Συγκρατημένη αισιοδοξία για τις κατασκευές στην Ευρωπαϊκή Ένωση παρά τις ελλείψεις υλικών, με τον πόλεμο στην Ουκρανία να αποτελεί έναν αχαρτογράφητο κίνδυνο.

Θετικές προοπτικές για τον κατασκευαστικό τομέα στην Ευρωπαϊκή Ένωση κατά το 2022 και το 2023 διαβλέπει ο Μορίς βαν Σάντε, ανώτερος οικονομολόγος της ING.

Σε μακροσκελές άρθρο του, το οποίο αναρτήθηκε στον ιστότοπο THINK, υποστηρίζει ότι αναμένεται περαιτέρω ανάπτυξη του κλάδου παρά τις ελλείψεις ορισμένων υλικών επισημαίνοντας ότι ο δείκτης εμπιστοσύνης στον κατασκευαστικό τομέα (CIC) ήταν θετικός στις αρχές του έτους, αλλά και προτείνοντας ενίσχυση από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Σύμφωνα με όσα αναφέρει ο Ολλανδός οικονομολόγος, τον Σεπτέμβριο της περασμένης χρονιάς οι κραδασμοί στην εφοδιαστική αλυσίδα από την κρίση του κορονοϊού μείωσαν την προμήθεια δομικών υλικών – γεγονός που οδήγησε σε ελλείψεις και αυξήσεις τιμών.

Σημειώνεται πως τον Αύγουστο του 2021 το 18% των Ευρωπαίων κατασκευαστών ανέφεραν μειωμένη δραστηριότητα εξαιτίας έλλειψης υλικών ή και καθυστερήσεις στην παράδοσή τους. Το ποσοστό αυτό εκτοξεύτηκε στο 29% τον Ιανουάριο του 2022 με τις μεγαλύτερες ελλείψεις να παρατηρούνται σε Γαλλία και Γερμανία. Διευκρινίζεται, ωστόσο, πως η Γαλλία υπερψήφισε νόμο με τον οποίο επιβάλλεται τα μισά από τα υλικά που χρησιμοποιούνται σε δημόσια κτίρια να είναι είτε ξυλεία είτε βιοτεχνολογικά, γεγονός που οδήγησε στην αύξηση της ζήτησης και σε ελλείψεις.

Ελλείψεις στον απόηχο του Covid
Οι ελλείψεις εξακολουθούν να είναι υψηλές σε Γερμανία, Αυστρία και Κάτω Χώρες όσο τα επίπεδα παραγωγής και ως εκ τούτου η ζήτηση είναι και παραμένουν υψηλά. «Αναμένουμε ότι οι ελλείψεις σε δομικά υλικά θα συνεχιστούν για κάποιο διάστημα ακόμα», υπογραμμίζει ο Μορίς βαν Σάντε αποδίδοντας το γεγονός στη στρατηγική «μηδενικού COVID» που ακολουθεί η Κίνα και στα μέτρα που έχουν επιβληθεί για να περιοριστεί ο ιός σε πόλεις και λιμάνια υψηλής σημασίας για τις παγκόσμιες αλυσίδες παραγωγής. «Ωστόσο ελάχιστες κατασκευαστικές εταιρείες αναφέρουν έλλειψη δομικών υλικών σε Βέλγιο, Ισπανία και Τουρκία», υπογραμμίζει.

«Οι τριγμοί στην εφοδιαστική αλυσίδα και το υψηλότερο κόστος της ενέργειας οδηγούν σε αύξηση των τιμών των οικοδομικών υλικών. Το γεγονός αυτό ασκεί πίεση στα περιθώρια κέρδους και οι κατασκευαστικές εταιρείες μετακυλούν τις αυξήσεις στις τιμές πώλησης. Αυτό οδηγεί σε αριθμό ρεκόρ κατασκευαστικών εταιρειών που εξετάζουν να προχωρήσουν σε αυξήσεις στις αρχές του 2022. Συνολικά το 36% των ευρωπαϊκών κατασκευαστικών εταιρειών σχεδίαζε να αυξήσει τις τιμές τον Ιανουάριο του 2022», αναφέρει ο Ολλανδός οικονομολόγος υπογραμμίζοντας πως πρόκειται για το υψηλότερο ποσοστό των τελευταίων είκοσι ετών. «Γερμανικές, αυστριακές και ολλανδικές κατασκευαστικές, συγκεκριμένα, αναμένεται να αυξήσουν τις τιμές πώλησης. Πρόκειται για τις ίδιες χώρες που έχουν έρθει αντιμέτωπες με ελλείψεις υλικών εξαιτίας της υψηλής ζήτησης», παρατηρεί.

Σε υψηλά επίπεδα η επιχειρηματική εμπιστοσύνη
Παρά την πίεση που ασκούν οι τιμές, η επιχειρηματική εμπιστοσύνη, τουλάχιστον για τους περισσότερους κατασκευαστές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, κυμάνθηκε στις αρχές του 2022 σε θετικά και προ της πανδημίας επίπεδα. Τα υψηλότερα ποσοστά σημειώθηκαν σε Αυστρία και Ολλανδία, αναφέρει ο Μορίς βαν Σάντε σημειώνοντας ωστόσο πως η αισιοδοξία στους κατασκευαστές των χωρών αυτών βρισκόταν σε υψηλά επίπεδα και πριν το ξέσπασμα του κορονοϊού και επανήλθε σε αυτά μετά το πρώτο κύμα ενώ η δραστηριότητα του κλάδου συνεχιζόταν, σε μεγάλο βαθμό κατά τα μέτρα περιορισμού. Στην Ισπανία η επιχειρηματική εμπιστοσύνη κυμάνθηκε σε ουδέτερα επίπεδα, παρά την αύξηση της ζήτησης, ενώ στην Τουρκία εξανεμίστηκε, πιθανότατα λόγω της ισχυρής πληθωριστικής πίεσης.

Σταθερότητα στον οικιστικό τομέα
Ο Μορίς βαν Σάντε υποστηρίζει πως η έκδοση οικοδομικών αδειών είναι ένας σημαντικός δείκτης για τις μελλοντικές κατασκευές. Οι μεγάλες ελλείψεις σε στέγη σε πολλές ευρωπαϊκές πόλεις διασφαλίζουν επαρκή ζήτηση στον οικιστικό τομέα με τις νέες άδειες κατοικίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση να παραμένουν σταθερές τα τρία πρώτα τρίμηνα του 2021. Ωστόσο, μέσα στην ερχόμενη χρονιά δεν αναμένεται να διογκωθεί περεταίρω ο κλάδος παρά τις σημαντικές διαφοροποιήσεις από χώρα σε χώρα.

Πιο συγκεκριμένα Ισπανία και Γαλλία επιστρέφουν στα προ κορονοϊού επίπεδα. Η Ισπανία, κατά το τρίτο τρίμηνο το 2021, εξέδωσε λίγες περισσότερες οικοδομικές άδειες σε σχέση με εκείνες στο τέλος του 2019. Παρόμοια εμφανίζεται η κατάσταση στη Γαλλία με την ανάκαμψη ωστόσο να ξεκινάει νωρίτερα. Η αγορά ακινήτων στις δύο χώρες φαίνεται να τονώνεται από τις ανακαινίσεις. Σε Βέλγιο, Γερμανία και Αυστρία υπάρχει ζήτηση για νέες κατοικίες ωστόσο οι ελλείψεις οικοπέδων, οι υψηλές τιμές και οι χρονοβόρες διαδικασίες έκδοσης αδειών θέτουν όρια σε περαιτέρω ανάπτυξη. Στην Ολλανδία ο ρυθμός έκδοσης νέων αδειών ανακόπηκε κατά το τρίτο τρίμηνο του 2021. Η κυβέρνηση της χώρας έχει θέσει ως στόχο την κατασκευή 100.000 κατοικιών τον χρόνο ενώ έχει δεσμευτεί για την επιτάχυνση των αδειών για μεγάλα οικιστικά έργα.

Στην Τουρκία η έκδοση νέων αδειών χαρακτηρίζεται από αστάθεια. Παρότι το τρίτο τρίμηνο του 2021 ο ρυθμός παρέμενε σταθερός και σε σχετικά υψηλά επίπεδα, υπολειπόταν από εκείνο του 2017, προ της χρηματιστηριακής κρίσης που οδήγησε σε αύξηση του κόστους και απότομη πτώση της κατασκευαστικής δραστηριότητας το 2019. «Επιπλέον, το επόμενο στοίχημα για την Τουρκία είναι το πρωταρχικό μέλημα για τον υψηλό πληθωρισμό που οφείλεται, σε έναν βαθμό, από την υποτίμηση της λίρας», αναφέρει ο Μορίς βαν Σάντε.

Χαμηλή η ανάπτυξη για τον κλάδο υποδομών
Περιορισμένη ετήσια ανάπτυξη παρουσίασε ο κλάδος των υποδομών στην Ευρωπαϊκή Ένωση (+1,5%) τον Νοέμβριο του 2021. Κατά την ίδια περίοδο, το 2020, είχε σημειώσει το οριακό +0,2%. Ωστόσο σημειώνονται μεγάλες διαφορές από χώρα σε χώρα. Στην Ισπανία ο τομέας, που δοκιμάστηκε από την οικονομική κρίση, βρέθηκε σε «ελεύθερη πτώση» καθώς πολλά έργα σταμάτησαν κατά το πρώτο λοκντάουν. Ωστόσο οι Ισπανοί εργολήπτες δηλώνουν αισιόδοξοι στις αρχές του 2022, με τη χώρα να συγκαταλέγεται στις περισσότερο ευνοημένες από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης.

Στην Ευρωπαϊκή Ένωση ο κλάδος των υποδομών παραμένει σταθερός κατά την τελευταία δεκαετία. Ωστόσο υποχώρησε μερικώς μετά την οικονομική κρίση. Ο όγκος της δραστηριότητας βρίσκεται περίπου στα ίδια επίπεδα σε σχέση με μία δεκαετία πριν, σε Βέλγιο, Κάτω Χώρες και Γαλλία. Στη Γερμανία, τα τελευταία δέκα χρόνια, αυξήθηκε περισσότερο από 30% λόγω των επενδύσεων στο οδικό και στο σιδηροδρομικό δίκτυο. Ο κλάδος αποδείχθηκε ανθεκτικός στη Γερμανία, είναι άλλωστε η μόνη χώρα που δεν σημειώθηκε μείωση του όγκου το 2020.

Το 2021, παρέμεινε σταθερός, ωστόσο αναμένεται ότι θα αυξηθεί εκ νέου. Για την Ισπανία προβλέπεται ανάκαμψη του κατασκευαστικού όγκου χωρίς ωστόσο να αντισταθμίζεται η υποχώρηση της τελευταίας διετίας. Στην Ολλανδία σημειώθηκε μικρή ανάπτυξη το 2021 η οποία αναμένεται να ενισχυθεί το 2022 και το 2023. Ανάλογες είναι οι προβλέψεις για Γαλλία και Βέλγιο στις οποίες ο κλάδος επλήγη σοβαρά από την πανδημία το 2020. Ωστόσο στη Γαλλία ούτε και φέτος ο κατασκευαστικός τομέας δεν θα πλησιάσει τα επίπεδα στα οποία βρέθηκε πριν από την πανδημία. Το τοπίο παραμένει θολό στην Τουρκία εξαιτίας των επιπτώσεων από τον υψηλό πληθωρισμό.

Ανησυχία στις αγορές από τον πόλεμο στην Ουκρανία
Και ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία μαίνεται, πληθαίνουν οι προειδοποιήσεις για νέους τριγμούς στην εφοδιαστική αλυσίδα, ελλείψεις σε υλικά και όπως είναι ήδη εμφανές αυξήσεις στις τιμές των καυσίμων.

«Καταπονημένες από τόσες δοκιμασίες τα τελευταία δύο χρόνια οι αλυσίδες εφοδιασμού δεν είχαν χρόνο να ανακάμψουν και τώρα βρισκόμαστε ενώπιον ενός κρίσιμου σημείου καμπής που θα μπορούσε να έχει επιπτώσεις τόσο στην προσφορά όσο και στο κόστος, στη βιομηχανία και στην κατανάλωση για τα επόμενα χρόνια» επισημαίνει η Κέιτι Τάμπλιν, CPO της συμβουλευτικής Achilles και επικεφαλής συγγραφέας σχετικής μελέτης. Από την πλευρά του ο Χάιμο Σόιχ, επικεφαλής της αυστριακής Wienerberger, που κατασκευάζει οικοδομικά υλικά, προειδοποιεί πως ένας μακρύς πόλεμος θα μπορούσε να πλήξει τις επιχειρηματικές και επενδυτικές αποφάσεις στην Ευρώπη και στη Β. Αμερική. Σημειώνεται ωστόσο πως οι εγκαταστάσεις της εταιρείες στη Ρωσία παραμένουν σε λειτουργία. Την ίδια ώρα, Βρετανοί εργολήπτες, σύμφωνα με τους FT, κάνουν ήδη λόγο για ελλείψεις σε υλικά όπως τούβλα και κεραμίδια αλλά και πλαστικά που ενδέχεται να ενταθούν αν από τον πόλεμο στην Ουκρανία αυξηθεί περισσότερο η τιμή της ενέργειας, γεγονός που αναμένεται να προκαλέσει καθυστερήσεις στην κατασκευή κατοικιών και βιομηχανικών μονάδων.

Τέλος, παράγοντες της αγοράς ακινήτων στις ΗΠΑ, εκτιμούν ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία συντελεί ώστε να αυξηθούν ακόμα περισσότερο οι τιμές των ακινήτων. Σημειώνεται πως για πιθανές «πολλαπλές επιπτώσεις» στις τιμές των υλικών έκανε λόγο και η Associated General Contractors of America. «Ο πόλεμος ενδέχεται να οδηγήσει σε αύξηση της τιμής των καυσίμων, του χαλκού και του αλουμίνιου, ενώ φορτηγά πλοία στην περιοχή είτε έχουν ακινητοποιηθεί, είτε καθυστερούν» αναφέρεται χαρακτηριστικά.

Με στοιχεία από THINK, Fortune, PBC Today, Construction News, FT