Αδιαμφισβήτητα, τα αειφόρα (πράσινα) κτίρια σημειώνουν πλέον ανοδική τάση στον κατασκευαστικό χώρο, όπως και στον χώρο της ανάπτυξης ακινήτων στην Ελλάδα, μια τάση που επηρεάστηκε σημαντικά από την αντίστοιχη ευρωπαϊκή (αλλά και παγκόσμια) πορεία και ανάπτυξή τους και έχει οδηγήσει στη συνεχή αύξησή τους.
Σήμερα, στην Ελλάδα, υπάρχουν περίπου 90 πράσινα κτίρια επίσημα πιστοποιημένα με ορισμένα από τα πιο γνωστά διεθνή συστήματα πιστοποίησης αειφόρων κτιρίων (LEED, BREEAM και DGNB), ένας αριθμός που αυξάνεται (όχι με τόσο γρήγορο ρυθμό όσο στην υπόλοιπη Ευρώπη) και πρόκειται να αυξηθεί ακόμη περισσότερο τα επόμενα χρόνια.
Προς το παρόν, υποψήφια για πιστοποίηση είναι κυρίως τα κτίρια γραφείων, τα εμπορικά κέντρα αλλά και κάποια ξενοδοχεία, ενώ στις κατοικίες οι συνθήκες αποδεικνύονται μάλλον ευκολότερες για νέα κτίρια, όπου η διαδικασία πιστοποίησης μπορεί να ξεκινήσει από την αρχή του σχεδιασμού (concept design) αλλά αρκετά δυσκολότερες στα υφιστάμενα κτίρια, όπου το καθεστώς των πολλών ιδιοκτησιών προκαλεί καθυστερήσεις και δεν είναι πάντα εύκολο να γίνουν πιστοποιήσεις.
«Ψήφο» εμπιστοσύνης από τράπεζες και χρηματοπιστωτικά ιδρύματα
Όλο και περισσότερες εταιρείες ανάπτυξης ακινήτων και ιδιοκτήτες ακίνητης περιουσίας αντιλαμβάνονται τη σημασία των αειφόρων κτιρίων και των αντίστοιχων πιστοποιήσεων, κάτι που σε μεγάλο βαθμό συμβαίνει γιατί οι ιδιοκτήτες συνειδητοποιούν ότι μπορούν να αυξήσουν τα έσοδά τους από την ενοικίαση χώρου, να πετύχουν υψηλές αξίες μεταπώλησης του ακινήτου και να αποκτήσουν πρόσβαση σε λύσεις «πράσινης» χρηματοδότησης, που τα τελευταία χρόνια βρίσκονται σε ανοδική πορεία.
Μια σειρά από νομοθετικές ρυθμίσεις, κυρίως Ευρωπαϊκές αλλά και εγχώριες, αποτελούν βασικό παράγοντα ώστε τόσο τα νέα κτίρια όσο και (κυρίως) το υφιστάμενο απόθεμα να καταστούν αειφόρα (πράσινα). Ειδικά η EPBD (οδηγία για την ενεργειακή απόδοση των κτιρίων), που έχει υιοθετήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση, οδηγεί τις εξελίξεις στο θέμα αυτό αλλά και στις χρηματοδοτήσεις των νέων έργων και, φυσικά, των ανακαινίσεων του υφιστάμενου αποθέματος (renovation wave).
Οι τράπεζες και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα επιθυμούν να αυξήσουν τον δανεισμό τους για αειφόρες δράσεις και κτίρια και να συμμορφωθούν με τα νέα δεδομένα που έρχονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως το EU Taxonomy, που δίνει βαρύτητα στις δράσεις και, βέβαια, στα κτίρια με αειφόρα χαρακτηριστικά.
Καθοριστικός παράγοντας στην ανοδική τάση των αειφόρων κτιρίων είναι και η ενσωμάτωση σε αυτά νέων τεχνολογιών (ενεργειακά αποδοτικά συστήματα θέρμανσης – ψύξης, έξυπνα συστήματα ελέγχου) και νέων αειφόρων υλικών, που ενισχύουν την ελκυστικότητά τους, αφού βελτιώνονται οι συνθήκες λειτουργίας τους, τα σχετικά κόστη (κατανάλωση ενέργειας κ.λπ.),
αλλά και η υγεία και ευεξία των χρηστών.
Στα παραπάνω έρχεται να προστεθεί ο καταλυτικός ρόλος των συστημάτων αξιολόγησης και πιστοποίησης της αειφορίας των κτιρίων (BREEAM, LEED, DGNB): ένα κτίριο μπορεί να έχει κάποια αειφόρα χαρακτηριστικά, ακόμη και χωρίς να είναι κατ’ ανάγκη επίσημα πιστοποιημένο. Εντούτοις η αξία της πιστοποίησης έγκειται ακριβώς στο γεγονός ότι το αξιολογεί με ολιστικό τρόπο και σε διάφορες κατηγορίες των χαρακτηριστικών του (ενέργεια, κατανάλωση νερού, απόβλητα, προσβάσεις, βιοποικιλότητα κ.α.), γεγονός που δίνει την πραγματικά αειφόρα διάστασή του και το κάνει ελκυστικό τόσο για πιθανούς επενδυτές όσο και για ενοικιαστές (κυρίως εταιρείες), που έχουν ως στρατηγική επιλογή τη χρήση επίσημα πιστοποιημένων κτιρίων.
Το μέλλον των αειφόρων κτιρίων
Το μέλλον των αειφόρων κτιρίων θα χαρακτηριστεί από την ακόμη μεγαλύτερη χρήση νέων καινοτόμων τεχνολογιών αλλά και κατασκευαστικών υλικών, με στόχο τη μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος. Οι αρχές της κυκλικής οικονομίας εφαρμόζονται ολοένα και περισσότερο στα κτίρια, βελτιώνοντας την αποδοτικότητα των πόρων, την ανακύκλωση υλικών και τη μείωση των αποβλήτων.
Κεντρικό πυλώνα ανάπτυξης των συγκεκριμένων κτιρίων θα αποτελέσει ο ανθεκτικός σχεδιασμός (που λαμβάνει υπόψη τις αλλαγές από την κλιματική κρίση, όπως είναι τα φυσικά φαινόμενα, οι πλημμύρες κ.λπ.), με τα συστήματα πιστοποίησης να έχουν ήδη εντάξει στα κριτήριά τους προβλέψεις για τη σύνταξη μελετών σχετικών με κινδύνους από πλημμύρες και φυσικές καταστροφές.
Ασφαλώς, για πολλούς υπάρχουν και προβληματισμοί όπως το κόστος των παρεμβάσεων που σχετίζονται με την αειφορία. Ωστόσο, έχει πλέον αποδειχθεί ότι τα κτίρια αυτά ενδέχεται μεν να παρουσιάζουν ένα ελαφρώς αυξημένο κόστος στα αρχικά στάδια κατασκευής αλλά, συγχρόνως, έχουν και πολύ μεγάλα οφέλη κατά τη λειτουργία σε όλο τον κύκλο ζωής τους και στην ευεξία των χρηστών τους. Μπορούν π.χ. να χρησιμοποιούν συστήματα θέρμανσης/ψύξης που είναι ακριβότερα ως αρχική επένδυση αλλά είναι ενεργειακά αποδοτικά, οδηγώντας σε μειωμένα κόστη ενέργειας και στη σωστότερη ρύθμιση της εσωτερικής ατμόσφαιρας των κτιρίων.
Ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο διαδραματίζει η σωστή ενημέρωση και εκπαίδευση των ενδιαφερομένων μερών (μελετητών, επενδυτών, ιδιοκτητών), προκειμένου να γίνονται κατανοητά τα πλεονεκτήματα των αειφόρων κτιρίων. Τέλος, θα χρειαστούν ακόμη πιο αυστηρές νομοθετικές ρυθμίσεις ώστε να υιοθετηθούν με γρηγορότερους ρυθμούς οι αειφόρες πρακτικές στα κτίρια και να επιτευχθεί συμμόρφωση σε όλο το φάσμα των κατασκευών. Η υιοθέτηση και εξάπλωση της χρήσης των συστημάτων πιστοποίησης είναι εξαιρετικής σημασίας για το μέλλον, καθώς θα αποτελέσουν οδηγό για την ενσωμάτωση αειφόρων πρακτικών στον κύκλο ζωής των κτιρίων, θα καταδείξουν τα μακροπρόθεσμα θετικά αποτελέσματα των πρακτικών αυτών και θα καταστήσουν τα κτίρια αυτά πιο ελκυστικά για τους επενδυτές και τους χρήστες αλλά και πιο ανθεκτικά απέναντι στην κλιματική κρίση και τις συνέπειές της στις επόμενες δεκαετίες.