Άβαξ: Στα 2,3 δισ. ευρώ το ανεκτέλεστο

Τα 2,3 δισεκατομμύρια ευρώ προσεγγίζει το συνολικό ανεκτέλεστο υπόλοιπο της Άβαξ λαμβάνοντας υπόψη τις νέες συμβάσεις που έχουν υπογραφεί εντός του δ’ τριμήνου 2022 και τα προς υπογραφή έργα, σύμφωνα με σχετική ενημέρωση του ομίλου για την πορεία των οικονομικών της μεγεθών. Ειδικότερα, στη διάρκεια του δ’ τριμήνου του έτους, ο όμιλος Άβαξ έχει υπογράψει συμβάσεις συνολικής αξίας €150 εκατ., ενώ την τρέχουσα περίοδο υπάρχουν και συμβάσεις αξίας €445 εκατ. προς υπογραφή στο αμέσως επόμενο διάστημα.

Ως προς τον τζίρο, λαμβάνοντας υπόψη μόνο τις συνεχιζόμενες δραστηριότητες, ο κύκλος εργασιών του ομίλου στο εννεάμηνο του 2022 ανήλθε σε €295,1 εκατομμύρια, καταγράφοντας μείωση 27,2% σε σχέση με €405,5 εκατ. στην αντίστοιχη περίοδο του 2021, ενώ στο γ’ τρίμηνο του 2022 ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ανήλθε σε €100,8 εκατ., σημειώνοντας μείωση 29,9% έναντι €143,8 εκατ. στο συγκρίσιμο τρίμηνο του 2021.

Η μείωση αυτή οφείλεται στη σημαντική καθυστέρηση έναρξης των νέων έργων, ενώ ταυτόχρονα ολοκληρώθηκαν ορισμένα μεγάλα έργα κυρίως στο εξωτερικό. Οι σημαντικές καθυστερήσεις οφείλονται και στις μεγάλες αυξήσεις τιμών στα κατασκευαστικά υλικά, τα μεταφορικά έξοδα και τα καύσιμα, καθώς πολλοί φορείς υλοποίησης έργων αναγκάστηκαν να αναθεωρήσουν τους προϋπολογισμούς των προγραμματισμένων έργων και να αναβάλλουν τις διαδικασίες ανάθεσής τους για αρκετούς μήνες, οδηγώντας σε μειωμένη δραστηριότητα στο εννεάμηνο του 2022.

Ανάκαμψη της μικτής κερδοφορίας στο γ’ τρίμηνο 2022
Τα υψηλότερα τιμολόγια προμήθειας και μεταφοράς δομικών υλικών, και οι αυξημένες δαπάνες ενέργειας συμπίεσαν την μικτή κερδοφορία του ομίλου από συνεχιζόμενες δραστηριότητες, ανερχόμενη σε €9 εκατομμύρια στο εννεάμηνο του 2022 έναντι €35,8 εκατομμυρίων στην συγκρίσιμη περίοδο του 2021. Στο γ’ τρίμηνο όμως άρχισε να καταγράφεται σημαντική ανάκαμψη του μεικτού αποτελέσματος από συνεχιζόμενες δραστηριότητες, με αποτέλεσμα να ανέλθει σε κέρδος €12,2 εκατομμυρίων έναντι ζημιάς €3,3 εκατομμυρίων στο εξάμηνο του 2022, και έναντι κέρδους €9,4 εκατομμυρίων στο συγκρίσιμο τρίμηνο του 2021.

Το αποτέλεσμα προ φόρων του Ομίλου στο εννεάμηνο του 2022 από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ήταν ζημιογόνο κατά €4,2 εκατομμύρια έναντι κέρδους €15,2 εκατομμυρίων στην αντίστοιχη περίοδο του προηγούμενου έτους, ενώ στο γ’ τρίμηνο του 2022 καταγράφηκε κέρδος προ φόρων από συνεχιζόμενες δραστηριότητες ύψους €14,3 εκατομμυρίων, έναντι ζημιάς €18,5 εκατομμυρίων στο εξάμηνο του 2022 και κέρδους €3,4 εκατ. στο συγκρίσιμο τρίμηνο του 2021.

Επιλεγμένες αποεπενδύσεις
Προκειμένου να ενισχύσει την ταμειακή του ρευστότητα σε μεσοπρόθεσμο ορίζοντα και να αντιμετωπίσει τις ανάγκες χρηματοδότησης νέων επενδύσεων, ο όμιλος προχώρησε σε επιλεγμένες κινήσεις αποεπένδυσης. Η πλέον πρόσφατη αποεπένδυση είναι η πώληση της συμμετοχής του ομίλου στην παραχώρηση της Γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου, για την οποία εισπράχθηκε τίμημα περίπου €60 εκατ., ενώ τον Ιούνιο είχε προηγηθεί η πώληση χαρτοφυλακίου έργων ΑΠΕ της Volterra με αντίστοιχο τίμημα, και το 2020 η πώληση των κτηρίων των κεντρικών γραφείων του ομίλου στο Μαρούσι έναντι €34 εκατ. Από τις τρείς αυτές απόεπενδύσεις καταγράφεται συνολικό κεφαλαιακό κέρδος άνω των €90 εκατ..


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter Build

Building Materials Forum: Το στοίχημα της μείωσης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος των δομικών υλικών

Την καινοτομία, την αειφορία και την επιτελεστικότητα στα δομικά παρουσίασε ως λύσεις αντιμετώπισης της ενεργειακής και της οικονομικής κρίσης η Αντωνία Μοροπούλου, Ομότιμη Καθηγήτρια της Σχολής Χημικών Μηχανικών στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, στο πλαίσιο της συμμετοχής της στο Building Materials Forum που συνδιοργάνωσαν η BOUSSIAS και το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδος.
Παρουσιάζοντας την τρέχουσα κατάσταση στην αγορά δομικών υλικών της Ελλάδας, επεσήμανε ότι, με βάση τα στοιχεία του 2020, υπήρχαν 15 εταιρείες δομικών υλικών με κύκλο εργασιών άνω των 100 εκατομμυρίων ευρώ, οι 12 εκ των οποίων ήταν κερδοφόρες, ενώ αναφέρθηκε συγκεκριμένα σε ορισμένες από αυτές (Τιτάν, Elval, Isomat, Ηρακλής, Alumil, Σιδενόρ, Knauf, Mytilineos, Σωληνουργεία Κορίνθου) που είναι ανταγωνιστικές διεθνώς, έχοντας παραγωγή στην Ελλάδα και εξαγωγές σε πολλές χώρες ανά τον κόσμο.

Μίλησε ακόμα για το βαθύ πλήγμα που υπέστη σε απόλυτους αριθμούς απασχόλησης ο κλάδος της κατασκευής από την οικονομική κρίση, από το 2010 και μετά, ένα πλήγμα που ήταν ισχυρότερο σε σχέση με άλλους κλάδους, ενώ στάθηκε και στην κατάσταση του δομημένου περιβάλλοντος στη χώρα μας. Όπως εξήγησε, το σύγχρονο δομημένο περιβάλλον είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα οικοδομικής δραστηριότητας που ξεκίνησε την περίοδο του μεσοπολέμου, ενώ η δόμηση εντατικοποιήθηκε μετά το πέρας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν επήλθε η αστική, βιομηχανική και τεχνολογική μεταμόρφωση της ελληνικής κοινωνίας.

Ωστόσο, περίπου 70 χρόνια μετά, μεγάλο ποσοστό του δομημένου περιβάλλοντος, ιδιαίτερα από οπλισμένο σκυρόδεμα, έχει πλέον υπερβεί τον χρόνο ζωής του. Η κρίση του τέλους του χρόνου ζωής του δομημένου περιβάλλοντος, συμπεριλαμβανομένων ιστορικών και σύγχρονων κατασκευών και υποδομών, έχει σημαντικές κοινωνικο-οικονομικές επιπτώσεις στην Ελλάδα και την Ευρώπη: εκτιμάται ότι περίπου το 40% των κατασκευαστικών έργων στην Ευρώπη αφορούν σε επισκευές κτιρίων, ενώ στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό είναι υψηλότερο.

Οι προκλήσεις του αυξημένου κόστους
Η κ. Μοροπούλου αναφέρθηκε αναλυτικά στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν η παραγωγή, η εφαρμογή και η διάθεση δομικών υλικών, με κυριότερο την αύξηση των τιμών στα τιμολόγια ενέργειας, που ανεβάζουν έως και κατά 40% τις τιμές των πρώτων υλών και των ενδιάμεσων προϊόντων, αυξάνουν τα κόστη παραγωγής και μεταφοράς, και εν τέλει οδηγούν σε μείωση των εξαγωγών και επιδρούν αρνητικά στον κλάδο της κατασκευής.
Ήδη, το κόστος κατασκευής έχει αυξηθεί σημαντικότατα σε σχέση με τις πρόσφατα περιορισμένα αναθεωρημένες τιμές μονάδων στα δημόσια έργα, με αποτέλεσμα να προκαλείται κίνδυνος για την ολοκλήρωση των έργων, τη βιωσιμότητα των εργοληπτικών επιχειρήσεων, τη σταθερότητα του κλάδου γενικότερα, την απώλεια κονδυλίων και τη διακοπή υλοποίησης των έργων.

Το στοίχημα της μείωσης του περιβαλλοντικού αποτυπώματος
Όμως την ίδια στιγμή, πρόκληση αποτελεί η μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και της ενεργειακής κατανάλωσης στην παραγωγή και εφαρμογή δομικών υλικών. Για να υπάρξουν βελτιώσεις σε αυτόν τον τομέα, η κ. Μοροπούλου αναφέρθηκε στους εξής παράγοντες:

  • – Οικολογική και περιβαλλοντικά φιλική παραγωγή και χρήση του σκυροδέματος: Παραγωγή σκυροδέματος με λιγότερη κατανάλωση ενέργειας (μείωση της χρήσης ορυκτών καυσίμων, αντικατάσταση του τσιμέντου με ιπτάμενη τέφρα, πυριτική παιπάλη, ποζολάνη, αύξηση της ανθεκτικότητας του σκυροδέματος), παραγωγή τσιμέντου με λιγότερη ρύπανση, παραγωγή σκυροδέματος από υλικά κατεδαφίσεων ή παραγωγών βιομηχανιών ως αδρανών.
  • – Αύξηση του χρόνου ζωής των κατασκευών με στόχο τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος, με χρήση νανοϋλικών στη μάζα του σκυροδέματος, με προστασία του σιδηροπλισμού των κατασκευών από σκυρόδεμα και με προστατευτικά μάζας σκυροδέματος και σιδηροπλισμού.
  • – Σύμμεικτη χρήση παραδοσιακών και σύγχρονων δομικών υλικών, βιοκλιματική αρχιτεκτονική, εξοικονόμηση ενέργειας στα κελύφη.

 

Τι αλλάζει στο μέγαρο του ΟΤΕ και πότε ολοκληρώνεται η ανακατασκευή του

Έως το τέλος του 2023 θα είναι έτοιμο το πλήρως ανακαινισμένο μέγαρο του ομίλου ΟΤΕ στο Μαρούσι, το οποίο αυτή τη στιγμή βρίσκεται σε διαδικασία ανακατασκευής. Όπως αναφέρουν στο Build πηγές με γνώση του θέματος, επί του παρόντος έχει ολοκληρωθεί η ανακατασκευή των 15.000 από τα συνολικά 50.000 τετραγωνικά μέτρα γραφειακών χώρων που στεγάζονται στο κτίριο – τοπόσημο της λεωφόρου Κηφισίας.

Στο πλαίσιο του έργου, το οποίο έχει αναλάβει να εκτελέσει η ΟΤΕ Ακίνητα ως εργολάβος, αναθεωρείται ριζικά το πλάνο που σχετίζεται με την ενεργειακή θωράκιση και αυτονομία αλλά και την λειτουργικότητα του ακινήτου. Το μέγαρο θα διαθέτει τον μεγαλύτερο ιδιωτικό σταθμό φόρτισης αυτοκινήτων, ο οποίος σε πλήρη ανάπτυξη θα φτάσει τους 250 φορτιστές. Την ίδια στιγμή εξετάζεται το ενδεχόμενο χρήσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας, με πιθανότερη λύση την τοποθέτηση φωτοβολταϊκών.

Το σύνολο της επένδυσης υπολογίζεται σε πάνω από 40 εκατομμύρια ευρώ, ενώ ο χρόνος αποπεράτωσης του έργου είναι περί τα δύο έτη. Την εσωτερική μελέτη ανέλαβε η Α Team της Κατερίνας Καρανίκου. Σε ό,τι αφορά το εξωτερικό του κτιρίου πραγματοποιείται αλλαγή όλου του κελύφους και ακολουθεί η ανακατασκευή του κτιρίου με την τοποθέτηση νέων ενεργειακών κουφωμάτων. H πιο απαιτητική παράμετρος που σχετίζεται με την εκτέλεση των εργασιών είναι ότι το κτίριο ανακατασκευάζεται ενώ χρησιμοποιείται. Μία ακόμα ευαίσθητη παράμετρος είναι ότι διαθέτει υποδομές που υποστηρίζουν τη λειτουργία των τηλεπικοινωνιών ακόμα και σε επίπεδο χώρας και επομένως δεν πρέπει σε καμία περίπτωση να διαταραχθούν. Μετά την ολοκλήρωσή του θα λάβει πιστοποίηση LEED καθώς και WELL Building Standard.

Αλλάζει το μοντέλο εργασίας στο εσωτερικό του κτιρίου
H πιο δραστική μεταβολή που θα επέλθει μετά την υλοποίηση του έργου θα είναι η πλήρης μετατροπή πλήρη του τρόπου εργασίας, καθότι οι εργαζόμενοι θα κινούνται πλέον σε περιβάλλον εργασίας opencpace και smartworking, δεδομένου ότι το 20% των ανθρώπων απασχολείται από το σπίτι και επομένως υφίστανται αρκετές ευέλικτες θέσεις απασχόλησης στον Οργανισμό.
Το μέγαρο θα διαθέτει έξυπνα συστήματα μέτρησης όλων των παραγόντων εργασίας όπως θερμοκρασία, υγρασία, αιωρούμενα στερεά, μετρήσεις φωτεινότητας και το σύνολο αυτών των στοιχείων θα ελέγχονται τακτικά με βάση τους όρους της πιστοποίησης Well και για τομείς όπως η ακουστική, οι πτητικές ενώσεις, τα επίπεδα φορμαλδεΰδης καθώς και πολλοί ακόμα παράγοντες που επηρεάζουν την ευεξία των ανθρώπων. Επί της ουσίας ο χώρος είναι διαρκώς πιστοποιούμενος, ενώ σε περίπτωση που οι συνθήκες βιωσιμότητας που τίθενται από το Well Institute της Αμερικής εκπληρώνονται πλημμελώς, τότε η πιστοποίηση απαλείφεται.

Με την ολοκλήρωση του έργου θα φιλοξενούνται συνολικά 4.000 άτομα, καθώς στη διάρκεια του 2023 προβλέπεται η σταδιακή μεταφορά σε αυτό και του προσωπικού που αυτή τη στιγμή απασχολείται στο κτίριο Καρελά στην Παιανία. Στη φιλοσοφία του ομίλου είναι να δημιουργεί πράσινα κτίρια, δεδομένου ότι διατηρεί ένα ευρύ χαρτοφυλάκιο με περίπου 2.000 ακίνητα. Παράδειγμα παρεμβάσεων από πλευράς του ομίλου ΟΤΕ με την επίβλεψη και ανάπτυξη του έργου από την ΟΤΕ Ακίνητα, αποτελεί και το ιδιόκτητο κτίριο στην Αγία Παρασκευή με συνολικό εμβαδόν 6.000 τ.μ. που ανακατασκευάστηκε πέρυσι, με τη μελέτη να εκπονείται από το γραφείο Σαμαρά. Διαθέτει περιβαλλοντική πιστοποίηση Breeam, καθώς και φυτεμένο δώμα 700 τ.μ.

«Τρέχει» η ανακαίνιση του YMA-ΝΥΜΑ
Σε εξέλιξη βρίσκεται επίσης από την ΟΤΕ Ακίνητα και η ανακατασκευή του άλλοτε Υπεραστικού Μεγάρου Αθηνών (ΥΜΑ-ΝΥΜΑ) επί της Πατησίων, του πρώτου ψηλού κτιρίου στην Αθήνα που κατασκευάστηκε το 1966. Τη μελέτη ανέλαβε σε αυτή την περίπτωση το γραφείο Κοκκίνου – Κούρκουλας Αρχιτέκτονες και Συνεργάτες. Ήδη έχουν ολοκληρωθεί οι στατικές ενισχύσεις, διαδικασία ιδιαίτερα δύσκολη καθότι στο κτίριο υφίστανται data centers και δεν έπρεπε να διαταραχθεί η λειτουργία τους. Υπολογίζεται ότι το 2024 θα έχει ολοκληρωθεί και το συγκεκριμένο έργο, όπου θα φιλοξενηθούν call centers για τις ανάγκες του ομίλου ΟΤΕ, εκτός από τα data centers που ήδη βρίσκονται στο κτίριο.


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter Build

Πότε θα ανακάμψουν οι τιμές στις χειμερινές εξοχικές κατοικίες στην Ελλάδα

Σημαντικά μειωμένη εμφανίζεται η πορεία των αξιών στις χειμερινές εξοχικές κατοικίες, έχοντας επηρεαστεί από την κρίση που μεσολάβησε, από την πανδημία αλλά και τις ευρύτερες συνθήκες των τελευταίων ετών. Μάλιστα, παρά το γεγονός ότι μεγάλος αριθμός χειμερινών εξοχικών παραμένει αδιάθετος, παρόλ’ αυτά η ζτήση παραμένει υποτονική. Η geoaxis σε έρευνά της εκτιμά ότι η ανάκαμψη θα έρθει μέσα στα επόμενα 2 έως 3 χρόνια. Παράγοντας που επηρεάζουν την ταχύτερη ανάκαμψη είναι επίσης η θετική καλοκαιρινή περίοδος σε συνδυασμό με την υψηλή πληρότητα που παρουσιάστηκε σε γιορτές και αργίες κατά τη διάρκεια του 2022.

Ταυτόχρονα όμως και η νόσος Covid-19 συνεχίζει να επιβαρύνει τη συγκεκριμένη αγορά. Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της geoaxis, σε σύγκριση με τα υψηλά επίπεδα αξιών του 2008, οι αξίες φέτος καταγράφονται μειωμένες κατά -56%. Η αγορά χειμερινής εξοχικής κατοικίας αποτελεί επιμέρους παράγωγο και όχι διαμορφωτή της συνολικής εικόνας της αγοράς ακινήτων, όπως συμβαίνει στην περίπτωση της καλοκαιρινής εξοχικής κατοικίας. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι μετά την καταγραφή πραγματικής και βιώσιμης ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας και αφού παγιοποιηθεί η αύξηση στις αξίες άλλων τύπων ακινήτων όπως τα γραφεία και τα καταστήματα, η συγκεκριμένη κατηγορία θα σημειώσει σημαντική επανάκαμψη αξιών μέσα στα επόμενα δύο με τρία χρόνια.

Σύγκριση 2021 με το 2022
Εξαίρεση στον γενικότερο κανόνα μείωσης τιμών της συγκεκριμένης κατηγορίας ακινήτων αποτελεί η αύξηση των ζητούμενων τιμών πώλησης στην Αράχωβα, στα επίπεδα του 5%. Αντιθέτως στον Άγιο Αθανάσιο Πέλλας και στα Τρίκαλα Κορινθίας καταγράφεται μέση μείωση κατά 6%, ενώ σταθερό παραμένει το Καρπενήσι. Ειδικότερα στην Αράχωβα από 1.488 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο το 2021 η ζητούμενη τιμή κυμαίνεται το 2022 στα 1.558 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο (5,0%), στον Άγιο Αθανάσιο Πέλλας από 1.103 ευρώ ανά τ.μ. το 2021 στα 1.050 ευρώ ανά τ.μ. (-5,0%) αυτή τη στιγμή, στο Καρπενήσι από 990 ευρώ ανά τ.μ. το 2021 έφτασε σήμερα 992 ευρώ ανά τ.μ. (0%) και στα Τρίκαλα Κορινθίας από 1.182 ευρώ ανά τ.μ. το 2021 στα 1.095 ευρώ ανά τ.μ. (-7,0%).

Στο -68% η διαφορά ζητούμενης τιμής πώλησης στον Άγιο Αθανάσιο σε σχέση με το 2008
Συγκρίνοντας τώρα το 2022 με το 2008 αυτό που εμφανίζεται είναι η ισχυρή οριζόντια μείωση των ζητούμενων τιμών πώλησης στις χειμερινές εξοχικές κατοικίες και για τις τέσσερις προαναφερόμενες περιοχές. Τη μεγαλύτερη μείωση παρουσιάζει ο Άγιος Αθανάσιος όπου από 3.301 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο το 2008 η αξία κυμαίνεται σήμερα στα 1.050 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο (-68%) και ακολουθούν, το Καρπενήσι από 2.308 ευρώ ανά τ.μ. το 2008 σήμερα στα 992 ευρώ ανά τ.μ. (-57%), τα Τρίκαλα Κορινθίας από 2.250 ευρώ ανά τ.μ. το 2008 σήμερα στα 1.095 ευρώ ανά τ.μ. (-51%) και η Αράχωβα από 3.000 ευρώ ανά τ.μ. το 2008 σήμερα στα 1.558 ευρώ ανά τ.μ. (-48%).


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter Build