Iσχυρός είναι ο ανταγωνισμός που δέχεται η ελληνική βιομηχανία μαρμάρου από χώρες όπως είναι η Ιταλία και η Τουρκία, ιδίως τον τελευταίο καιρό. Όπως αναφέρει στο Build η Ιουλία Χαΐδά, πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Μαρμάρου αυτή τη στιγμή η Ιταλία βλέπει ότι χάνει ένα σημαντικό μέρος της διεθνούς αγοράς από τις ελληνικές επιχειρήσεις καθώς και από άλλες ανταγωνιστικές χώρες και κάνει κινήσεις σημαντικής μείωσης των τιμών. Από την πλευρά της η Τουρκία διατηρεί παραδοσιακά χαμηλές τιμές στο μάρμαρο και σημαντική ποικιλία σε παραγόμενα τελικά προϊόντα όπως τα έγχρωμα μάρμαρα που διαθέτει.

Μπορεί επομένως η γείτονας να μην διαθέτει λευκό μάρμαρο όπως η Ελλάδα και η Ιταλία, παρόλ’ αυτά έχει μεγάλες διαθέσιμες ποσότητες από τις ποικιλίες μαρμάρου που παράγονται εκεί. Η κυρία Χαϊδά επισημαίνει ότι εσχάτως η αγορά έχει αρχίσει να εμφανίζει σημάδια αντιστροφής της προϋπάρχουσας κατάστασης, που επί της ουσίας επλήγη λόγω της πανδημίας, με ταυτόχρονο κλείσιμο της Κίνας, όπου προοριζόταν τουλάχιστον το 60% του ελληνικού μαρμάρου. Όπως λέει υφίσταται ευρύτερη κινητικότητα σήμερα με σταδιακή ανάκαμψη των πωλήσεων, ενώ αναδύονται στην επιφάνεια έργα στον Αραβικό Κόλπο και στα Εμιράτα ή τη Σαουδική Αραβία. Ταυτόχρονα η Αμερική παρά το γεγονός ότι αναμενόταν να εμφανίσει εντονότερη ζήτηση για ευρωπαϊκό και δη για ελληνικό μάρμαρο, κάτι τέτοιο δεν συνέβη. Πάντως οι αμερικανική αγορά έχει σε εξέλιξη έναν εκτεταμένο αριθμό έργων, γεγονός που εν μέρει ευνοεί και το ελληνικό προϊόν.

Η σταδιακή επαναφορά της Κίνας σε εμπορική «κανονικότητα»
Στην περίπτωση της Κίνας η επικεφαλής του Συνδέσμου Μαρμάρου επισημαίνει ότι έχουν αρχίσει να διαφαίνονται μετά από καιρό τα πρώτα αισιόδοξα σημάδια, διότι η συγκεκριμένη χώρα έχει ήδη δεχθεί αρκετά αιτήματα από πελάτες της για έκδοση Visa, ενώ πρόσφατα εκδόθηκε ανακοίνωση βάσει της οποίας θα πραγματοποιηθεί η έκθεση μαρμάρου στο Xiamen τον Ιούνιο, η οποία είχε διακοπεί για 3 χρόνια.

“Οι ίδιοι πελάτες είχαν αρχίσει να υποστηρίζουν από τις αρχές Δεκεμβρίου ότι θα ανοίξει η αγορά και ότι οι παραγγελίες θα είναι αυξημένες σε σύγκριση με τους προηγούμενους μήνες. Φαίνεται επομένως ότι ξεκίνησε και πάλι να κινείται η αγορά της Κίνας». «Οι άλλες αγορές που αναπτύξαμε κατά τη διάρκεια του έτους έχουν κινηθεί αρκετά καλά», συμπληρώνει η κυρία Χαϊδά. «Η Αίγυπτος, η Τυνησία, η Ινδία έχουν τριπλασιάσει τις εισαγωγές μαρμάρου σε σχέση με το 2021 καθώς και σε επίπεδο εννεαμήνου, ενώ το ίδιο θα ισχύσει έως και το τέλος του έτους. Έχουν αναπτυχθεί ταυτόχρονα όλες οι υπόλοιπες αγορές του κόσμου με αύξηση 30%.
Εντούτοις, η απώλεια από την Κίνα είναι τόσο μεγάλη που δύσκολα μπορεί να εξισορροπήσει. Σε γενικές γραμμές το 2022 είναι μία χρονιά δυσχερέστερη από το 2019.

Πιο συγκεκριμένα, το 2019 ήταν ένα έτος με μείωση εξαγωγών μαρμάρου γενικά, ωστόσο δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ως κακή χρονιά, το 2020 επλήγη η αγορά λόγω του κορονοϊού, το 2021 προσπάθησε να σταθεί στα πόδια της και πάλι, ενώ το 2022 ήταν η χειρότερη χρονιά από όλες τις προηγούμενες με πολλαπλά γεγονότα να την επηρεάζουν. Μεταξύ αυτών η ενεργειακή κρίση αλλά και η αύξηση κοστολογίων και πρώτων υλών που εκτόξευσαν το κόστος παραγωγής. Με τη σειρά μας ως παραγωγοί μαρμάρου δεν μπορέσαμε να μετακυλήσουμε το αυξημένο κόστος στους πελάτες μας, καθότι η ζήτηση δεν ήταν και ιδιαίτερα αυξημένη».

Σταδιακός εξορθολογισμός των ναύλων
Όπως εξηγεί η ίδια, υλοποιήθηκαν μόνο κάποιες αυξήσεις σε προϊόντα όπως οι κατεργασμένες πλάκες.
Εκτός όλους τους προαναφερόμενους παράγοντες δυσκολίας όμως παρουσιάστηκε ζήτημα στη λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας, με σημαντικές καθυστερήσεις στις παραδόσεις προϊόντων, αυξημένους ναύλους κατά τη μεταφορά κάτι που επιβάρυνε τους πελάτες, ενώ στο τέλος της φετινής χρονιάς έρχεται να επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την κατάσταση η αύξηση των επιτοκίων. Τελευταία τα ναύλα έχουν σιγά αρχίζει να εξορθολογίζονται, έχοντας καταγράψει αυξήσεις 70% και πλέον κινούνται στο +30% με περαιτέρω τάσεις ομαλοποίησης προσεχώς.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter Build