντικό και το τελευταίο θα πρέπει να μπει στις αποφάσεις. «Έτσι έρχεται η αλλαγή, αγκαλιάζοντας την καινοτομία, και αυτό κάνουμε» μας λέει.

Ειρήνη Κορωνάκη,Διευθύντρια Εργαστηρίου Εφαρμοσμένης Θερμοδυναμικής, ΕΜΠ

Εκπαίδευση Μηχανικών για Βιώσιμες Κατασκευές
«Η εκπαίδευση των μηχανικών αναδεικνύεται ως κρίσιμος παράγοντας για την ομαλή μετάβαση στις βιώσιμες κατασκευαστικές πρακτικές» περιγράφει η Ειρήνη Κορωνάκη, Διευθύντρια Εργαστηρίου Εφαρμοσμένης Θερμοδυναμικής στον Τομέα Θερμικής Μηχανικής της Σχολής Μηχανολόγων Μηχανικών του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Όπως μας ενημερώνει «το Κέντρο Επιμόρφωσης και Δια βίου Μάθησης και Μάθησης (ΚΕΔΙΒΙΜ) του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου προάγει αυτή τη διαδικασία μέσω στοχευμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων που απευθύνονται σε μηχανικούς, ενισχύοντας την κατανόηση και τη χρήση βιώσιμων πρακτικών».

«Τα προγράμματα του ΚΕΔΙΒΙΜ ΕΜΠ σχεδιάζονται με στόχο την ενδελεχή κατάρτιση μηχανικών, προκειμένου αυτοί να κατανοούν σε βάθος τις οικολογικές επιπτώσεις των δομικών υλικών και την ενεργειακή αποδοτικότητα των κτιρίων» μας εξηγεί, συμπληρώνοντας πως, επίσης, επιδιώκεται η ανάπτυξη δεξιοτήτων στην εφαρμογή διεθνών προτύπων πιστοποίησης, όπως LEED, BREEAM και WELL, και στην ολοκληρωμένη διαχείριση κατασκευαστικών έργων με έμφαση στην αειφορία. «Στο πλαίσιο της εκπαίδευσης, οι μηχανικοί αναπτύσσουν δεξιότητες για την αξιολόγηση και επιλογή υλικών με βάση τις επιδράσεις τους στο περιβάλλον και τη διάρκεια ζωής τους» αναφέρει η Ειρήνη Κορωνάκη.

«Τονίζεται η σπουδαιότητα της διαρκούς επιμόρφωσης για ενημέρωση σε νέες τεχνολογίες και μεθόδους, ενώ ,επιπλέον, υπογραμμίζεται η σημασία της εφαρμογής αρχών ολικής διαχείρισης ποιότητας στα έργα και η κατανόηση των σχετικών νομοθετικών και κανονιστικών πλαισίων που επηρεάζουν τη βιώσιμη κατασκευή» σημειώνει.

Όπως περιγράφει «αυτή η διαδικασία ανάπτυξης και εφαρμογής καινοτόμων λύσεων συμβάλλει στην προαγωγή της βιωσιμότητας στον τομέα των κατασκευών, αναδεικνύοντας τους μηχανικούς ως κεντρικούς πρωταγωνιστές στην πράσινη μετάβαση».

«Στο τομέα της καινοτομίας στην βελτίωση της βιωσιμότητας σημαντικό ρόλο έχουν και οι Μηχανολόγοι Μηχανικοί. Εκπαιδευτικά προγράμματα που παρέχει το ΚΕΔΙΒΙΜ ΕΜΠ προσφέρουν εξειδίκευση σε στελέχη του κλάδου βιομηχανικής ψύξης και του κλιματισμού» δηλώνει η Ειρήνη Κορωνάκη.

«Τα προγράμματα περιλαμβάνουν εκπαίδευση σε ασφαλείς χρήσεις εναλλακτικών ψυκτικών, πρακτικές εφαρμογές, και συμμόρφωση με τις ευρωπαϊκές κανονιστικές απαιτήσεις για τη μείωση εκπομπών» μας λέει, τονίζοντας πως ο στόχος είναι να ενισχύσουν τις επαγγελματικές δεξιότητες των Μηχανολόγων Μηχανικών και να προάγουν την εφαρμογή βιώσιμων τεχνολογιών στον τομέα.

Άγγελος Έντμοντς, Senior Sustainability Manager, Dimand

Σε τροχιά προόδου η Ελλάδα
«Στην Ελλάδα, μετά από την ανάπτυξη του πρώτου πράσινου κτιρίου μέσω της πιστοποίησης LEED, που πραγματοποίησε το 2013 η Dimand, έχουν γίνει σημαντικά βήματα αναφορικά με την ένταξη βιώσιμων πρακτικών στον κατασκευαστικό τομέα» δηλώνει ο Άγγελος Έντμοντς.

«Η εφαρμογή προτύπων όπως το LEED και το WELL, που είναι και ένας σημαντικός μοχλός διασφάλισης ουσιαστικά βιώσιμων πρακτικών, έχει αυξηθεί, ενώ πλέον αναπτύσσονται έργα που υιοθετούν ενεργειακά αποδοτικά συστήματα, έξυπνες τεχνολογίες και ανανεώσιμές πηγές ενέργειας» περιγράφει.

Ως παράδειγμα της προαναφερθείσας προόδου, αναφέρει ένα «βίωμα» της εταιρίας Dimand, που έζησε παλαιότερα τη δυσκολία της βιομηχανίας κτιριακών υλικών να ανταποκριθεί σε απαιτήσεις περιβαλλοντικών χαρακτηριστικών, τις οποίες έθετε το πρότυπο LEED στα πρώτα κτίρια υπό πιστοποίηση.

«Eπιτρέψτε μου να εξηγήσω : τότε (2009) υπήρχε από όλον τον κλάδο μία ανησυχία ότι οι απαιτήσεις της πιστοποίησης είναι κάτι σαν «κβαντική φυσική» και ότι η αγορά δεν ήταν έτοιμη, όμως φτάνοντας στο σήμερα (2025) ο Πύργος Πειραιά – ο πρώτος πράσινος (και με την ανώτατη βαθμίδα LEED Platinum) ουρανοξύστης που ανέπτυξε το επενδυτικό σχήμα DIMAND – EBRD – PRODEA Investments ενσωματώνει περίπου 200 υλικά με αειφόρα χαρακτηριστικά!» μας διηγείται ο Άγγελος Έντμοντς.

«Η αρχή έγινε, η βιομηχανία κατάλαβε ότι η αειφορία στα projects δεν είναι nice to have αλλά must have και η απόδειξη είναι έργα σαν τον Πύργο Πειραιά» υπογραμμίζει.