Θετικές οι προοπτικές κατασκευής στην Ελλάδα, με επέκταση των δημοσίων έργων και νέες επενδύσεις στην αγορά ακινήτων. Ο υποστηρικτικός ρόλος της πολιτείας αναμένεται να αποτελέσει το κλειδί για την εκτόξευση του κλάδου.

Σήμερα, ο κατασκευαστικός κλάδος στην Ελλάδα εξελίσσεται ξανά στη φάση μια έκτακτης συνθήκης. Από το 2010 και μετά, πορεύτηκε πρώτα στη φάση της μεγάλης ύφεσης και των μνημονίων, μετά της πανδημίας και τώρα της ενεργειακής κρίσης, του πληθωρισμού και της ακρίβειας. Ύστερα από τις δυσκολίες των ετών του μνημονίου, η τάση ανάπτυξης που παρατηρείται στον κατασκευαστικό κλάδο είναι θετική. Τα δημόσια έργα επεκτάθηκαν, αφού το νέο και πιο αυστηρό πλαίσιο υλοποίησης οδήγησε στην εξασφάλιση των πόρων και στην υποχρεωτική ρευστότητα για την έγκαιρη εξόφληση των αναδόχων. Τα ιδιωτικά έργα δειλά δειλά επανήλθαν, ειδικά μέσα στην πανδημία, αφού επανήλθε δυναμικά η ζήτηση για σύγχρονες κατοικίες ενεργειακής κλάσης Α και για νέες επενδύσεις στην αγορά ακινήτων, όπως στον τομέα του τουρισμού. Οι εναπομένουσες τεχνικές και κατασκευαστικές εταιρείες, από το σάρωμα της εποχής του μνημονίου, επέστρεψαν δριμύτερες και πλέον, το 2022, διαθέτουν την απαραίτητη δομή για να ανταπεξέλθουν στις απαιτήσεις της νέας εποχής.

Ανοίγει ο δρόμος για τον εκσυγχρονισμό των δημοσίων υποδομών
Σήμερα οι προοπτικές και τάσεις των κατασκευών στην Ελλάδα είναι θετικές. Οι δημόσιες υποδομές έχουν μεγάλη ανάγκη νέων κατασκευών και αναβάθμισης, οι οδικές υποδομές απαιτούν αναβάθμιση, ενώ δρομολογούνται νέα συγκοινωνιακά έργα. Οι κτιριακές υποδομές χρειάζονται αναβάθμιση. Επίσης, επικρατεί μια σχετικά διάχυτη θετική πολιτική βούληση για τον άμεσο εκσυγχρονισμό των δημοσιών υποδομών όλων των τύπων και μάλιστα τα τελευταία έτη έχει δρομολογηθεί και υλοποιείται ένα ευρύ πρόγραμμα δημοσίων υποδομών όλων των τύπων (ΜΕΤΡΟ, οδικά, κτιριακά, ΣΔΙΤ, ΑΠΕ, κλπ.) Η χρηματοδότηση είναι εφικτή και υπαρκτή αφού τα δημόσια οικονομικά των περισσότερων φορέων της πολιτείας έχουν βελτιωθεί και η δυνατότητα δανεισμού είναι καλύτερη αλλά και η σημερινή νομοθεσία επιβάλλει την εξασφάλιση των πόρων για την προκήρυξη ενός τεχνικού έργου.

Και οι ιδιωτικές υποδομές έχουν μεγάλη ανάγκη νέων κατασκευών και αναβάθμισης, με τα ακίνητα έτους κατασκευής άνω της 20ετίας να διαθέτουν την τιμητική τους στην ελληνική αγορά ακινήτων. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία από το συνολικό κτιριακό απόθεμα, στη χώρα των 5 εκατ. κτιριακών μονάδων, το 85% αυτών κατασκευάστηκε περίπου μέχρι το 2000, γεγονός που καθιστά αντιληπτό το πόσο σημαντική είναι η τάση κατασκευής νεόδμητων ακινήτων και η πλήρης ανακαίνιση ή ενεργειακή αναβάθμιση του μεγαλύτερου ποσοστού των κτιρίων και ακινήτων της χώρας. Ειδικά την εποχή της ενεργειακής κρίσης, η ενεργειακή εξοικονόμηση συνιστά σίγουρα μια ισχυρή τάση για τις ιδιωτικές κατασκευές.

Πρόσφατη οδηγία στην ΕΕ τοποθετεί συγκεκριμένα ασφυκτικά χρονικά όρια για την κατάταξη των κτιρίων αλλά με εκατομμύρια κτίρια παλαιότητας κατασκευής και εκατ. ιδιοκτήτες χωρίς την απαραίτητη εισοδηματική ή αποταμιευτική δύναμη, είναι πρακτικά πολύ δύσκολο να βρεθούν οι ιδιωτικοί πόροι, ειδικά από τα φυσικά πρόσωπα και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Συνεπώς, πρέπει το χρονικό διάστημα να επεκταθεί σημαντικά αλλά και να επενδυθούν από την πολιτεία και την Ευρωπαϊκή Ένωση σημαντικοί χρηματοδοτικοί πόροι. Τα προγράμματα τύπου «Εξοικονομώ» οφείλουν να διευρυνθούν και να πολλαπλασιαστούν, τόσο για κύριες κατοικίες όσο και επαγγελματικά κτίρια. Παράλληλά, πρέπει να υιοθετηθούν ρηξικέλευθες προτάσεις όπως και αυτή της ΠΟΜΙΔΑ για την υλοποίηση της ενεργειακής αναβάθμισης και ανακαίνισης, με επιστροφή φόρου ίση με το 40% της αξίας όλου του έργου, εργασίας και υλικών μέσω της φορολογίας εισοδήματος ΕΝΦΙΑ και κάθε άλλου φόρου προς το Ελληνικό Δημόσιο.

Επενδυτικό κλίμα εμπιστοσύνης για την Ελλάδα
Θετικό είναι το γεγονός ότι τα τελευταία έτη σε επίπεδο ΑΕΕΑΠ και μεγάλων τεχνικών και κατασκευαστικών ομίλων υλοποιείται ένα σημαντικό πρόγραμμα επενδύσεων σε ακίνητα και κτίρια διαφορετικών τύπων, που αφορά κατοικίες, γραφεία, ξενοδοχεία, εμπορικής χρήσης αλλά και δημόσια ακίνητα. Σε αρκετές περιπτώσεις όλες οι σύγχρονες κατασκευές είναι ενεργειακής κλάσης Α και πιστοποίησης LEED, κάτι που δημιουργεί μια νέα ισχυρή τάση κατασκευών κορυφαίας ποιότητας και ενεργειακής λειτουργίας.

Η επένδυση σε έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας συνεχίζεται και αναμένεται να αυξηθεί με την ενεργειακή κρίση. Παράλληλα, εμβληματικές και μεγαλύτερου εύρους αναπτύξεις, με χαρακτηριστική αυτή του Ελληνικού, επιταχύνουν την υλοποίηση τους και εκτός της άμεσης σημαντικής ωφέλειας τους (νέες θέσεις εργασίας, ΑΕΠ, κλπ.) ασκούν μια ευρεία δευτερογενή επιρροή, δημιουργώντας ισχυρό επενδυτικό κλίμα εμπιστοσύνης στην Ελληνική Οικονομία και τοποθετώντας την υψηλά στο διεθνές στερέωμα της σημαντικής ρευστότητας για επενδύσεις. Το Δημόσιο διαθέτει ένα σημαντικό εργαλείο, εν’ υπνώσει, που οφείλει επιτέλους να το ενεργοποιήσει για την ενίσχυση του κατασκευαστικού και τεχνικού κλάδου αλλά και της αγοράς ακινήτων, με τα χιλιάδες δημόσια αναξιοποίητα δημόσια ακίνητα. Άμεσα πρέπει το πρόγραμμα αξιοποίησης του να επιταχυνθεί με ουσιαστική δράση, είτε στέγασης φορέων του Δημοσίου, μίσθωσης ή παραχώρησης των κενών δημοσίων ακινήτων.

Εν κατακλείδι, οι προοπτικές και τάσεις του κατασκευαστικού κλάδου είναι θετικές με μεγάλο εμπόδιο και παράγοντας αβεβαιότητας την ενεργειακή κρίση και την αύξηση κόστους, που τα εταιρικά στελέχη και οι επιστήμονες του κλάδου μπορούν να διαχειριστούν αποτελεσματικά με την ικανότητα και την εμπειρία τους. Επίσης οι εκατ. Ιδιοκτήτες, αντιλαμβανόμενοι τη σπουδαία σημασία της ακίνητης περιουσίας, επιθυμούν να επενδύσουν σε αυτή αρκεί να βρεθούν οι χρηματικοί πόροι. Η πολιτεία χρειάζεται να λειτουργήσει υποστηρικτικά για τα απλά και σύνθετα ζητήματα, παρέχοντας πρακτικές λύσεις σε θέματα γραφειοκρατίας, νομοθετικού πλαισίου, κινήτρων, νέων έργων και χρηματοδότησης. Ισχύς εν τη ενώσει, αυτό είναι το ζητούμενο και το μεγάλο στοίχημα για να γίνουν οι θετικές προοπτικές πραγματικότητα.