Στο «Climate talks: Engineers in a Changing World» που διοργάνωσε με μεγάλη επιτυχία το ΤΕΕ, ο καθηγητής Ματθαίος Σανταμούρης μίλησε για το παγκόσμιο φαινόμενο της υπερθέρμανσης και πώς αυτό επηρεάζει την καθημερινότητα μας.
Το εργαστήριο «Climate talks: Engineers in a Changing World» διεξήχθη τη Πέμπτη 28 Σεπτεμβρίου στο Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος, με αφορμή τη φιλοξενία από το ΤΕΕ Αθηνών της Περιφερειακής Συνάντησης Νότου της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Εθνικών Ενώσεων Μηχανικών, ENGINEERS EUROPE, στην οποία το ΤΕΕ είναι Εθνικό Μέλος. Βασικό θέμα της εν λόγω εκδήλωσης ήταν η κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις που αυτή θα επιφέρει τα επόμενα χρόνια στον κατασκευαστικό κλάδο, αλλά και στην κοινωνία ευρύτερα.
Μεταξύ άλλων, μίλησε ο Ματθαίος Σανταμούρης, καθηγητής Φυσικής Ενέργειας, Anita Lawrence Chair High Performance Architecture στο Πανεπιστήμιο New South Wales της Αυστραλίας.
Αύξηση των ενεργειακών δαπανών
Ξεκινώντας την παρουσίασή του, ο Μ. Σανταμούρης τόνισε ότι το πρόβλημα της υπερθέρμανσης των πόλεων είναι ένα ζήτημα γνωστό εδώ και περίπου 150 χρόνια, ενώ σήμερα υπάρχουν, σύμφωνα με τα διεθνή στοιχεία, πάνω από 13.000 υπερθερμασμένες πόλεις παγκοσμίως. Βάσει των ίδιων δεδομένων, πάνω από 1,7 δις ανθρώπων ζουν σε συνθήκες υψηλής θερμοκρασίας, με τις ώρες υπερθέρμανσης να έχουν τριπλασιαστεί την τελευταία πενταετία.
Η αύξηση της θερμοκρασίας είναι ένα κρίσιμο ζήτημα, το οποίο υποβαθμίζει την ποιότητα ζωής του πληθυσμού και αναμένεται μέχρι το 2050 να γίνει ακόμα εντονότερο.
Μία από τις σημαντικότερες επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης είναι η αύξηση της ενεργειακής δαπάνης για την ψύξη των κτιρίων. Υπολογίζεται ότι κατά μέσο όρο κάθε άτομο καταναλώνει ετησίως 237KW ηλεκτρικού ρεύματος λόγω των υψηλών θερμοκρασιών, αριθμός που έχει συνεχώς ανοδική τάση. Ενδεικτικά, οι κλιματιστικές ανάγκες εντός των πόλεων έχουν αυξηθεί κατά περίπου 300% από το 1990 έως σήμερα, καθώς οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής έχει παρατηρηθεί ότι δεκαπλασιάζονται στα αστικά κέντρα. Έως το 2050, εκτιμάται ότι η κατανάλωση θα έχει αυξηθεί έως και 2300% σε σχέση με σήμερα.
Με τη σειρά της, η ολοένα και μεγαλύτερη ζήτηση ενέργειας οδηγεί τις εταιρείες ηλεκτρισμού να κατασκευάζουν περισσότερες μονάδες παραγωγής, οι οποίες δεν λειτουργούν όλο τον χρόνο σε πλήρη ρυθμό.
Το γεγονός αυτό, συνδυαστικά με το ότι η απόδοση των θερμικών σταθμών μειώνεται σε περιόδους καύσωνα σε ποσοστό που αγγίζει το 6%, συντελεί στο να μην γίνεται απόσβεση των επενδύσεων και η τιμή του ρεύματος να αυξάνεται διαρκώς.
Επιπτώσεις στην υγεία του ανθρώπου
Επιπλέον, η αύξηση της θερμοκρασίας συμβάλει ραγδαία στην παραγωγή ρυπογόνων παραγόντων της ατμόσφαιρας. Ειδικότερα, λόγω των φωτοχημικών αντιδράσεων που ευνοούνται σε συνθήκες ζέστης, δημιουργούνται τεράστιες ποσότητες όζοντος, το οποίο είναι ιδιαίτερα βλαβερό για τον άνθρωπο, όταν το εισπνέει. Σε βιομηχανικές χώρες, όπως είναι η Κίνα, σημειώνεται αύξηση του αερίου έως και 80%, καθιστώντας το περιβάλλον εντελώς ακατάλληλο για την υγεία του πληθυσμού. Σύμφωνα με σχετικές μελέτες, έχει διαπιστωθεί πως, όταν η θερμοκρασία περιβάλλοντος ξεπερνά τους 30oC, μειώνεται έως και 70% η παραγωγικότητα του εργατικού δυναμικού, γεγονός που αποτελεί τεράστιο πλήγμα στην οικονομία, ενώ παρατηρούνται συχνότερα επιθετικές συμπεριφορές.
Εξίσου σπουδαίες είναι και οι κοινωνικές επιπτώσεις που επιφέρει η κλιματική αλλαγή.
Τα σπίτια των οικονομικά ασθενέστερων κοινωνικά ομάδων δεν έχουν επαρκή θερμική θωράκιση, με αποτέλεσμα να πλήττονται περισσότερο από την υπερθέρμανση. Η κακή ποιότητα κατασκευής αναγκάζει τις συγκεκριμένες ομάδες να πληρώνουν το διπλάσιο κόστος για ψύξη κατά τους καλοκαιρινούς μήνες. Ωστόσο, επειδή αυτή η δαπάνη είναι αρκετά δυσβάστακτη, καταγράφεται υψηλό ποσοστό θνησιμότητας στα χαμηλότερα στρώματα λόγω θερμοπληξίας. Χαρακτηριστικά, στην Ευρώπη έχουν σημειωθεί 61.000 θάνατοι, με τον αριθμό αυτό να είναι πολύ μεγαλύτερος στις αναπτυσσόμενες χώρες, όπου οι υποδομές και το σύστημα υγείας είναι υποδεέστερα.

Καινοτόμες τεχνολογίες κατά της υπερθέρμανσης
Συνεχίζοντας την ομιλία του, ο Μ. Σανταμούρης εξήγησε ότι υπάρχουν αρκετές τεχνολογίες για τον περιορισμό της υπερθέρμανσης. Πιο συγκεκριμένα, αναφέρθηκε στα υπέρψυχα υλικά, τα οποία διαθέτουν πολύ υψηλή ανακλαστικότητα στην ηλιακή ακτινοβολία, ενώ μπορούν και στέλνουν την εσωτερικής τους θερμότητα στο διάστημα, μέσω του ατμοσφαιρικού παράγοντα. Η χρήση τέτοιων υλικών μπορεί να επιφέρει μείωση της θερμοκρασίας των κτιρίων από 8 έως 10ο C με φυσικό τρόπο, χωρίς να δαπανάται καθόλου ενέργεια.
Ωστόσο, η εν λόγω τεχνολογία έχει κάποια προβλήματα τα οποία πρέπει να ξεπεραστούν, προκειμένου να αρχίσει να εφαρμόζεται αποτελεσματικά στο δομικό περιβάλλον των πόλεων. Όπως προαναφέρθηκε, τα υπέρψυχα υλικά έχουν ανακλαστικότητα περίπου 99%, με αποτέλεσμα να μπορούν να χρησιμοποιηθούν μόνο σε οροφές, ώστε να αποφευχθούν εκτενή φαινόμενα θάμπωσης. Επίσης, σε περιοχές που τον χειμώνα επικρατεί έντονο κρύο, τα υλικά αυτά μπορούν να προκαλέσουν αύξηση των δαπανών θέρμανσης, καθώς εμποδίζουν την ηλιακή ακτινοβολία να ζεστάνει τους κτιριακούς όγκους.
Όπως επισήμανε ο ίδιος ο καθηγητής, πρέπει η τεχνολογία αυτή να γίνει πιο έξυπνη και να προσαρμόζεται στις ανάγκες κάθε εποχής. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την παραγωγή αντίστοιχων υλικών που θα έχουν μειωμένο συντελεστή εκπομπής. Ήδη τέτοια προϊόντα εφαρμόζονται σε χώρες του εξωτερικού, οι οποίες κάνουν τεράστιες επενδύσεις στην καταπολέμηση της υπερθέρμανσης των αστικών κέντρων. Στις πόλεις αυτές καταγράφεται μείωση έως και 2,5οC της θερμοκρασίας περιβάλλοντος, ενώ σημειώνεται περιορισμός των δαπανών ψύξης έως και 33%. Μάλιστα στις φτωχικές κατοικίες, παρατηρήθηκε 10-11% μείωση της εσωτερικής θερμοκρασίας, βελτιώνοντας αισθητά την ποιότητα ζωής των ενοίκων.
Η πρώιμη παρέμβαση το κλειδί για τη μείωση του κόστους
Αν και η τεχνογνωσία για τον περιορισμό της κλιματικής κρίσης υπάρχει, δεν εφαρμόζονται τα δέοντα μέτρα, εξαιτίας του υψηλού τους κόστους. Αυτή τη στιγμή, υπολογίζεται ότι σε παγκόσμιο επίπεδο οι δαπάνες που πρέπει να γίνουν για τον περιορισμό της υπερθέρμανσης φθάνουν τα 500 – 700 δις δολάρια, ποσό το οποίο θα αγγίξει το 1,6 τρις το 2050, αν δεν ενεργήσουμε άμεσα. Ισχυρό ενδεχόμενο είναι η Ευρώπη και η Αμερική να καταφέρουν να φτιάξουν έγκαιρα τις απαραίτητες υποδομές, με τον υπόλοιπο κόσμο να αντιμετωπίζει σοβαρά ζητήματα επιβίωσης.
Ο μόνος τρόπος για να επισπευσθούν οι διαδικασίες και να καταλάβει η παγκόσμια κοινότητα τη σημασία της περιβαλλοντικής κρίσης είναι με το να επιβάλλονται πρόστιμα σε όσους παράγουν υπερθέρμανση, είτε αυτοί είναι πολίτες είναι κρατικοί φορείς. Επιπλέον, είναι απαραίτητο να συνταχθεί ένα ολιστικό σχέδιο αντιμετώπισης του προβλήματος, το οποίο θα βασίζεται σε επιστημονικά δεδομένα και όχι σε εμπειρικές γνώσεις του παρελθόντος.
Σποραδικές δράσεις, οι οποίες δεν έχουν καμία συνοχή μεταξύ τους, δεν πρόκειται να επιφέρουν ουσιαστικά αποτελέσματα, τόνισε ο καθηγητής του Πανεπιστημίου New South Wales και έκλεισε την παρουσίαση του υπογραμμίζοντας, ότι η πρώιμη παρέμβαση μπορεί να μειώσει έως και 10 φορές τις συνολικές δαπάνες για την αντιμετώπιση της αύξησης της θερμοκρασίας.

Στο fireside chat που ακολούθησε, η Λιάνα Αναγνωστάκη, διευθύντρια δημοσίων σχέσεων διεθνών και ευρωπαϊκών θεμάτων του ΤΕΕ, συζήτησε με τον Μ. Σανταμούρη σημαντικές πτυχές του ζητήματος της υπερθέρμανσης που απασχολούν τόσο το ελληνικό όσο και το διεθνές προσκήνιο. Στο πλαίσιο του διαλόγου, ο καθηγητής ανέφερε ότι πολλές χώρες του εξωτερικού, όπως οι ΗΠΑ, η Σαουδική Αραβία και η Αυστραλία, κάνουν σπουδαίες επενδύσεις στις μεγαλουπόλεις τους με στόχο τη μείωση της θερμοκρασίας. Ενδεικτικά, στο Λος Άντζελες έχουν τοποθετηθεί πάνω από 1.000.000τ.μ. ψυχρά πεζοδρόμια, έργο που έχει προγραμματιστεί να γίνει στο άμεσο μέλλον στο Τέξας και σε όλες τις υπόλοιπες πολιτείες. Ο ίδιος διευκρίνισε ότι το κόστος για την κατασκευή κτιρίων μηδενικών εκπομπών δεν είναι τόσο μεγάλο. Τα έργα για την καταπολέμηση της περιβαλλοντικής κρίσης μπορούν να δημιουργήσουν μία νέα αγορά, η οποία θα φέρει άνθιση στην οικονομία της Ευρώπης, αρκεί να αναπτυχθούν γρήγορα αντίστοιχες βιομηχανίες. Οι επενδύσεις πρέπει να μένουν στη χώρα που γίνονται, με σκοπό να ενισχύεται η τοπική επιχειρηματικότητα και να περιορίζεται η δαπάνη ενέργειας.
Ένα ακόμα θέμα το οποίο θίχτηκε, ήταν η εκπαίδευση των μηχανικών, ώστε να αντιλαμβάνονται καλύτερα τις σύγχρονες κατασκευαστικές ανάγκες που επιτάσσει η περιβαλλοντική κρίση.
Η κατασκευή βιώσιμων κτιρίων είναι μονόδρομος και επομένως, πρέπει να εκσυγχρονιστεί ο τρόπος κατασκευής, για να ανταποκρίνεται στις σημερινές προδιαγραφές. Ο μηχανικός θα πρέπει να είναι γνώστης των καινοτόμων μεθόδων και, σε συνεργασία με τη βιομηχανία υλικών, να επιλέγει λύσεις που θα περιορίζουν την ενεργειακή κατανάλωση, ενώ θα προάγουν την τοπική οικονομία. Συνεπώς, όπως επισήμανε ο Μ. Σανταμούρης, ο κατασκευαστής είναι υπεύθυνος για τις κοινωνικές και τις οικονομικές επιπτώσεις των έργων του. Έτσι, πρέπει να υπάρξει μία ολιστική αντιμετώπιση της κρίσης, η οποία να διδάσκεται σε όλα τα πανεπιστήμια και τους λοιπούς εκπαιδευτικούς φορείς. Κλειδί στο πρόβλημα αποτελεί η συνεργασία και η ανταλλαγή γνώσεων μεταξύ των εκάστοτε ειδικοτήτων, αφού ο κάθε κλάδος μπορεί να συνεισφέρει με τον δικό του τρόπο, αρκεί να υπάρχει διάθεση ομαδικότητας και αλληλοβοήθειας. Παράλληλα, μέσω της κατάλληλης εκπαίδευσης, οι μηχανικοί μπορούν να ευαισθητοποιηθούν περισσότερο αναφορικά με τα περιβαλλοντικά προβλήματα και να ανοίξει ο δρόμος της διεπιστημονικής συνεργασίας.
Η Λ. Αναγνωστάκη, σημαίνοντας το τέλος του fireside chat, τόνισε τα κρισιμότερα συμπεράσματα που προέκυψαν μέσα από τον διάλογο με τον Μ. Σανταμούρη και επισήμανε ότι το ΤΕΕ ασπάζεται την ιδέα της διεπιστημονικότητας, διοργανώνοντας δράσεις, όπως το συγκεκριμένο εργαστήριο, οι οποίες έχουν ως στόχο να μυήσουν την κατασκευαστική κοινότητα σε καινοτόμες μεθόδους και τεχνολογίες, που θα στρέψουν τον κλάδο σε ένα πιο βιώσιμο μέλλον.