Αύξηση παρουσιάζει η αναζήτηση κατοικιών προς ενοικίαση σε όλη τη Γερμανία και κυρίως σε πόλεις όπως το Μόναχο, το Αμβούργο και το Βερολίνο, όπως τονίζει σε αναφορά του το Γραφείο ΟΕΥ Μονάχου.
Όμως, υπό το πρίσμα αυτό και με γνώμονα τους κανόνες της αγοράς, οι εκμισθωτές ακινήτων, προσθέτει το Γραφείο, αυξάνουν τα ενοίκια. Χαρακτηριστικά, η LEG Immobilien SE, η δεύτερη μεγαλύτερη στεγαστική εταιρεία της Γερμανίας, γνωστοποίησε πως θα προβεί σε αύξηση των ενοικίων μέχρι το μέγιστο επιτρεπόμενο όριο.
Πάνω από 11% οι αυξήσεις ενοικίων σε Μόναχο, Βερολίνο
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, οι εκμισθωτές δύνανται να αυξήσουν τα ενοίκια έως και 20% εντός τριών ετών. Πλέον, σημειώνεται μεγάλη αύξηση και στην αγορά των ενοικιαζόμενων κατοικιών από τότε που οι κεντρικές τράπεζες τροποποίησαν την πολιτική επιτοκίων με συνέπεια την περαιτέρω επιβάρυνση των νοικοκυριών. Μάλιστα, επίκαιρα στοιχεία της γερμανικής εταιρείας ImmoScout24, λέει το Γραφείο, επιβεβαιώνουν την τάση της σημαντικής αύξησης των τιμών ενοικίασης.
Επισημαίνεται, ότι ο εθνικός μέσος όρος για τα μισθώματα διαμερισμάτων αυξήθηκε 5,8% τον Δεκέμβριο 2023 έναντι του Δεκεμβρίου 2022. Ειδικότερα, στο Μόναχο το κόστος μίσθωσης ενός διαμερίσματος αυξήθηκε 11,4% και στο Βερολίνο 11,2% εντός ενός έτους. Ωστόσο, η τάση αυτή παρουσιάζεται εντονότερη στην κατηγορία των νεόδμητων διαμερισμάτων, καθώς οι εκμισθωτές δύνανται να καθορίζουν τα μισθώματα άνευ κανονιστικών περιορισμών. Ενδεικτικά, οι κάτοικοι του Μονάχου αντιμετώπισαν αύξηση των ενοικίων των νεόδμητων διαμερισμάτων κατά 12,8% ενώ του Βερολίνου 20% σε έναν χρόνο. Έτσι, το μέσο ενοίκιο για ένα νεόδμητο διαμέρισμα 80 τ.μ. ανήλθε εσχάτως σε 1.556 ευρώ εξαιρουμένων των κοινοχρήστων.
Σύμφωνα με προβλέψεις ειδικών, το 2024 θα κατασκευαστεί περίπου το μισό των 400.000 νέων διαμερισμάτων που είχαν τεθεί αρχικά ως στόχος για το 2024. Αυτό οφείλεται κυρίως στη ραγδαία και σημαντική αύξηση του κόστους κατασκευής και των επιτοκίων, που δυσχεραίνει τη δημιουργία οικονομικά προσιτών κατοικιών. Το 2025 ο αριθμός των νεόδμητων διαμερισμάτων αναμένεται να μειωθεί περαιτέρω. Ο Ομοσπονδιακός Σύνδεσμος Γερμανικών Εταιρειών Στέγασης και Ακινήτων εκτιμά ότι αναμένεται να υπάρξει έλλειψη περίπου 1 εκατ. διαμερισμάτων το 2025, ιδιαίτερα σε περιοχές της Γερμανίας με ζήτηση υψηλή.
Επιπροσθέτως, σύμφωνα με στοιχεία της ImmoScout24 παρατηρείται διψήφια ποσοστιαία μείωση της προσφοράς ενοικιαζόμενων διαμερισμάτων σε πολλές μεγάλες πόλεις (κάτι που υποδηλώνει ότι η τάση αύξησης των μισθωμάτων θα συνεχιστεί). Η νομοθεσία ρυθμίζει τη διαμόρφωση των ενοικίων ως προς το ανώτατο όριο αύξησης τους που υπολογίζεται σε 20% εντός τριών ετών. Στις περιοχές όπου η προσφορά κατοικιών δεν επαρκεί για να καλύψει την υψηλή ζήτηση, το ανώτατο όριο αύξησης του μισθώματος μειώνεται και πάλι σε ποσοστό 15%. Δεν υπάρχει, όμως, ειδική εποπτική αρχή που να ελέγχει συστηματικά τη συμμόρφωση σε αυτούς τους κανονισμούς. Ας σημειωθεί, πως ο Σύνδεσμος Ενοικιαστών του Βερολίνου διαπίστωσε ότι, στο 98% των περιπτώσεων που εξετάστηκαν, τα μισθώματα υπερέβαιναν τις νόμιμες προβλέψεις…
Ο ρόλος του νόμου για την ενεργειακή απόδοση κτιρίων
Τέλος, η εφαρμογή του νέου νόμου για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων στη Γερμανία επέφερε αλλαγές στη θέρμανση. Η χρήση συστημάτων ανανεώσιμης ενέργειας τουλάχιστον στο 65% καθίσταται υποχρεωτική: αυτή η νομοθετική πρωτοβουλία συμβάλλει στην προώθηση της βιωσιμότητας, μα συνδέεται και με μια σημαντική οικονομική επιβάρυνση, καθώς τα συγκεκριμένα συστήματα παρουσιάζουν υψηλότερο κόστος από τις συμβατικές λύσεις θέρμανσης. Οι ιδιοκτήτες διαθέτουν μέτρα οικονομικής στήριξης, όπως επιδοτήσεις ανακαίνισης, με τα οποία μπορούν να μετακυλήσουν μέρος των δαπανών ανακαίνισης στους μισθωτές μέσω αύξησης του ενοικίου. Οι μισθωτές, από την άλλη, επωφελούνται οικονομικά μακροπρόθεσμα, καθώς το λειτουργικό κόστος μειώνεται με τη χρήση αποδοτικότερων συστημάτων που βασίζονται σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας.