Οι υποδομές, όποια κι αν είναι η χρήση τους, έχουν αυξημένες απαιτήσεις σε ό,τι αφορά θέματα που άπτονται της ασφάλειας. Οι ιδιαίτερες συνθήκες λειτουργίας και ο αυξημένος αριθμός χρηστών είναι δύο σημαντικοί παράγοντες που επιβάλλουν τον -ακόμα περισσότερο- προσεκτικό και λεπτομερή σχεδιασμό των μελετών εξοπλισμού με ανελκυστήρες, συστήματα ασφάλειας και πυροπροστασίες, σε σύγκριση με τις μικρότερες κτιριακές υποδομές.
«Εν αρχή είναι η ασφάλεια», τονίζει ο Νικόλαος Ζώκας, Διπλ. Ηλεκτρολόγος Μηχανικός και Υπεύθυνος Βορείου Ελλάδος της εταιρείας ΤΑΚΗΣ Γ. ΖΑΡΙΦΟΠΟΥΛΟΣ Α.Ε. «Όσο κοινότυπο και να ακούγεται, αυτή είναι η κόκκινη γραμμή που πρέπει να διαπνέει την κάθε μας δραστηριότητα, είτε αυτή σχετίζεται με την ασφάλεια των υποδομών κτιριακών, βιομηχανικών ή δικτύων, είτε ή και προπάντων με την ζωή των χρηστών τους. Μία αρχή που σχετίζεται με τον σχεδιασμό και την αποτελεσματικότητά του στο επίπεδο της μελέτης, σύμφωνα με τις αυστηρές προδιαγραφές των κανονισμών και τα επιτεύγματα της επιστήμης και της τεχνολογίας. Σχετίζεται με την επιλογή των κατάλληλων υλικών και συστημάτων, χωρίς παρεκκλίσεις και εκπτώσεις στην ποιότητά τους, καθώς και με την ικανότητα των ειδικών που θα εμπιστευτούμε να τα εφαρμόσουν. Σχετίζεται τέλος, με την ικανότητα των συστημάτων να επιτελέσουν το έργο για το οποίο έχουν τοποθετηθεί, κάτι που εξασφαλίζεται μόνο με την καλή και συνεχή συντήρησή τους», υπογραμμίζει.
Ανελκυστήρες
Για τον Νίκο Σπυρόπουλο, KLEEMANN Group Engineering Manager, η πρόβλεψη του κατάλληλου χώρου, οι κυκλοφοριακές μελέτες του κτιρίου και η ασφαλής και αξιόπιστη λειτουργία των ανελκυστήρων είναι προκλήσεις για κάθε κτίριο. «Οι ιδιοκτήτες και οι κατασκευαστές κτιρίων καλούνται να προβλέψουν τους κατάλληλους χώρους για την εγκατάσταση ανελκυστήρων, όπως επίσης να προβούν σε κυκλοφοριακές μελέτες του κτιρίου για να εκτιμήσουν τον κατάλληλο αριθμό ανελκυστήρων και των βασικών χαρακτηριστικών τους (ταχύτητα, χωρητικότητα), ελαχιστοποιώντας τους χρόνους αναμονής. Οι κατασκευαστές και οι συντηρητές των ανελκυστήρων με τη σειρά τους, καλούνται να φροντίσουν για την ασφαλή και αξιόπιστη λειτουργία τους, μειώνοντας κατά το δυνατό τις βλάβες, τις δυσλειτουργίες, καθώς και τον θόρυβο που παράγεται στο κτίριο κατά την κίνηση τους», αναλύει.
Σε ό,τι αφορά τις παραμέτρους που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, η Έφη Παπαδογιάννη, Managing Director της KONE AE, επισημαίνει πως η βελτιστοποίηση της ροής των ανθρώπων, ή και των προϊόντων, είναι άμεσα συνυφασμένη με τον σωστό σχεδιασμό. Σύμφωνα με την ίδια, «στόχος είναι η βελτιστοποίηση της ροής των ανθρώπων (People Flow), ή και των προϊόντων, στις υποδομές, μέσω της Ασφαλούς, Αποτελεσματικής και Αξιόπιστης λειτουργίας των ανελκυστήρων, που ταυτόχρονα είναι Ενεργειακά αποδοτική και βιώσιμη (όπως ‘regenerative’και ‘stand by’ λύσεις). Όλα ξεκινούν με σωστό σχεδιασμό, κατανοώντας την διάταξη των εγκαταστάσεων και το πλήθος των ανθρώπων, ώστε να επιλεχθεί ο κατάλληλος αριθμός, τύπος/ταχύτητα, μέγεθος και τοποθεσία των ανελκυστήρων (π.x. να ικανοποιούνται προσβασιμότητα σε ΑΜΕΑ, διαδικασίες ασφαλείας και έκτακτων αναγκών όπως πυροπροστασία, προστασία από βανδαλισμούς, με βάση και Ευρωπαϊκά πρότυπα). Στις υποδομές, η ανάγκη ελαχιστοποίησης του χρόνου εκτός λειτουργίας των ανελκυστήρων, είναι ακόμη μεγαλύτερη. Αυτό υποστηρίζεται από λύσεις παρακολούθησης, σε πραγματικό χρόνο, της κατάστασης και κίνησης του ανελκυστήρα, αυξάνοντας την αξιοπιστία και τη διαθεσιμότητά του αλλά και την ασφάλεια των χρηστών».
Από τη μεριά του, ο κ. Σπυρόπουλος (KLEEMANN) προκρίνει τη σημασία των -ανώτερων πλέον- εθνικών και διεθνών προτύπων. «Οι ανελκυστήρες διέπονται από εθνικά και διεθνή πρότυπα τα οποία ορίζουν κανόνες για την ασφάλεια επιβατών και τεχνικών επίβλεψης και συντήρησης. Τα περισσότερο διαδεδομένα πρότυπα ασφαλείας είναι τα ευρωπαϊκά ΕΝ 81-20 και ΕΝ 81-50, το πρότυπο ASME A17.1 των ΗΠΑ και Καναδά, καθώς επίσης ορισμένα πρότυπα από Ρωσία (GOST) και Ιαπωνία (JIS). Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το επίπεδο ασφάλειας των προτύπων τα τελευταία χρόνια έχει αυξηθεί σε πολύ μεγάλο βαθμό οδηγώντας σε σημαντική μείωση των ατυχημάτων», σημειώνει.
Από τις τεχνολογικές εξελίξεις/τάσεις, η κα Παπαδογιάννη (ΚΟΝΕ ΑΕ) στέκεται -μεταξύ άλλων- στα “Destination Controls”, την “touchless” τεχνολογία και τους ΑΙ ανελκυστήρες. Για την ίδια, «η τεχνολογία, η αστικοποίηση και η βιωσιμότητα ως μέγα-τάσεις αποτελούν σαφώς κίνητρο για πολλές εξελίξεις. Πλέον συναντάμε πολλαπλούς θαλάμους στο ίδιο φρεάτιο, “Destination Controls” που βελτιστοποιούν τις διαδρομές, “touchless” τεχνολογία, εξαιρετικές ταχύτητες σε πολύ ψηλά κτίρια, συνεχώς πιο χαμηλές καταναλώσεις και αποδοτικότητα ως προς τον διαθέσιμο χώρο, AΙ ανελκυστήρες που μπορούν να ανταλλάσσουν πληροφορίες σε πραγματικό χρόνο μέσω Cloud, ειδοποιούν για επικείμενη βλάβη, συντελώντας στην προληπτική συντήρηση και διασφαλίζοντας μεγαλύτερη επικοινωνία και φυσικά το Digital Experience των επιβατών καθώς ο ανελκυστήρας θα μπορεί να συνδέεται με εφαρμογές των χρηστών ή τρίτων, όπως ρομπότ παράδοσης, έξυπνες εφαρμογές κατοικιών, λύσεις διαχείρισης επισκεπτών και έξυπνης πρόσβασης».
Ο κ. Σπυρόπουλος ξεχωρίζει και το ΙoΤ (Internet of Things), λέγοντας πως «οι τελευταίες τάσεις στο χώρο αφορούν τη χρήση IoT για την πρόβλεψη πιθανών μελλοντικών βλαβών (predictive maintenance) και τη δυνατότητα πληθώρας smart λειτουργιών, όπως για παράδειγμα η αναγνώριση από τον ανελκυστήρα του ορόφου προορισμού του κάθε επιβάτη. Πρόσφατα, η πανδημία του Covid19 οδήγησε τους κατασκευαστές στην ανάπτυξη λύσεων για την ασφαλή χρήση του ανελκυστήρα από τους επιβάτες (air purifier, touchless κομβία)».
Κλείνοντας, η κα Παπαδογιάννη (KONE AE)δηλώνει πως «η προληπτική συντήρηση και ο έγκαιρος εκσυγχρονισμός των ανελκυστήρων, ιδιαίτερα στις υποδομές όπου η χρήση τους είναι πιο απαιτητική -κάτι που μπορεί να σημαίνει και ιδιαίτερο προγραμματισμό-, αποτελούν βασικές προϋποθέσεις, καθώς διατηρούνται ασφαλείς και αξιόπιστοι, υποστηρίζεται η εύρυθμη λειτουργία τους μεγιστοποιώντας τον χρόνο λειτουργίας τους, ενώ διαφυλάσσεται η διάρκεια ζωής τους».
Συστήματα Ασφάλειας
Ο Ιωάννης Μαθιουδάκης, Δ/νων Σύμβουλος της ΚΕΜΕΤΑ ΑΕ, σε ό, τι αφορά τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα συστήματα ασφαλείας στις υποδομές, επισημαίνει πως οι υποδομές, «λόγω του μεγέθους τους και των ιδιαίτερων απαιτήσεων τους, όπως είναι η αθρόα προσέλευση πολιτών, επιβάλλουν την χρήση εξελιγμένων συστημάτων συναγερμού, συστημάτων περιμετρικής προστασίας, ελέγχου πρόσβασης και κλειστών κυκλωμάτων τηλεόρασης. Το μέγεθος και η έκταση που καλύπτουν αυτά τα συστήματα καθιστούν απαραίτητη για την υλοποίηση τους την χρήση καλωδίων οπτικών ινών. Αντίστοιχα αυξημένες είναι και οι απαιτήσεις των συστημάτων CCTV, τόσο για την επεξεργασία των σημάτων video των δικτυακών καμερών υψηλής ανάλυσης, όσο και για την αποθήκευση πολύ μεγάλου όγκου δεδομένων σε συστοιχίες σκληρών δίσκων. Η τεχνολογία εδώ έρχεται να βοηθήσει τον χρήστη μέσω της τεχνητής νοημοσύνης (artificial intelligence) και των αλγoρίθμων βαθιάς εκμάθησης (deep learning algorithms) που ενσωματώνονται ολοένα και περισσότερο στα συστήματα CCTV, τα οποία σε αντίθεση με τα υπόλοιπα βρίσκονται σε συνεχή και αλματώδη εξέλιξη».
Για το ίδιο θέμα, ο Δημήτρης Μητρόπουλος, Ιδιοκτήτης και Γενικός Διευθυντής της iSecurity στέκεται στα συστήματα ασφαλείας Grade 3 ή 4 και την κατάλληλη εκπαίδευση των ανθρώπων που τα χειρίζονται. «Όταν καλούμαστε να σχεδιάσουμε ένα σύστημα ασφαλείας για μεγάλες και πολύπλοκες υποδομές (πχ. μετρό, τράπεζες, δημόσια κτίρια κλπ.), οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε είναι υψηλότερες και ιδιαίτερες. Για τον λόγο αυτό, μιλάμε αποκλειστικά για συστήματα ασφαλείας Grade 3 ή 4, τα οποία δεν αφήνουν περιθώρια παράκαμψης. Το κρίσιμο σημείο είναι η επαρκής εκπαίδευση των ανθρώπων που θα κληθούν να χειριστούν τα συστήματα υψίστης ασφαλείας», υπογραμμίζει.
Για τις προδιαγραφές των συστημάτων ασφαλείας, ο κ. Μητρόπουλος τονίζει ότι τα συστήματα θα πρέπει να είναι εύκολα στον χειρισμό για να περιορίζεται η πιθανότητα του ανθρώπινου λάθους. «Η κάθε περίπτωση είναι διαφορετική. Άλλες είναι οι ανάγκες ασφάλειας που έχει μια τράπεζα και άλλες οι ανάγκες ασφάλειας ενός αεροδρομίου, για παράδειγμα. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει να γίνει ενδελεχής μελέτη, όχι μόνο των χώρων αλλά και των επιμέρους κινδύνων. Δεν περιοριζόμαστε μόνο στην κλοπή ή την πυρκαγιά, αλλά εξετάζουμε και επιμέρους περιπτώσεις που κινδυνεύει η ασφάλεια των εργαζομένων. Κοινός παρονομαστής είναι ο σχεδιασμός του πλέον σύγχρονου συστήματος ασφαλείας που θα είναι απλό στην χρήση του, θα διευκολύνει τη δουλειά των ελεγκτών που θα το διαχειρίζονται και θα μειώνει – μέσω αυτοματισμών – την πιθανότητα του ανθρώπινου λάθους. Για παράδειγμα, με τις σύγχρονες τεχνολογίες video analytics, επιτυγχάνεται η πλήρης καταγραφή όλων των ανθρώπινων κινήσεων με τη χρήση σύγχρονων καμερών οι οποίες είναι έξυπνα τοποθετημένες σε κρίσιμα σημεία. Έτσι, έχουμε τη δυνατότητα αυτόματου εγκλωβισμού ατόμου, εφόσον έχουν καταγραφεί εκ των προτέρων «ύποπτες» κινήσεις», επισημαίνει.
Ο κ. Μαθιουδάκης (ΚΕΜΕΤΑ ΑΕ) στέκεται στη σημασία του αυτοματισμού και τα λογισμικά που ενοποιούν διαφορετικά υποσυστήματα σε ένα ενιαίο και διαδραστικό περιβάλλον. Σύμφωνα με τον ίδιο, «το μέγεθος, η πολυπλοκότητα και η απαιτούμενη αλληλεπίδραση μεταξύ των υποσυστημάτων ασφάλειας και πυρασφάλειας μίας σύγχρονης εγκατάστασης κατέστησαν απαραίτητο τον κεντρικό και αυτοματοποιημένο έλεγχο τους, έτσι ώστε να επιτευχθεί η εύκολη, πρακτική και αποτελεσματικότερη λειτουργία τους, με στόχο την ορθότερη και αμεσότερη ανταπόκριση του προσωπικού σε έκτακτα συμβάντα συναγερμού. Για την ικανοποίηση αυτής της ανάγκης έχουν αναπτυχθεί λογισμικά που είναι σε θέση να ενοποιήσουν υποσυστήματα διαφορετικού σκοπού εγκατάστασης και, πολλές φορές, διαφορετικών κατασκευαστών, σ’ ένα ενιαίο υπολογιστικό και διαδραστικό περιβάλλον, επιτυγχάνοντας την πλήρη διασύνδεση και αλληλεπίδραση των υποσυστημάτων μεταξύ τους. Με την βοήθεια αυτών των υπολογιστικών πλατφόρμων ολικής διαχείρισης κινδύνων (danger management systems), πραγματοποιείται η σύγχρονη ολιστική διαχείριση και ο έλεγχος των διαφορετικών υποσυστημάτων σ’ ένα ενιαίο γραφικό περιβάλλον εργασίας επί των κατόψεων της εγκατάστασης».
Ο κ. Μητρόπουλος (iSecurity) τονίζει τη μεγάλη σημασία και το απαραίτητο της συντήρησης και του εκσυγχρονισμού των συστημάτων ασφαλείας. «Είναι απολύτως σημαντικές. Η συντήρηση θα πρέπει να γίνεται βάσει αυστηρών προδιαγραφών και αναλυτικού τεχνικού εγχειριδίου. Παράλληλα, ο εκσυγχρονισμός των συστημάτων ασφαλείας είναι επίσης απαραίτητος καθώς οι κίνδυνοι μεταλλάσσονται αλλά και οι τεχνολογίες αναπτύσσονται ραγδαία και μας δίνουν τη δυνατότητα να τους αντιμετωπίζουμε αποτελεσματικά» δηλώνει σχετικά.
Ο κ. Μαθιουδάκης (ΚΕΜΕΤΑ ΑΕ) τονίζει ότι η συντήρηση είναι μια αναγκαία συνθήκη ενώ πολλές φορές αντιμετωπίζεται ως κόστος, ακόμα και σε πολλές δημόσιες υποδομές. «Η λειτουργία των σύγχρονων συστημάτων ασφάλειας και πυρασφάλειας απαιτεί εκπαιδευμένους χρήστες -και όχι τον παραδοσιακό φύλακα του παρελθόντος. Αντίστοιχα επιβάλλεται η συντήρηση των συστημάτων σύμφωνα με τη νομοθεσία, τα πρότυπα και τις οδηγίες των οίκων κατασκευής. Εξαιτίας της πολυπλοκότητας των σύγχρονων συστημάτων, ολοένα και περισσότερο απαιτείται η εξειδικευμένη γνώση και εκπαίδευση των τεχνικών που επιφορτίζονται με την συντήρηση τους και την αποκατάσταση πιθανών βλαβών. Η συντήρηση των συστημάτων πολλές φορές εκλαμβάνεται ως μία δυσάρεστη κοστοβόρα διαδικασία, αλλά είναι μία αναγκαία συνθήκη έτσι ώστε η αρχική επένδυση της απόκτησης ενός συστήματος να αποσβεστεί σε όσο το δυνατόν μεγαλύτερο βάθος χρόνου. Αυτό το φαινόμενο παρατηρείται δυστυχώς σε μεγάλο μέρος των δημοσίων υποδομών, με αποτέλεσμα μετά από ελάχιστα χρόνια από την παράδοση των συστημάτων σε επιχειρησιακή λειτουργία, αυτά να υπολειτουργούν στην καλύτερη περίπτωση, ασυντήρητα», καταλήγει.
Πυροπροστασία
Ο Παύλος Παύλου, Company Head Director της εταιρείας Π. & Κ. Παύλου ΟΕ, και Fire Protection Specialist, τονίζει ότι στην Ελλάδα μία πρόκληση είναι το ότι η πυρασφάλεια αντιμετωπίζεται περισσότερο ως υποχρεωτικότητα από τον νόμο, και όχι ως μέσο πρόληψης/καταστολής. «Η κύρια πρόκληση που καλούμαστε να διαχειριστούμε ως Εξειδικευμένη Εταιρεία Πυροπροστασίας & Πυρασφάλειας, είναι ότι η πυρασφάλεια, σε αντίθεση με το εξωτερικό, κατατάσσεται πολύ χαμηλά ως προς την αναγκαιότητα και τη σπουδαιότητα στην υποδομή και αντιμετωπίζεται περισσότερο ως υποχρεωτικότητα από τον νόμο παρά σαν προληπτικό ή/και κατασταλτικό μέσο για την προστασία της ανθρώπινης ζωής και περιουσίας. Συνέπεια αυτής της αντίληψης είναι η επιλογή των υλικών τόσο στην παθητική πυροπροστασία (επιλογή ποιότητας υλικών που χρησιμοποιούνται από το αρχικό στάδιο κατασκευής) όσο και την ενεργητική (ποιότητα συστημάτων έγκαιρης ανίχνευσης για φωτιά και κατάλληλων υλικών που απαιτούνται για την κατάσβεση)να γίνεται βάσει του κόστους και όχι της ποιότητάς τους», δηλώνει χαρακτηριστικά.
Σε ό,τι αφορά τις προδιαγραφές που πρέπει να λαμβάνονται υπόψη, ο κ. Παύλου ξεχωρίζει τη δυνατότητα σύνδεσης του συστήματος πυρασφάλειας με άλλα συστήματα ελέγχου. Αναλυτικότερα, σχολιάζει πως «έχοντας ως αυτονόητες τις παραμέτρους της Αξιοπιστίας και της Ποιότητας Κατασκευής, το επόμενο απολύτως απαραίτητο χαρακτηριστικό ενός συστήματος θα έλεγα ότι είναι η «Επικοινωνία». Η δυνατότητα σύνδεσης και συνεργασίας (Επικοινωνία) του συστήματος πυρασφάλειας με άλλα συστήματα ελέγχου όπως π.χ. κάμερες ασφαλείας, access control, alert messages κ.α., προσφέρει στον χρήστη την δυνατότητα συγκεντρωτικής και στοχευμένης διαχείρισης του κινδύνου και την ταχύτερη απόκριση σε ένα ενδεχόμενο συμβάν, προστατεύοντας ουσιαστικά καλύτερα τις ανθρώπινες ζωές και περιορίζοντας παράλληλα τις υλικές ζημιές».
Για τον Παύλο Κούσση, Μηχανολόγο Μηχανικό ΑΠΘ & Υπεύθυνο τεχνικού τμήματος και εγκαταστατών ΜΟΒΙΑΚ ΑΕ, ο μελετητής και ο εγκαταστάτης του συστήματος πρέπει να ακολουθεί συγκεκριμένα πρότυπα και τις απαιτήσεις τους. «Οι προδιαγραφές που πρέπει να ικανοποιούν τα συστήματα πυροπροστασίας, αναφέρονται με σαφήνεια στο σχετικά νέο Προεδρικό Διάταγμα 41/2018, αλλά και στην παλαιότερη Πυροσβεστική Διάταξη 15/2014. Για την σύνταξη κάθε τεχνικής περιγραφής συστήματος, ο μελετητής πρέπει να ακολουθεί για τους υπολογισμούς του κάθε συστήματος τα συγκεκριμένα πρότυπα, αλλά και ο εγκαταστάτης επίσης τις απαιτήσεις του κάθε προτύπου», επισημαίνει.
Για τις εξελίξεις/τάσεις στα συστήματα πυροπροστασίας, ο κ. Παύλου (Π. & Κ. Παύλου ΟΕ) σχολιάζει πως «η εμφάνιση σύνθετων πυρανιχνευτών που ενσωματώνουν τεχνολογία ανίχνευσης καπνού/θερμότητας/CO και εμπεριέχουν οπτικοακουστική ειδοποίηση, ή επίσης οι ανιχνευτές ανάλυσης αέρα που ανιχνεύουν σε πραγματικό χρόνο την αύξηση των μικροσωματιδίων άνθρακα που εκλύονται κατά την υπερθέρμανση ενός υλικού προ της εκδήλωσης καπνού, είναι κάποια από τα επιτεύγματα που δίνουν λύση στους μελετητές και αυξάνουν το αίσθημα της ασφάλειας και την αποτελεσματικότητα στη διαχείριση του κινδύνου από φωτιά».
Ο κ. Κούσσης (ΜΟΒΙΑΚ ΑΕ) ξεχωρίζει τα clean agent συστήματα, λέγοντας πως «η επιλογή ενός συστήματος πυροπροστασίας για κατάσβεση σε Εγκαταστάσεις/Υποδομές κρίσιμης σημασίας, είναι μια σύνθετη διαδικασία. Οι τάσεις πλέον αφορούν συστήματα κατάσβεσης με μέσα κατάσβεσης φιλικά στο περιβάλλον, ασφαλή για τον άνθρωπο τα οποία επιτυγχάνουν την κατάσβεση χωρίς ζημιές στον χώρο που προστατεύουν (χωρίς υπολείμματα και ηλεκτρικά μη αγώγιμο), δηλαδή τα γνωστά σε όλους clean agent συστήματα».
Όσον αφορά τον αυτοματισμό, όπως επισημαίνει ο κ. Κούσσης (MOBIAK AE), ο χρόνος κατάσβεσης είναι ιδιαίτερα σημαντικός στις υποδομές. «Η επιλογή των σωστών υλικών σε ένα σύστημα αυτόματης κατάσβεσης είναι η σίγουρη λύση για τον μελετητή, εγκαταστάτη και χρήστη ενός συστήματος κατάσβεσης. Είναι εύκολα κατανοητό, όταν μιλάμε για κατάσβεση σε χώρους υποδομών (π.χ. Server Room), η ιδιαίτερη σημασία που έχει ο χρόνος. Ο αυτοματισμός, λοιπόν, στη λειτουργία των συστημάτων πυροπροστασίας και η γνώση της εγκατάστασης ενός συστήματος, είναι τα στοιχεία που θωρακίζουν τις υποδομές», καταλήγει.
Τέλος, ο κ. Παύλου (Π. & Κ. Παύλου ΟΕ) τονίζει ότι, μετά το πέρας 10 χρόνων, οποιοδήποτε σύστημα πρέπει να εκσυγχρονίζεται. Σύμφωνα με τον ίδιο, «όπως κάθε σύστημα ασφαλείας, προαπαιτούμενο για την καλή λειτουργία του είναι η τακτική συντήρηση. Θεωρούμε ότι οποιοδήποτε σύστημα ξεπερνά τη δεκαετία, χρειάζεται να εκσυγχρονίζεται ώστε να βελτιώνεται το επίπεδο της πυροπροστασίας βάσει των νέων προδιαγραφών ασφαλείας».