Ο πρόσφατος Κανονισμός Πυροπροστασίας, σχεδόν 30 χρόνια μετά τον πρώτο, έθεσε νέες, πιο σύγχρονες βάσεις για την πυρασφάλεια των κατασκευών. Όμως, συνεχίζουν να υπάρχουν κενά τα οποία πρέπει να ληφθούν υπόψη, αλλά και δράσεις οι οποίες πρέπει να πραγματοποιηθούν, ώστε να βελτιωθεί ο κανονισμός και να είναι πλέον ενημερωμένος.
Έχουν περάσει τρία χρόνια από την έκδοση του Κανονισμού Πυροπροστασίας κτιρίων Π.Δ. 41/2018. Από τότε έχουν αλλάξει πολλά πράγματα: έχουν εκδοθεί πυροσβεστικές διατάξεις, έχει εκδοθεί ερμηνευτική εγκύκλιος από το υπουργείο, έχουμε νέες απαιτήσεις που προέκυψαν από εκτεταμένες πυρκαγιές και είναι σαφέστατα καιρός να γίνει επικαιροποίηση του κανονισμού. Αυτή η ανάγκη δεν προκύπτει μόνο από αλλαγές που έχουν επέλθει.
Οι ελλείψεις και τα σημεία που χρήζουν βελτίωσης
Δυστυχώς υπάρχουν και πολλά πράγματα που δεν έχουν αλλάξει καθόλου και τα οποία πρέπει να αλλάξουν. Για παράδειγμα, ενώ προτείνουμε σήμερα -και καλά κάνουμε-, επικαιροποίηση του κανονισμού πυροπροστασίας του 2018, τα ξενοδοχεία μας, η βαριά εξαγωγική βιομηχανία της Ελλάδας, υπάγονται στον προηγούμενο Κανονισμό Π.Δ. 71/1988. Έχουμε λοιπόν τα πιο σημαντικά κτίρια για τον ελληνικό τουρισμό, που παρέχουν τις υπηρεσίες τις οποίες εξάγουμε, δεν υπάγονται στον νεότερο νόμο αλλά να υπάγονται σε ένα νόμο παλαιό και απαρχαιωμένο, 33 ετών.
Επιπλέον, ανεξάρτητα με το αν ο νόμος, μαζί με τις διευκρινίσεις που έχουν γίνει σε αυτόν, είναι επίκαιρος ή όχι, υπάρχει ένα σημαντικό έλλειμμα στον μηχανισμό ελέγχου. Όπως πολύ πικρά διαπιστώσαμε και κατά τη διάρκεια της πανδημίας, οι κανονισμοί και οι νόμοι, δεν επαρκούν από μόνοι τους αν δεν υπάρχει ένας ικανός μηχανισμός ελέγχου για να τους επιβάλει. Στην περίπτωση του κανονισμού πυροπροστασίας, ο μηχανισμός αυτός απλώς λείπει.
Είναι σημαντικό, και πρέπει να το τονίσουμε, ότι με μια Πυροσβεστική Διάταξη, την υπ’ αρ. 19/2020 Πυροσβεστική Διάταξη με θέμα «Διαδικασία επιβολής διοικητικών προστίμων για παραβάσεις επί κανονιστικών διατάξεων νομοθεσίας πυροπροστασίας», μέρος του Κανονισμού Πυροπροστασίας, το τμήμα που αποκαλούμε ενεργητική πυροπροστασία, απέκτησε την απαρχή ενός μηχανισμού ελέγχου. Δηλαδή κατηγοριοποιήθηκαν οι παραβάσεις και δόθηκαν ύψη για τα πρόστιμα. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό, διότι μειώνεται σημαντικά το φαινόμενο της αυθαιρεσίας των κατά τόπους αρχών και μπαίνει ένας κεντρικός κανονισμός για το πώς θα αντιμετωπίζονται όσοι δεν υπακούν στο νόμο. Από την άλλη μεριά, το τμήμα που αφορά την παθητική πυροπροστασία δεν υπόκειται σε κανέναν έλεγχο απολύτως. Δεν είναι παράλογο, λοιπόν, να πιστεύουμε ότι όσοι μηχανικοί και ιδιοκτήτες υπακούν το νόμο το κάνουν από πατριωτισμό, ή από έναν αόριστο φόβο ότι αν κάποτε δημιουργηθεί φωτιά, τότε και μόνο τότε, θα το ψάξει κάποιος και τότε πιθανόν να βρεθούν ένοχοι με σοβαρότατα προβλήματα με τη δικαιοσύνη. Είναι αυτό όμως επιθυμητό; Δεν είναι σωστότερο να έχουμε έναν υγιή μηχανισμό ελέγχου με βάση δειγματοληψίες και σε μεγαλύτερα κτίρια βάσει συστηματικών καθολικών ελέγχων;
Θυμίζω ότι στη Γερμανία το αεροδρόμιο του Βερολίνου (Berlin Brandenburg) είχε προβλήματα τέτοιου είδους: Πρώτα κατασκευάστηκε και μετά, όταν επρόκειτο να παραδοθεί για χρήση από το κοινό, το 2011, διαπιστώθηκε (έστω και εκ των υστέρων) ότι υπήρχαν σημαντικά προβλήματα στην πυροπροστασία τα οποία όταν ελέγχθηκαν ενδελεχώς διαπιστώθηκε ότι έπρεπε να γίνει σημαντικότατη ανακατασκευή σε μεγάλο κομμάτι. Αυτό κόστισε στο γερμανικό λαό εννέα χρόνια (το αεροδρόμιο εγκαινιάστηκε τον Οκτώβριο του 2020) και δισεκατομμύρια για τον προϋπολογισμό του αεροδρομίου. Το κόστος το 2013 είχε φτάσει 4,3 δισ. ευρώ, ενώ το κόστος πέρασε τα 7,3 δισ. ευρώ το 2018. Γυρνώντας στο δικό μας περιβάλλον, τι θεωρείτε πιο πιθανό να γινόταν; Σε κάθε περίπτωση τέτοια φαινόμενα δεν είναι αποδεκτά και χρειαζόμαστε ένα σοβαρό και σταθερό πλαίσιο λειτουργίας το οποίο θα βελτιώνει την ποιότητα των κτιρίων μας και θα τα κάνει πιο ασφαλή για τον άνθρωπο. Με έγκαιρο έλεγχο.
Ένα άλλο σημαντικό ζήτημα που έχουμε κάθε καλοκαίρι, είναι οι δασικές πυρκαγιές οι οποίες απειλούν τα σπίτια που βρίσκονται στην ζώνη μίξης δασών-οικισμών. Ο Κανονισμός Πυροπροστασίας δεν αναφέρει τίποτα για αυτά –δεν αναγνωρίζει ζώνες μίξης δασών – οικισμών. Πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η Πυροσβεστική Υπηρεσία έχει εκδώσει οδηγία με προαιρετικό χαρακτήρα η οποία όμως δεν είναι αρκετή (Εγκύκλιος Πυροσβεστικού Σώματος Α.Π. 35380 Φ.700.5/ 11-6-2019, «Προτεινόμενα μέτρα και μέσα πυροπροστασίας υφιστάμενων κατοικιών εντός ή πλησίον δασών και δασικών εκτάσεων»). Το Κράτος πρέπει να λάβει πρόνοια μέσα από τον Κανονισμό Πυροπροστασίας για να προστατεύσει και τους ανθρώπους και τις κατασκευές από τη φωτιά στη ζώνη μίξης δασών-οικισμών. Είναι κατανοητό ότι φυσικά φαινόμενα όπως οι πυρκαγιές δεν μπορούν να αντιμετωπιστούν εύκολα Αυτό όμως που μπορούμε σαφέστατα να κάνουμε είναι να αυξήσουμε την ανθεκτικότητα των κτιρίων στις ζώνες δασών – οικισμών ακριβώς με τον ίδιο τρόπο που αυξήσαμε, και με μεγάλη αποτελεσματικότητα μάλιστα, την ανθεκτικότητα των κτιρίων στις ζώνες υψηλής σεισμικής δραστηριότητας. Το κράτος λοιπόν έχει εμπειρία. Ακριβώς αυτό το οποίο συζητάμε για τη φωτιά το έχει κάνει και για τους σεισμούς. Αυτή η διαφοροποίηση είναι κάτι το οποίο πρέπει να ενσωματωθεί στον ενημερωμένο Κανονισμό Πυροπροστασίας.
Επιπλέον, έχουμε σημαντικότατο έλλειμμα στην ακαυστότητα των προσόψεων υψηλών κτιρίων. Το πρώτο παράδειγμα που το κράτος θα βρει μπροστά του είναι ο πύργος ο οποίος θα φτιαχτεί στην επένδυση του Ελληνικού. Είναι σαφές και στο κράτος ότι το Π.Δ. 41 δεν επαρκεί. Είναι προφανές ότι πρέπει να γίνει εφαρμογή αυστηρά πιστοποιημένων δομικών υλικών και συστημάτων, χρειάζεται να είμαστε σίγουροι ότι αυτά αναφέρονται στην οικοδομική άδεια ή στα σχετικά έγγραφα που κατατίθενται και επιπλέον πρέπει να δημιουργηθεί νέο πρότυπο δοκιμής μεγάλης κλίμακας προσόψεων. Και όλα αυτά πρέπει να ελέγχονται στη φάση της εφαρμογής.
Είναι αναγκαίο λοιπόν να προχωρήσουμε σε αποδοχή ότι μπορούν να χρησιμοποιηθούν μελέτες με βάση την απόδοση (performance-based) για περιπτώσεις που δεν μπορούν να καλυφθούν από την μέθοδο των προδιαγραφών (prescription-based) που περιγράφονται στον Κανονισμό Πυροπροστασίας και καλύπτουν τις συνηθισμένες περιπτώσεις. Για να μπορέσει όμως να κρίνει κανείς τα αποτελέσματα μελέτης με βάση την απόδοση, θα πρέπει να υπάρχουν και άνθρωποι οι οποίοι μπορούν να κατανοήσουν τέτοιες μελέτες. Είναι απαραίτητο λοιπόν να θεσμοθετηθεί περίγραμμα του επαγγέλματος του πυρομηχανικού. Στο κομμάτι αυτό και της εκπαίδευσης αλλά και του επαγγέλματος έχουμε κατά βάση απουσία του Κράτους και εκεί θα πρέπει να δοθεί βάρος. Το ΕΛΙΠΥΚΑ, το Ελληνικό Ινστιτούτο Πυροπροστασίας Κατασκευών, γνωρίζοντας το έλλειμμα στα θέματα εκπαίδευσης για την πυροπροστασία προετοιμάζει ήδη πρόγραμμα εκπαίδευσης για ειδικούς πυροπροστασίας ώστε να βάλει τη βάση για τη βελτίωση του ανθρώπινου δυναμικού της χώρας στο ζήτημα της πυροπροστασίας. Υπάρχει και σειρά άλλων μέτρων τα οποία πρέπει να ληφθούν όπως είχε παρουσιαστεί στο 1ο συνέδριο του ΕΛΙΠΥΚΑ: Μπορεί να γίνει ανάλυση των γεωχωρικών δεδομένων με ψηφιακούς χάρτες ώστε από εκεί το κράτος να προετοιμαστεί για πιθανές καταστροφές για τη φωτιά (κάτι που ήδη έχει αρχίσει να γίνεται από την Πολιτική Προστασία), αλλά και να σχεδιάσει και να καθορίσει που θα ισχύουν οι κανονισμοί για τη δόμηση στις ζώνες δασών-οικισμών.
Δεν πρέπει όμως να αναφερόμαστε μόνο στα νέα κτίρια. Τα νέα κτίρια είναι ένα ιδιαίτερα μικρό ποσοστό στο δομημένο περιβάλλον. Ο σημαντικά μεγαλύτερος αριθμός κτιρίων είναι αυτός των παλαιότερων και σύμφωνα με τους κανονισμούς τα παλαιότερα κτίρια μπορεί και να μην υπάγονται σε κανέναν κανονισμό. Είναι όμως δυνατόν προγράμματα όπως το Νέο Εξοικονομώ να εγκρίνουν ανακαίνιση ολόκληρης της πρόσοψης χωρίς καμία αναφορά στον Κανονισμό Πυροπροστασίας; Υπογραμμίζουμε ότι ο όρος Κανονισμός παραπέμπει σε υποχρεωτικότητα εφαρμογής. Είναι δυνατόν παλαιότερες κατασκευές να αποκτούν καινούργια πρόσοψη η οποία σύμφωνα με τον υπάρχοντα κανονισμό να μην έχει καμία προδιαγραφή πυροπροστασίας; Θεωρούμε ότι κάτι τέτοιο είναι απαράδεκτο και ότι το Κράτος πρέπει να φροντίσει ώστε να μην έχουμε τέτοιες «βελτιώσεις» που μπορούν να εγκυμονούν σημαντικούς κινδύνους. Δεν είναι δυνατόν να γίνεται χρηματοδότηση με κρατικά χρήματα για κατασκευές που δεν είναι ασφαλείς από την άποψη της φωτιάς. Να σας θυμίσω την περίπτωση του Grenfell στο Λονδίνο. Μπορεί να μην το έχουμε όλοι υπόψη μας, αλλά το αρχικό κτίριο το οποίο είχε κατασκευαστεί, δεν είχε τα προβλήματα που απέκτησε το κτίριο που κάηκε. Διότι πριν καεί όλη η πρόσοψη του κτιρίου είχε θωρακιστεί θερμικά για να βελτιωθεί από άποψη ενεργειακής απόδοσης. Δυστυχώς, όμως, αυτή η ενεργειακή βελτίωση, δεν συνοδεύτηκε με βελτίωση από της σκοπιά της πυροπροστασίας, αντίθετα η κατασκευή η οποία προκρίθηκε, με βάση κάποιες δοκιμές και την ανοχή των αρχών, ήταν εύφλεκτη με αποτέλεσμα να φτάσουμε στο αποτέλεσμα που είδαμε και στην απώλεια τόσων ανθρώπινων ζωών. Επιπλέον, και κάτι που δεν είναι ευρύτερα γνωστό, είναι ότι αρκετές ανακαινίσεις του ιδίου τύπου εντοπίστηκαν στο Ηνωμένο Βασίλειο και τα κτίρια αυτά εκκενώθηκαν άρον-άρον για να μην έχουμε πιθανή επανάληψη του Grenfell.
Τι πρέπει να γίνει
Χρειάζεται λοιπόν να προχωρήσουμε σε ένα νέο μοντέρνο περιβάλλον, με νέο και ενημερωμένο κανονισμό πυροπροστασίας. Ο κανονισμός αυτός πρέπει να περιλαμβάνει και τα ξενοδοχεία, πρέπει να φροντίσουμε να έχουμε πιστοποιημένα δομικά υλικά, τα υλικά αυτά να αναφέρονται στην άδεια κατασκευής, να έχουμε δοκιμές μεγάλης κλίμακας ώστε να έχουμε ελεγμένες κατασκευές ιδιαίτερα σε ψηλά κτίρια, πρέπει να έχουμε ειδικό τμήμα του κανονισμού προσαρμοσμένο στις ανάγκες των κτιρίων στα όρια μίξης δασών-οικισμών, πρέπει να υπάρχει μηχανισμός ελέγχου, ένα οργανωμένο περιβάλλον, πρέπει η ανθεκτικότητα του κτιρίου στη φωτιά να αναφέρεται ως μέρος της ηλεκτρονικής ταυτότητάς του, πρέπει τα προγράμματα επιδότησης όπως το Νέο Εξοικονομώ να φροντίζουν ώστε οι κατασκευές να μην έχουν μόνο χαμηλότερη ενεργειακή κατανάλωση αλλά να έχουν και καλύτερη ανθεκτικότητα στη φωτιά.
Το κράτος έχει τεράστιο ρόλο να παίξει σε όλα αυτά αλλά επειδή δεν μπορούμε να τα περιμένουμε όλα από το κράτος, το ΕΛΙΠΥΚΑ προχωρά σε κάθε ένα από τα βήματα που αναφέραμε και με δικές του δυνάμεις. Έχει φροντίσει και έχει εκδώσει έγγραφο που περιλαμβάνει και τον Κανονισμό Πυροπροστασίας Π.Δ. 41 και όλες τις διατάξεις που ακολούθησαν και το τροποποιούν. Προχωρά σε θέματα εκπαίδευσης όσων ασχολούνται με την πυροπροστασία, αλλά και προτείνει στο κράτος τις ενέργειες που θεωρεί απαραίτητες να γίνουν και στις οποίες το ΕΛΙΠΥΚΑ θα είναι αρωγός.
Ο Δρ. Γιάννης Κοντούλης είναι Πρόεδρος του ΔΣ του Ελληνικού Ινστιτούτου Πυροπροστασίας Κατασκευών (ΕΛΙΠΥΚΑ).