Επενδυτικό πρόγραμμα που καταμετρά συνολικά 23 διαφορετικά project υλοποιεί ήδη ή πρόκειται να υλοποιήσει έως και το 2025 η Dimand. Από αυτά τα 18 βρίσκονται υπό εξέλιξη και με βάση τις εκτιμήσεις των ανεξάρτητων εκτιμητών στο τέλος του 2021 ανέρχονταν στα 497,6 εκατ. ευρώ. Στη συνέχεια και κατά τη διάρκεια του 2022 στο πλάνο υλοποίησης επενδύσεων του ομίλου εντάχθηκαν επιπλέον 8 έργα, για τα 5 εκ των οποίων έχει ήδη υπογραφεί συμβολαιογραφικό προσύμφωνο απόκτησης ακινήτων.

Όπως ανέφερε ο αντιπρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Dimand, Δημήτρης Ανδριόπουλος στο πλαίσιο σχετικής ενημέρωσης: «Είμαστε σε διαπραγματεύσεις ή σε αναζήτηση νέων έργων που θα προστίθενται στο χαρτοφυλάκιό μας. Πρέπει να κρατάμε την γραμμή παραγωγής νέων έργων σε διαρκή κίνηση. Τα project που αναφέρονται στο Ενημερωτικό Δελτίο παραδίδονται σταδιακά έως και το 2025. Στο εξής τα νέα έργα για τα οποία θα υπογράφουμε συμβολαιογραφικό προσύμφωνα, θα παραδίδονται από το 2025 και ύστερα».

Ουδέν νεότερο από το μέτωπο του Ελληνικού
Ως προς το Ελληνικό και την πιθανότητά συμμετοχής στην εκτέλεση έργων που θα υλοποιηθούν στην εν λόγω επένδυση, ο κύριος Ανδριόπουλος αρκέστηκε να αναφέρει ότι «το παρακολουθούμε εν τη γενέσει του, καθώς αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα έργα αστικής ανάπλασης στον κόσμο και το κορυφαίο σε μέγεθος στην Ευρώπη. Διαψεύσαμε ότι κάναμε συμφωνία προκειμένου να αναπτύξουμε κάποιο οικιστικό project, δεδομένου ότι δεν υπάρχει κάποια τέτοια συνεργασία με τη Lamda Development. Εξετάζουμε διάφορες συνεργασίες χωρίς ακόμη να είναι κάτι ανακοινώσιμο ή προσυμφωνημένο».

Σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο συμμετοχής της EBRD στην υποχρεωτική δημόσια πρόταση, όπως είπε ο κ. Ανδριόπουλος, κάτι τέτοιο δεν μπορεί να συμβεί, διότι υφίσταται σύγκρουση σε ζητήματα εσωτερικής πληροφόρησης, δεδομένης της ύπαρξης κοινής εταιρείας εκτέλεσης έργων με τη συμμετοχή Dimand και EBRD. «Εξετάστηκε από τη νομική υπηρεσία και είναι θέμα νομοθεσίας και νομολογίας της αγοράς. Εάν σταματούσαμε να συνεργαζόμαστε με την EBRD – κάτι που δεν θα συμβεί γιατί ανανεώσαμε τη συνεργασία μας έως το 2030 – με επιπλέον 50 εκατ. ευρώ κεφάλαια από εκείνους και 123 εκατ. ευρώ από εμάς, θα μπορούσε να συμμετάσχει στην IPO, ωστόσο αυτό δεν θα συμβεί υπό τις παρούσες συνθήκες».

Για την αντιμετώπιση του κύματος αυξήσεων στο κατασκευαστικό κόστος, ο κύριος Ανδριόπουλος ανέφερε ότι η υφιστάμενη κατάσταση ξεκίνησε να εκδηλώνεται από τον Απρίλιο του 2021 ως απόρροια των επιδράσεων που είχε η πανδημία σε μία σειρά από παράγοντες, μεταξύ των οποίων η εξόρυξη πρώτης ύλης, η βιομηχανοποίηση συστημάτων, ενώ συνέτειναν το ότι πενταπλασιάστηκε το μεταφορικό κόστος και το κόστος ενέργειας καθώς και το εργατικό κόστος λόγω έλλειψης εργατικού δυναμικού.

«Αυτή η πεντάδα αύξησε 25%-40% το κόστος πέρυσι το καλοκαίρι και έσκασε τόσο ξαφνικά όσο ένα τσουνάμι μέσα σε 45 ημέρες. Ο τρόπος που το αντιμετωπίσαμε δεν οφείλεται σε επιδεξιότητα δική μας, αλλά στην αύξηση των ενοικίων, δεδομένου ότι οι εταιρίες ζητούσαν καινούργια κτίρια και δεν υπήρχαν διαθέσιμα. Παράδειγμα αποτελεί το Μαρούσοι όπου οι τιμές ανά τετραγωνικό από τα 17 ευρώ ανήλθαν στα 25,26 και 27 ευρώ ανά τ.μ. Ταυτόχρονα οι ΑΕΕΑΠ πλήθυναν, είχαν ‘σηκώσει’ ομολογιακά δάνεια, είχαν ρευστότητα, αναζητούσαν προϊόν και έπεσαν οι αποδόσεις από το 6,5%-7% στο 6%-6,5%.

Οπότε η αύξηση του κατασκευαστικού κόστος εξισορρόπησε σε πολύ μεγάλο βαθμό μέσω της αύξησης των εσόδων από ενοίκια και πωλήσεις ακινήτων». Στόχος της Dimand είναι να παραμείνει αμιγώς δραστηριοποιούμενη στην ανάπτυξη ακινήτων, με τον κύριο Ανδριόπουλο να αποκλείει κάθε ενδεχόμενο διατήρησης ακινήτων στην ιδιοκτησία της, τα οποία θα αξιοποιήσει επενδυτικά. Σε ό,τι αφορά τα κτίρια που αναπτύσσει και θα αναπτύξει προσεχώς θα φέρουν πιστοποιήσεις LEED, θα βρίσκονται κοντά σε σταθμούς μετρό και σε δρόμους μεγάλης προβολής. «Επιδίωξή μας είναι επίσης να παραμείνουμε κατά 10-15% φθηνότεροι από τα συγκριτικά στοιχεία της αγοράς. Για το εάν η αγορά πρέπει να πάει πάνω από τα 30 ευρώ ανά τ.μ., θα πρέπει να μελετήσουμε τα ευρωπαϊκά συγκριτικά στοιχεία. Για να παραμείνει η Αθήνα ανταγωνιστική, θα πρέπει να είμαστε φθηνότεροι από πόλεις όπως η Λισαβόνα, το Μόναχο, η Βουδαπέστη, το Βουκουρέστι».


Πρώτη δημοσίευση της είδησης στο καθημερινό newsletter Build