Τα τσιμεντοκονιάματα και τα αδρανή υλικά αποτελούν τα βασικά απόβλητα που προκύπτουν από τις οικοδομικές δραστηριότητες και ο κατασκευαστικός κλάδος λαμβάνει αυστηρά μέτρα για την «πράσινη» διαχείριση τους.
Η διαχείριση των αδρανών υλικών είναι ένα φλέγον ζήτημα του κατασκευαστικού κλάδου, καθώς ετησίως κατά την οικοδομική δραστηριότητα, παράγονται τεράστιες ποσότητες που καταλήγουν στους χώρους υγειονομικής ταφής, με ολέθριες συνέπειες για το περιβάλλον. Σήμερα, οι μεγάλες εταιρείες ανακύκλωσης και τα λατομεία χρησιμοποιούν οικολογικές μεθόδους για τη διαχείριση όλων αυτών των αποβλήτων, μειώνοντας τους παραγόμενους ρύπους. Όπως επισημαίνει και η πράσινη οδηγία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η επαναχρησιμοποίηση των ΑΕΚΚ είναι το κλειδί για τη βιώσιμη ανάπτυξη του κατασκευαστικού τομέα. Βέβαια, στην Ελλάδα το ζήτημα διαχείρισης των αδρανών υλικών και των τσιμεντοκονιαμάτων είναι σε πρώιμο στάδιο, αλλά σταδιακά, με αργό ρυθμό φαίνεται να ωριμάζει. Στο εν λόγω αφιέρωμα θα παρουσιάσουμε τις ιδιαίτερες κατηγορίες των ΑΕΚΚ και τις πράσινες μεθόδους που χρησιμοποιούν οι αρμόδιες εταιρείες για την πράσινη διαχείρισή τους.
Κατηγορίες κονιαμάτων και αδρανών υλικών
Τα τσιμεντοκονιάματα χωρίζονται σε διάφορες κατηγορίες ανάλογα με τη σύστασή τους, γεγονός που διαφοροποιεί και τις μεθόδους διαχείρισής τους. Βάσει των φυσικών τους ιδιοτήτων, εκτελείται μία προσεκτική διαδικασία διαλογής υλικών, που θα μπορούσαν να ανακυκλωθούν και να επαναχρησιμοποιηθούν σε επόμενη κατασκευαστική δραστηριότητα. Η μέθοδος αυτή, μακροπρόθεσμα μπορεί να μειώσει τον αρνητικό περιβαλλοντικό αντίκτυπο των κατασκευών και να επιφέρει σημαντικό οικονομικό όφελος στις επιχειρήσεις του κλάδου.
«Το βασικότερο χαρακτηριστικό των κονιαμάτων είναι η ιδιαίτερη ρευστότητα και πλαστικότητα τους κατά το στάδιο της παραγωγής, όταν δηλαδή είναι νωπά. Στη μετέπειτα φάση τους, δηλαδή κατά την πήξη, αποκτούν σημαντική μηχανική αντοχή, σκληρότητα και άλλες φυσικές και χημικές ιδιότητες. Ο διαχωρισμός των κονιαμάτων εξαρτάται κυρίως από το είδος της κονίας και των αδρανών υλικών που αποτελούνται» επεξηγεί ο Χρήστος Λαζαρίδης, Πολιτικός Μηχανικός και Αντιπρόεδρος Δ.Σ. της Λατομεία Αγίου Παντελεήμονα Α.Ε. και συμπληρώνει ότι «οι συνηθέστερες κατηγορίες κονιαμάτων είναι: τα τσιμεντοκονιάματα με συνδετική ύλη το τσιμέντο, τα ποζολανικά κονιάματα που αποτελούνται από άσβεστο και ποζολάνη, τα ασβεστοκονιάματα με συνδετικό υλικό την υδράσβεστο, τα γυψοκονιάματα από γύψο, τα τσιμεντοασβεστόματα που αποτελούνται από τσιμέντο και άσβεστο και τα μαρμαροκονιάματα με συνδετική ύλη τον ασβέστη ή το τσιμέντο».
Με τη σειρά τους και τα αδρανή υλικά διακρίνονται σε κατηγορίες, με κριτήριο το μέγεθος των κόκκων και τις φυσικές τους ιδιότητες. Επί του θέματος ο Χ. Λαζαρίδης σημειώνει πως «βασικό συστατικό των κονιαμάτων αποτελούν τα αδρανή υλικά. Ουσιαστικά πρόκειται για λίθινους κόκκους, οι οποίοι προέρχονται είτε από περισυλλογή (συλλεκτά αδρανή), είτε από θραύση πετρωμάτων (θραυστά αδρανή). Το πιο ιδιαίτερο χαρακτηριστικό τους είναι η μη ενεργή συμμετοχή τους στις διαδικασίες σκλήρυνσης και πήξης κατά την ανάμειξη τους με συγκολλητικά υλικά (κονίες). Τα αδρανή υλικά διαχωρίζονται ανάλογα με το μέγεθος των κόκκων τους στις εξής βασικές κατηγορίες: την παιπάλη (<0,25mm), την άμμο (0,25-4mm), το γαρμπίλι (5,6-11,2mm) και τη σκύρα (7-70mm).
Στρατηγικές για την αξιοποίηση των ΑΕΚΚ
Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, οι οικοδομικές δραστηριότητες είναι υπεύθυνες για την παραγωγή τεράστιου όγκου αποβλήτων, τα οποία καλούνται οι αρμόδιες εταιρείες κατασκευών και ανακύκλωσης να τα διαχειριστούν ορθά, με γνώμονα πάντοτε την προστασία του περιβάλλοντος. Σε παγκόσμια κλίμακα, ο κατασκευαστικός κλάδος λαμβάνει διαρκώς νέα και πιο αυστηρά μέτρα για τη μείωση των παραγόμενων απορριμμάτων και τη μείωση των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα. Τα επόμενα χρόνια θα είναι κρίσιμα για τη χώρα μας, καθώς προβλέπονται ραγδαίες εξελίξεις, που θα επηρεάσουν τον τρόπο λειτουργίας και το επιχειρηματικό γίγνεσθαι των κατασκευαστικών εταιρειών.
Η κυριότερη και πιο αποτελεσματική πράσινη στρατηγική για τη διαχείριση των ΑΕΚΚ στηρίζεται στην πρόληψη, δηλαδή στον προσεγμένο σχεδιασμό για την ελαχιστοποίηση των οικοδομικών αποβλήτων. Έπειτα, τα αδρανή υλικά που θα προκύψουν -καθώς ο εκμηδενισμός τους είναι στις περισσότερες περιπτώσεις ανέφικτος- θα περάσουν από μία διαδικασία διαλογής, ώστε να περάσουν στη φάση της ανακύκλωσης. Η επαναχρησιμοποίηση υλικών είναι ευεργετική για το περιβάλλον και παράλληλα συμβάλλει σημαντικά στον περιορισμού του κόστους κατασκευής. Μέσω των παραπάνω μεθόδων, στόχος είναι να σταματήσει η υγειονομική ταφή, η οποία είναι βασικός ρυπογόνος παράγοντας των γύρω περιοχών.
«Για τη βιώσιμη διαχείριση των ΑΕΚΚ υπάρχει ένα αρκετά υψηλό δυναμικό, δεδομένης της μεγάλης αξίας τους. Η τεχνολογία διαχωρισμού και ανάκτησής τους είναι καλά εδραιωμένη, εύκολα προσβάσιμη και σε γενικές γραμμές αρκετά χαμηλού κόστους στις περισσότερες χώρες της ευρωπαϊκής ένωσης. Ωστόσο, η ποσότητα των παραγόμενων ΑΕΚΚ έχει αυξηθεί κατά πολύ τα τελευταία χρόνια. Αυτό καθιστά ως επιτακτική ανάγκη την ορθολογική διαχείριση τους, κατά το πέρας της ωφέλιμης περιόδου τους» τονίζει ο Χ. Λαζαρίδης και προσθέτει πως «οι βασικές πρακτικές βιώσιμης διαχείρισης των ΑΕΚΚ είναι: η πρόληψη δημιουργίας αποβλήτων, η ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίησή τους, η αρχή ο ρυπαίνων πληρώνει και η ανάκτηση ενέργειας.
Ιδιαίτερης σημασίας χρήζει η ελαχιστοποίηση των ΑΕΚΚ που καταλήγουν σε Χώρους Υγειονομικής Ταφής Απορριμμάτων (ΧΥΤΑ) και σε Χώρους Ανεξέλεγκτης Διάθεσης Αποβλήτων (ΧΑΔΑ).
ασική προϋπόθεση αποτελεί η σχολαστικότερη διαλογή τους σε ανακυκλώσιμα και μη ανακυκλώσιμα υλικά».
Τα είδη οικοδομικών αποβλήτων και η πράσινη διαχείριση τους
Η οικολογική συνείδηση έχει αναπτυχθεί αρκετά τα τελευταία χρόνια στις ελληνικές κατασκευαστικές -ιδιαίτερες στους ηγέτες του κλάδου, καθώς η πράσινη πολιτική επιφέρει βελτίωση της παραγωγικής διαδικασίας, αξιοπιστία στο πρόσωπο της εταιρείας, πιο εύκολη πρόσβαση σε χρηματοδοτήσεις και ανοίγει τον δρόμο για εγχώριες και διεθνείς συνεργασίες. Τη μερίδα τους λέοντος κατέχουν οι επιχειρήσεις ανακύκλωσης, οι οποίες επωμίζονται το δύσκολο έργο διαχείρισης εκατοντάδων τόνων οικοδομικών αποβλήτων και αδρανών υλικών, με πρακτικές φιλικές προς το περιβάλλον.
«Στόχος της εγκατάστασης είναι η προαγωγή ενός καθετοποιημένου συστήματος διαχείρισης και αξιοποίησης αποβλήτων, στον κλάδο των ΑΕΚΚ. Η λειτουργία της δραστηριότητας συντελεί, ως ένα βαθμό, στην αποτροπή του φαινομένου ανεξέλεγκτης απόρριψης των συγκεκριμένων αποβλήτων σε φυσικούς αποδέκτες της περιοχής», υπογραμμίζει ο Νικόλαος Τσομπανίδης, διαχειριστής της εταιρείας Τσομπανίδης Recycle. Επιπλέον, ο ίδιος αναφέρει ότι «τα διαχειριζόμενα απόβλητα που εισέρχονται στη μονάδα, διαχωρίζονται σε τρία διαφορετικά ρεύματα:
- Ρεύμα Α – Απόβλητα από εκσκαφές: Τα απόβλητα αυτά είτε είναι καθαροί εδαφικοί σχηματισμοί, είτε μίγμα από χώματα, θρυμματισμένα τεμάχια ασφάλτου, πλάκες πεζοδρομίου κ.ά.
- Ρεύμα Β – Απόβλητα που έχουν υποστεί διαλογή στη πηγή (ΔσΠ) στο σημείο παραγωγής τους. Τα απόβλητα αυτά προσδιορίζονται σε απόβλητα κατασκευών και κατεδαφίσεων (χωριστά ρεύματα ΑΕΚΚ, όπως σκυρόδεμα, τούβλα, υλικά με βάση το γύψο, υλικάμε προσμίξεις ξύλου, γυαλιού, πλαστικού κ.ά.), ιλύες ή άλλα μη επικίνδυνα απόβλητα που εισέρχονται στην εγκατάσταση σαφώς προ διαλεγμένα στο σημείο παραγωγής τους.
- Ρεύμα Γ – Απόβλητα που δεν έχουν υποστεί διαλογή στη πηγή (ΔσΠ) στο σημείο παραγωγής τους: Σε αυτήν την κατηγορία εντάσσονται τυχόν ανακυκλώσιμα είδη μεικτής συσκευασίας ή τυχόν άλλα απόβλητα».
Αυστηρές προδιαγραφές για την αδειοδότηση λατομείων
Το λατομείο αποτελεί εκσκαφή ή σύστημα εκσκαφών που πραγματοποιείται με σκοπό τη λήψη λατομικών ορυκτών, είτε στη φυσική τους κατάσταση, είτε σε κατάσταση διάλυσης ή εναιώρησης. Από νομική άποψη, λατομικοί χώροι ή λατομεία ορίζονται οι ενιαίοι χώροι από τους οποίους εξορύσσονται τα λατομικά ορυκτά. Σε κάθε έναν από αυτούς, θα πρέπει να έχουν χορηγηθεί και να βρίσκονται σε ισχύ οι προβλεπόμενες από τον νόμο εγκρίσεις διενέργειας ερευνητικών εργασιών που αφορούν τα λατομικά ορυκτά, και οι άδειες εκμετάλλευσης αυτών. Οι λατομικές περιοχές αποτελούν εκτάσεις εντός των οποίων χωροθετούνται ένας ή περισσότεροι λατομικοί χώροι εκμετάλλευσης αδρανών υλικών και οι οποίες κρίνονται κατάλληλες, τόσο ως προς την ποιότητα των πετρωμάτων, όσο και ως προς τις επιπτώσεις τους στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον. Η λειτουργία των λατομείων διέπεται από τον Κανονισμό Μεταλλευτικών και Λατομικών Εργασιών (ΚΜΛΕ).
Η λειτουργία ενός λατομείου, αν ξεκινήσει χωρίς τους απαραίτητους ελέγχους και τις σωστές μελέτες, μπορεί αφενός να αποτελέσει τεράστια πηγή μόλυνσης για το φυσικό περιβάλλον και αφετέρου μία αποτυχημένη επένδυση με σημαντικό οικονομικό κόστος για το κράτος και τους ιδιώτες επιχειρηματίες. Με την ισχύουσα νομοθεσία, για να δανειοδοτηθεί ένα λατομείο χρειάζεται 57 επικυρώσεις από δημόσια έγγραφα και 101 υπογραφές από την τοπική αυτοδιοίκηση, τις δασικές υπηρεσίες, τις περιβαλλοντικές αρχές και τους φορείς διαχείρισης προστατευόμενων περιοχών. Πρόκειται για μία διαδικασία χρονοβόρα που περνά από πολλά στάδια, έχοντας ως στόχο την εξασφάλιση της ποιότητας ζωής των πολιτών, αλλά και τη διαφύλαξη της τοπικής χλωρίδας και πανίδας. Το περιβαλλοντικό αποτύπωμα ενός λατομείου είναι δυνατόν να ελεγχθεί κι αυτό σχετίζεται με τον αποτελεσματικό σχεδιασμό, την ασφαλή λειτουργία, τη διαχείριση των εξορυκτικών αποβλήτων και την περαιτέρω αποκατάστασή του.
«Σύμφωνα με τις οδηγίες του υπουργείου περιβάλλοντος και ενέργειας, για το δικαίωμα εκμετάλλευσης λατομικών ορυκτών απαιτείται υποβολή σχετικής γνωστοποίησης από τον εκμεταλλευτή, εφόσον η έκταση είναι ιδιωτική, ενώ σε δημόσιες εκτάσεις είναι απαραίτητη η κατάρτιση σχετικής σύμβασης μίσθωσης μεταξύ του Δήμου και του εκμεταλλευτή. Στη συνέχεια, θα πρέπει να προσκομιστεί και να εγκριθεί τεχνική μελέτη του έργου, η οποία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη νόμιμη λειτουργία του λατομικού χώρου» σημειώνει ο Χ. Λαζαρίδης και συμπληρώνει ότι «για την έγκριση της τεχνικής μελέτης θα πρέπει να πληρούνται οι παρακάτω προϋποθέσεις:
- Έγκριση περιβαλλοντικών όρων.
- Σύμφωνη γνώμη επιθεώρησης μεταλλίων.
- Δικαίωμα εκμετάλλευσης του αιτούμενου χώρου από τον ενδιαφερόμενο.
- Έλεγχος ιδιοκτησιακού καθεστώτος του αιτούμενου χώρου.
- Πιστοποίηση κατηγορίας ορυκτού.
- Ορθολογικός σχεδιασμός της ΤΜ βάση του ΚΜΛΕ περί των δεδομένων έρευνας και εγκατάστασης ή μη ηλεκτρομηχανολογικών εξοπλισμών εντός του λατομικού χώρου.
Αξιολόγηση συμπαραγόμενων παραπροϊόντων (σε ποσότητα και αξία). - Διαπίστωση πληρότητας για την εγκατάσταση ηλεκτρομηχανολογικών εξοπλισμών εντός του λατομικού χώρου.
Για την εισαγωγή των παραγόμενων αδρανών υλικών στην ευρωπαϊκή αγορά, απαιτείται σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή οδηγία 89/106/ΕΟΚ να φέρουν σήμανση CE. Η σήμανση αυτή, ουσιαστικά πιστοποιεί πως το παραγόμενο προϊόν συμμορφώνεται με τις απαιτήσεις των εναρμονισμένων ευρωπαϊκών προτύπων. Οι προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούν τα αδρανή για την πιστοποίηση τους είναι οι εξής: δοκιμές τύπου καταλληλόλητας προϊόντος (Los angeles, κοκκομετρίες, ισοδύναμο άμμου κ.ά), συνεχείς ποιοτικοί έλεγχοι των προϊόντων, εφαρμογή συστήματος ελέγχου παραγωγής, δήλωση συμμόρφωσης από τον παραγωγό, πιστοποίηση του συστήματος ελέγχου παραγωγής από κοινοποιημένο φορέα και ετήσια αξιολόγηση αυτού».
Συμπερασματικά, η πράσινη διαχείριση των τσιμεντοκονιαμάτων και των αδρανών υλικών αποτελεί ένα μείζον θέμα για τον κατασκευαστικό τομέα. Τα οικοδομικά απόβλητα που παράγονται ετησίως, ευθύνονται σε μεγάλο βαθμό για τη ρύπανση του πλανήτη και ο κλάδος λαμβάνει ολοένα και πιο αυστηρά μέτρα για την αντιμετώπιση του προβλήματος. Βασικοί πυλώνες της οικολογικής διαχείρισης των ΑΕΚΚ είναι η πρόληψη, δηλαδή ο περιορισμός των ρύπων μέσω ενός ορθού κατασκευαστικού πλάνου, η ανακύκλωση των αποβλήτων και η επαναχρησιμοποίησή τους σε επόμενες οικοδομικές δραστηριότητες. Η Ελλάδα, έχοντας ως περίτρανο παράδειγμα την Ευρώπη, έχει προβεί σε σχετικές νομοθεσίες για την προστασία του οικοσυστήματος, οι οποίες με αργά βήματα φαίνεται να εφαρμόζονται από την πλευρά των επιχειρήσεων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν τα λατομεία, όπου η αδειοδότησή τους γίνεται υπό πολλές προϋποθέσεις, θωρακίζοντας με τον τρόπο αυτό το φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον.
Η εξοικονόμηση μη ανανεώσιμων πόρων, ο περιορισμός στην κατανάλωση ενέργειας, καθώς και η ανακύκλωση και επαναχρησιμοποίηση των ΑΕΚΚ, είναι ορισμένες μόνο από τις αρχές που καλείται να ασπαστεί ο κατασκευαστικός κόσμος, προκειμένου να ανταποκριθεί στις νέες απαιτήσεις που επιτάσσει η περιβαλλοντική κρίση.