Τις επενδυτικές ευκαιρίες που υφίστανται για τις ελληνικές εταιρείες στον κλάδο υποδομών και μεταφορών της Αυστραλίας επισημαίνει το Γραφείο ΟΕΥ Σύδνεϋ. Η πιο σημαντική συνεισφορά στις εισπράξεις της χώρας μας από την Αυστραλία προέρχεται (σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat) από τις μεταφορές, οι οποίες κατά το 2023 κατέλαβαν μερίδιο 59,2% επί του συνόλου των εισπράξεων από την Αυστραλία και δημιούργησαν έσοδα 667 εκατ. ευρώ.

Οι μεταφορικές υπηρεσίες αφορούν στην πλειονότητά τους στις θαλάσσιες εμπορευματικές μεταφορές, οι οποίες απαιτούν μεν μεγαλύτερους χρόνους διακίνησης όμως αποτελούν μία οικονομικά αποδοτική λύση για τη μεταφορά μεγάλων φορτίων. Αυτή τη στιγμή, ο αριθμός ελληνικών ναυτιλιακών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στη διακίνηση εμπορευματοκιβωτίων προς την Αυστραλία είναι σημαντικός και οι δραστηριότητές τους περιλαμβάνουν, κυρίως, τη ναύλωση των πλοίων τους σε άλλες μεταφορικές εταιρείες και την παροχή υπηρεσιών ναυτιλιακής διαχείρισης, γεγονός που, όπως τονίζει το Γραφείο, «τις καθιστά βασικούς παράγοντες στη διεθνή εφοδιαστική αλυσίδα».

Αυστραλιανό ενδιαφέρον για απευθείας πτήσεις στην Αθήνα
Παράλληλα, λόγω και της μεγάλης γεωγραφικής απόστασης, η αεροπορική διασύνδεση αποτελεί τον κυρίαρχο τρόπο μετακίνησης επιβατών μεταξύ Ελλάδος και Αυστραλίας, συνδέοντας τα κύρια αεροδρόμια των δύο χωρών. Βέβαια, προς το παρόν δεν υπάρχουν απευθείας πτήσεις από την Αυστραλία προς την Ελλάδα ούτε ελληνικές εταιρίες που να εκτελούν αυτό το δρομολόγιο. Το Γραφείο εξηγεί, ωστόσο, ότι «η αυστραλιανή αεροπορική εταιρία Qantas εξετάζει το ενδεχόμενο απευθείας πτήσεων Αυστραλία-Αθήνα» και παρότι ακόμη δεν έχουν ανακοινωθεί συγκεκριμένες ημερομηνίες, «η Αθήνα αποτελεί προτεραιότητα για την επέκταση του διεθνούς δικτύου της εταιρείας».

Τέλος, σε θεσμικό επίπεδο υφίσταται (από το 1981) συμφωνία αποφυγής διπλής φορολογίας του εισοδήματος από διεθνείς αεροπορικές Μεταφορές. Αυτή η συμφωνία «διαλαμβάνει την εξάλειψη της διπλής φορολόγησης των εισοδημάτων από διεθνείς αεροπορικές μεταφορές, διασφαλίζοντας ότι αυτά φορολογούνται αποκλειστικά στη χώρα όπου εδρεύει η αεροπορική εταιρεία» και, παράλληλα, «μειώνει το φορολογικό βάρος των εμπλεκόμενων αεροπορικών εταιρειών, προάγοντας την ανταγωνιστικότητα και τη λειτουργική ευελιξία τους».