Οι ιδιαίτερες επεμβάσεις που απαιτήθηκαν για την αναστήλωση του Κελιού των Αγίων Αρχαγγέλων στις Καρυές του Αγίου Όρους.
Τα κτίρια πολιτισμού αποτελούν από μόνα τους μια ιδιαίτερη τυπολογία έργων λόγω της ιστορικότητας που τα διακρίνει. Μηχανικοί, ή μάστορες, με περιορισμένη γνώση μαθηματικών και μηχανικής, κατάφεραν να παραδώσουν διαχρονικά μνημεία που όχι απλά διηγούνται την ιστορία, αλλά αποτελούν την ίδια την ιστορία. Γι’ αυτό και οποιαδήποτε επιλογή επέμβασης με σκοπό την αναστήλωση ή την αποκατάστασή τους πρέπει να είναι προσεκτικά σχεδιασμένη.
Ο πολιτικός μηχανικός Σάββας Κουντουρατζής, επικεφαλής της τεχνικής εταιρείας AAKTO, περιγράφει τις αρχές αποκατάστασης των κτιριακών μνημείων μέσα από την αναστήλωση του Κελιού των Αγίων Αρχαγγέλων στις Καρυές του Αγίου Όρους.
«Η αποκατάσταση μνημείων και παραδοσιακών κτιρίων θεωρείται γενικά μια δύσκολη διαδικασία. Απαιτεί πολύ χρόνο μελέτης για το μνημείο και λεπτομερή καταγραφή. Δεν είναι γνωστό τι κρύβεται μέσα από τη λιθοδομή. Χρειάζεται πολύς χρόνος για την καταγραφή και κατανόηση του ξύλινου σκελετού της στέγης διότι έχει δεχθεί με την πάροδο του χρόνου διάφορες πρόχειρες στηρίξεις. Πρέπει ο επιβλέπων της αποκατάστασης να αντιληφθεί και να αναγνωρίσει τις διάφορες προσθήκες που έχουν γίνει στο κτίριο, ώστε να έχει μια πλήρη εικόνα για την ιστορία του μνημείου. Το πιο σημαντικό απ’ όλα είναι ότι η αποκατάσταση δεν είναι μόνο μελέτη του Πολιτικού Μηχανικού ή του Αρχιτέκτονα Μηχανικού, αλλά μια συλλογική εργασία διαφόρων ειδικοτήτων. Είναι απαραίτητη η σύνθεση διεπιστημονικής ομάδας μελετητών με συνεχή και στενή συνεργασία μεταξύ τους, που θα προσφέρουν τις γνώσεις για την πληρέστερη αναγνώριση, τεκμηρίωση και πρόταση αποκατάστασης του μνημείου», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Να μη θιγεί η αυθεντικότητα του μνημείου
Η ιστορική Καλύβη των Αγίων Αρχαγγέλων χτίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα και είναι από τις παλιότερες της Ιεράς Σκήτης του Αγίου Παντελεήμωνος. Όπως εξηγεί ο κ. Κουντουρατζής, πρόκειται για ένα κτίσμα δύο επιπέδων, το οποίο στο πέρασμα του χρόνου άλλαξε πολλές φορές μορφή με προσθήκες χώρων, προκειμένου να καλύψει τις κατά περιόδους τρέχουσες ανάγκες των μοναχών. Τα κατακόρυφα στοιχεία αποτελούνται από φυσικούς λίθους της ευρύτερης περιοχής, όπως οι περιμετρικοί τοίχοι, οι πεσσοί στον χώρο του ισογείου και οι κολόνες. Τα οριζόντια στοιχεία αποτελούνται από το πάτωμα με ξύλινο σκελετό, ξύλινα δοκάρια και σανίδες. Η τοιχοποιία αποτελείται από ξύλινο σκελετό και υλικό που είναι από χυτό πηλό με μικρούς λίθους για την πλήρωσή του.
Κατά την αποκατάσταση, λοιπόν, πρώτο μέλημα των τεχνικών συνεργείων ήταν η διατήρηση της αυθεντικότητας του μνημείου. «Στα έργα αποκατάστασης δίνεται πάντοτε προτεραιότητα στην προσπάθεια να μη θιγούν όσα οικοδομικά στοιχεία δεν παρουσιάζουν πρόβλημα. Ωστόσο, αυτό δεν είναι πάντοτε εφικτό διότι συχνά γίνονται αισθητικές ‘‘βελτιώσεις’’, οι οποίες οδηγούν σε αλλοιώσεις των στοιχείων», σημειώνει. Εν προκειμένω, στόχος της αναστήλωσης ήταν να δοθεί νέα χρήση, ως χώρου συμβίωσης τουλάχιστον τριών μοναχών και ως χώρου για φιλοξενία προσκυνητών. Κατά τις εργασίες αναστήλωσης, εξηγεί ο κ. Κουντουρατζής, ο χώρος του ισογείου χωρίστηκε σε 4 μικρούς χώρους, και ειδικότερα σε εργαστήριο κεριών, δύο δωμάτια των τεσσάρων ατόμων και μια αποθήκη. Ο πρώτος όροφος διατηρήθηκε ως έχει, με μια μικρή εσωτερική εκκλησία που παρέμεινε ανέγγιχτη, το αρχονταρίκι, δύο πολύ μικρά δωμάτια και μία κουζίνα.
Ενισχύοντας τη θεμελίωση
Προτεραιότητα των εργασιών ήταν ακόμη η μελέτη και ο έλεγχος της θεμελίωσης του κτιρίου. Πώς επηρέασε όμως το γεγονός ότι το Κελί κατασκευάστηκε σε διάφορες περιόδους, και μάλιστα σταδιακά; «Από την ιστορική ανάλυση, παρατηρήθηκε ότι δεν έχει την ίδια θεμελίωση όπως στα συνήθη κτίρια. Επομένως κατά την αποκατάσταση του Κελιού, πρώτο μέλημά μας ήταν να βελτιώσουμε τη θεμελίωση με τέτοιο τρόπο ώστε το κτίριο να μπορεί να παραλάβει τη νέα χρήση του», απαντά ο επικεφαλής της ΑΑΚΤΟ εξηγώντας πως «η θεμελίωση υλοποιήθηκε με την κατασκευή σχαρών, απλών δοκών πλαγιοϋποθεμελίωσης περιμετρικά από το κτίριο, εσωτερικά και εξωτερικά, συνδέοντας μεταξύ τους με εγκάρσιες στον διαμήκη άξονα σχάρες».
Είναι σημαντικό να σημειωθεί, προσθέτει, ότι πολλές φορές στις θεμελιώσεις παρατηρείται το φαινόμενο της ανερχόμενης υγρασίας. Σε αυτήν την περίπτωση τα προβλήματα αποκατάστασης πολλαπλασιάζονται, και πρέπει να ληφθούν γρήγορες και συνδυαστικές αποφάσεις. Μια λύση είναι η κατασκευή μίας αποστραγγιστικής τάφρου. «Γίνεται διάνοιξη των θεμελίων πλάτους 1 ή 2 μέτρα μέχρι να αποκαλυφθούν τα θεμέλια του κτιρίου. Η εκσκαφή γίνεται πάντοτε χειρωνακτικά, για να μην επηρεαστεί η στατικότατα του κτιρίου από τα μηχανήματα. Στη συνέχεια, γίνεται πρώτα ένας βαθύς καθαρισμός των θεμελίων από σαθρά αντικείμενα (λίθους ή ξύλα) παλιότερων χρόνων και έπειτα τα θεμέλια επιχρίονται με ισχυρό πατητό ασβεστοκονίαμα ή λευκό τσιμέντο. Η συγκεκριμένη λύση δεν χρειάστηκε να εφαρμοστεί στο Ιερό Κελί των Αγίων Αρχαγγέλων, ωστόσο αναφέρεται ως σημαντική προτεινόμενη μεθοδολογία», σημειώνει. Για ορθή αποκατάσταση και ως προτεινόμενο μεθοδολογικό εργαλείο, προστίθεται επίσης η ανάγκη λήψης και μεταφοράς δειγμάτων παλιών αρμολογημάτων, για ανάλυση από εργαστήρια των Πανεπιστημιακών Σχολών. Σκοπός της ανάλυσής τους είναι να προταθεί νέο κονίαμα με πιο ενισχυμένη σύσταση, συμβατή με τα υπάρχοντα δομικά στοιχεία του κτιρίου έτσι ώστε να αποφευχθεί η αλλοίωσή τους. Συνίσταται διπλή στεγανωτική επάλειψη με υγρομονωτικό υλικό στις αρμολογημένες επιφάνειες. Έπειτα, προτείνεται η διάστρωση στον πυθμένα του ορύγματος άοπλου σκυροδέματος. Αφού στεγνώσει διαστρώνεται γεωύφασμα κατά μήκος του ορύγματος. Ακολούθως, τοποθετείται σωλήνας PVC διάτρητος, τυλιγμένος με γεωύφασμα για επιπλέον ασφάλεια ενάντια σε πιθανό σφράγισμα των οπών του σωλήνα από διάφορα σκουπίδια. Οι σωλήνες τοποθετούνται σε στάθμη ψηλότερη από την κατώτατη στάθμη θεμελίωσης, με σκοπό την ελεύθερη ροή υγρών από τους σωλήνες αποστράγγισης. Κατόπιν, γίνεται η πλήρωση του ορύγματος σε τρείς διαδοχικές στρώσεις με κροκάλα, χαλίκι και άμμο. Η επίχωση καλύπτεται με το γεωύφασμα, ενώ από πάνω τοποθετείται χώμα ή λιθόστρωση.
Προβλήματα στους λίθινους τοίχους
Οι λίθινοι τοίχοι του Κελιού των Αγίων Αρχαγγέλλων κατασκευάστηκαν από ημιλαξευτούς λίθους με συνθετικό ασβεστοκονίαμα, ενισχυμένους με ξυλοδεσιά η οποία είναι εμφανής στον τοίχο. Η ξυλοδεσιά είναι μια εσωτερική κατασκευή, που αποτελείται από δύο παράλληλα ξύλα κατά μήκος του τοίχου και ανά 40 με 50 εκ. ενώνουν τα δύο παράλληλα ξύλα με εγκάρσια, εξηγεί ο κ. Κουντουρατζής.
Τα προβλήματα που κατέγραψε ο ίδιος ήταν δομοστατικά, οικοδομικά και αισθητικά. Ως δομοστατικά προβλήματα αναγνώρισε μικρές και μεγάλες ρηγματώσεις, διάνοιξη αρμών από διάφορους εξωγενείς παράγοντες όπως σεισμούς ή καθιζήσεις της θεμελίωσης, που στην ουσία παραμόρφωσαν το δομικό στοιχείο. Τα οικοδομικά προβλήματα που παρατήρησε αφορούσαν τη φθορά και αλλοίωση της πέτρας και του αρμού, είτε από την έλλειψη συντήρησης της πέτρας ή του αρμού. Η άμεση επέμβαση για τη συντήρηση των λίθινων τοίχων εξασφάλισε τη στατική επάρκεια του κτιρίου. Σε άλλη περίπτωση, το κτίριο μπορεί να οδηγηθεί σε κατάρρευση ή καταστροφή. Τα δε αισθητικά προβλήματα αφορούσαν σε διάφορες άστοχες και πρόχειρες επεμβάσεις, οι οποίες δεν ταίριαζαν με την ταυτότητα του κτιρίου. Ως αποτέλεσμα, ο πολιτικός μηχανικός παρατήρησε πως τα χαρακτηριστικά στοιχεία του κτιρίου και η ταυτότητά του είχαν αλλοιωθεί. Η πρώτη απαραίτητη ενέργεια που όφειλε να γίνει ήταν ο καθαρισμός των τοίχων με αμμοβολή, έτσι ώστε να απομακρυνθούν όλα τα σαθρά και κατεστραμμένα κομμάτια από τα κονιάματα ή ακόμα και από τους μικρούς λίθους που προστέθηκαν από παλιά. Έπειτα, έγινε έκπλυση των αρμών σε όλο το βάθος με νερό. Μετά την ολοκλήρωση του πρώτου σταδίου έκπλυσης των αρμών, έγινε βαθύ αρμολόγημα και ταυτόχρονα τοπικές ανακτήσεις στις περιοχές που είχε υποστεί ρηγματώσεις η λιθοδομή.
Επεμβάσεις στη στέγη
Για την αποκατάσταση ενός μνημείου ή κτιρίου το δομικό στοιχείο το οποίο παίζει σημαντικό ρόλο είναι η στέγη. Κατά την προσωπική άποψη του κ. Κουντουρατζή, όλα τα νεοκλασικά κτίρια στην Ελλάδα διατηρούνται κατά ένα μεγάλο ποσοστό από την καλή κατασκευή της στέγης, εκτός αν η καταστροφή τους οφείλεται σε άλλους εξωγενείς παράγοντες όπως σεισμοί ή πυρκαγιές. Στο Ιερό Κελί των Αγίων Αρχαγγέλων έπρεπε να ελεγχθεί συστηματικά η κατάσταση της στέγης για να ληφθούν οι τελικές αποφάσεις για την επέμβαση, και αυτό έγινε με την αποξήλωση του σανιδώματος.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, κατά την αποκατάσταση του Κελιού, ξηλώθηκε το σανίδωμα της στέγης και εμφανίστηκε ο ξύλινος σκελετός ο οποίος συντηρήθηκε. Στη συνέχεια έγινε επισκευή του φέροντος οργανισμού, των αμειβόντων και των ελκυστήρων, όπου απαιτήθηκε, και αντικαταστάθηκαν οι παλιοί ελκυστήρες. Σύμφωνα με τον ίδιο, συστήνεται στις περισσότερες περιπτώσεις αναστήλωσης στέγης να γίνεται επέμβαση στο σημείο που ενώνονται ο αμείβοντας με τον ελκυστήρα στον κόμβο, είτε στην περίπτωση καταστροφής από την πάροδο του χρόνου είτε από βλάβη λόγω σεισμού.
Στο σημείο ένωσης μπορεί να αντικατασταθεί ο ελκυστήρας ή ο αμείβοντας ή μπορεί να τοποθετηθούν συνδετήρια μεταλλικά στοιχεία.
Στην περίπτωση που η αρχική στέγη έχει καταστραφεί αλλά η μορφή της είναι γνωστή, προτείνεται να κατασκευαστεί νέα αλλά με τον ίδιο παραδοσιακό τύπο στέγης. Έτσι, δίνεται η δυνατότητα να ενισχυθεί το κτίριο στατικά με τον εξής τρόπο: Θα πρέπει να κατασκευαστεί στη στέψη της στέγης ένα διάζωμα από οπλισμένο σκυρόδεμα (σενάζ) περιμετρικά.
Με τον τρόπο αυτό, υπό σεισμική καταπόνηση, αποφεύγεται ο αποχωρισμός των τοίχων στις γωνίες, αλλά η σχετικά μικρή εγκάρσια δυσκαμψία του διαζώματος δεν μπορεί να αποτρέψει την τοπικά έντονη εκτός επιπέδου κάμψη των τοίχων, κάθετα στη διεύθυνση του σεισμού.
Η τεχνική αυτή χρησιμοποιείται κυρίως στα μονώροφα κτίρια, καταλήγει.