Το ΒΙΜ είναι μία πρωτοποριακή τεχνολογία, η οποία αδιαμφισβήτητα πρωταγωνιστεί στον κόσμο των κατασκευών. Εντούτοις, ποια είναι τα πραγματικά οφέλη που προσφέρει και ποιες οι προσαρμοστικές δυσκολίες;

Μέρα με τη μέρα, η εφαρμογή του λογισμικού BIM (Building Information Modeling) φαίνεται να θεωρείται επιτακτική για τη σύγχρονη βιομηχανία κατασκευών. Ήδη η πλειοψηφία των κρατών αξιοποιεί μεθόδους, ώστε να καταστεί πιο οικονομική και αποδοτική η διαδικασία κατασκευής, από το πρώιμο στάδιο σχεδιασμού, μέχρι και την τελική ολοκλήρωση του εκάστοτε οικοδομήματος. Για τον σκοπό αυτό, η χρήση του ΒΙΜ αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την εκπόνηση καινοτόμων έργων, υψηλών προδιαγραφών.

Σχεδιαστικό εργαλείο για κάθε έργο
Μία από τις σημαντικότερες λειτουργίες του BIM είναι ότι αναπαριστά ψηφιακά, σε τρισδιάστατη μορφή, δομικά μοντέλα. Ωστόσο η εφαρμογή αυτή, διαφέρει άρδην από μία απλή 3D προσομοίωση, που προσφέρει πλήθος αντίστοιχων προγραμμάτων σχεδιασμού. Το ΒΙΜ αποθηκεύει τεράστιο όγκο πληροφοριών για κάθε δομικό μέρος της κατασκευής, παρέχοντας έτσι μία πιστή απεικόνιση της τελικής μορφής του έργου.

Λόγω της ευελιξίας του και των πλεονεκτημάτων που προσφέρει, το ΒΙΜ μπορεί να χρησιμοποιηθεί ευρέως τόσο σε έργα μεγάλης κλίμακας, όσο και σε μικρότερα project. Σύμφωνα με τον Νικόλαο Αγραφιώτη, Senior Project Architect, τομέας μελετών & αδειοδοτήσεων ιδιωτικών έργων Της Delta Engineering – Σύμβουλοι Μηχανικοί, μέλος του Ομίλου Σαμαράς & Συνεργάτες: «Το μεγαλύτερο προτέρημα του σχεδιασμού με τη χρήση της τεχνολογίας BIM, είναι η τυποποίηση της πληροφορίας και η αυτόματη ενημέρωση στο σύνολο του έργου, όχι μόνο σε συνολικές δομές, αλλά και σε επιμέρους δομικά στοιχεία, όπου ανεξαρτήτως κτιριακού μεγέθους, επαναλαμβάνονται και συνδέονται μεταξύ τους για την ολοκλήρωση του έργου. Σαφώς, τα οφέλη είναι ιδιαίτερα εμφανή και αυξημένα σε μεγαλύτερου βεληνεκούς έργα, όπου απαιτείται πολύπλοκος συντονισμός όλων των μηχανικών.

Επίσης, η μεταφορά της πληροφορίας σε κάθε στάδιο της μελέτης και της κατασκευής, μέσω των προγραμμάτων BIM, διευκολύνει το έργο. Παρόλα αυτά, η εξοικονόμηση χρόνου και ο έλεγχος σε κάθε φάση του σχεδιασμού, αναλογικά με το μέγεθός του, παρατηρείται και σε μικρά έργα, καθώς, μεταξύ άλλων, στα πλεονεκτήματα του σύγχρονου σχεδιασμού BIM εντάσσονται και πρόσθετες υπηρεσίες και δυνατότητες, όπως φωτορεαλισμός, ολιστικός σχεδιασμός κ.ά.».

Σχετικά με την εφαρμογή του ΒΙΜ, η Αφροδίτη Γκαραγκούνη, πολιτικός μηχανικός στην Αρμός Προκατασκευές, υπογραμμίζει: «Στη fast paced αγορά του σήμερα, είναι σημαντικό η κάθε εταιρεία να μένει ενημερωμένη ανεξαρτήτως του μεγέθους της ή του βεληνεκούς των projects της. Το BIM έχει εφαρμογή σε έργα μικρής και μεγάλης κλίμακας και σύντομα θα εξελιχθεί σε industry standard και στην Ελλάδα. Το ΒΙΜ δίνει μία ολιστική προσέγγιση στην διαχείριση των έργων, καθώς προάγει την επικοινωνία μεταξύ των εμπλεκομένων σε όλο τον κύκλο ζωής της κατασκευής. Με το στοιχείο του visualization, αναγνωρίζονται οι αλλαγές στις τρεις διαστάσεις και ενημερώνονται όλα τα σχέδια, γεγονός που αυξάνει την κατανόηση των προβλημάτων και μειώνει τα σχεδιαστικά και κατασκευαστικά λάθη. Εάν σε αυτά προσθέσουμε και την αποδοτικότερη συνεργασία μεταξύ των πολλών ειδικοτήτων, χρησιμοποιώντας για παράδειγμα κοινές πλατφόρμες εργασίας, τα οφέλη στη διαχείριση του έργου είναι αδιαμφισβήτητα. Ακόμα όμως και σε μικρότερα έργα, η εφαρμογή του ΒΙΜ μπορεί να προσθέσει αξία, καθώς κάθε στάδιο της εργασίας βελτιστοποιείται».

Πλεονεκτήματα ΒΙΜ
Ένα από τα κυριότερα προτερήματα του ΒΙΜ είναι ότι όλοι οι επαγγελματίες που ασχολούνται με το project, εργάζονται σε ένα κοινό μοντέλο, το οποίο μπορούν να επεξεργάζονται σε πραγματικό χρόνο. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, όλοι οι φορείς να είναι άμεσα ενημερωμένοι για τις μετατροπές που προκύπτουν και να αποφεύγονται σχεδιαστικά λάθη. Επομένως η πρόληψη σφαλμάτων, μειώνει την πιθανότητα απρόοπτων αναπροσαρμογών κατά την υλοποίηση του έργου και καθιστά εφικτή την τήρηση των προκαθορισμένων χρονοδιαγραμμάτων.
Η Α. Γκαραγκούνη εξηγεί: «Με το κατάλληλα εκπαιδευμένο ανθρώπινο δυναμικό και με τα μοντέρνα εργαλεία της τεχνολογίας, το ΒΙΜ συνεισφέρει στην εξοικονόμηση χρόνου και κόστους ταυτόχρονα. Επομένως, η εταιρεία κερδίζει σε χρόνο και χρήμα και στις τρεις φάσεις του έργου: design – construction – management. Κατά το conceptual design μπορούν με τις πολλές και διαφορετικές προσομοιώσεις να αποφευχθούν προβλήματα και να βρεθούν βελτιστοποιημένες λύσεις. Με μοντέλα και σχέδια σε ενιαία βάση δεδομένων, όπου όλοι οι εμπλεκόμενοι διαθέτουν πρόσβαση στα ίδια, εξοικονομείται χρόνος και χρήμα και παράλληλα διατηρείται διαφάνεια μεταξύ της ομάδας του project».

Η ορθή χρήση του ΒΙΜ από τις απαρχές του εκάστοτε project, μειώνει αισθητά τον χρόνο σχεδιασμού και επιτρέπει τη δημιουργία ρεαλιστικών χρονοδιαγραμμάτων. Επιπλέον το λογισμικό ΒΙΜ, αξιολογώντας τα τοπογραφικά δεδομένα και τις πληροφορίες που συλλέγει από τους συντελεστές του έργου, μπορεί να εξάγει ακριβείς μελέτες, οι οποίες αφορούν την ενεργειακή απόδοση και το κόστος κατασκευής. Πιο συγκεκριμένα, παρέχει πολύτιμες συμβουλές για την επιλογή κατάλληλων υλικών, που θα περιορίσουν τις δαπάνες και ταυτόχρονα θα ανταποκρίνονται στις υψηλές κατασκευαστικές προδιαγραφές.
«Πρωτοφανές κέρδος είναι η αυτοματοποίηση κάποιων φάσεων σχεδιασμού και μελέτης, που χρονικά σχεδόν εκμηδενίζονται. Απαραίτητη βέβαια προϋπόθεση, αποτελεί η επένδυση επαρκούς χρόνου για τη δημιουργία πρότυπων βάσεων. Παραδείγματος χάρη, εφόσον προγραμματιστεί ο τρόπος με τον οποίο υπολογίζονται οι ποσότητες για τα υλικά κατασκευής, το ίδιο πρότυπο χρησιμοποιείται για αυτόματη εξαγωγή λίστας υπολογισμού μεγεθών για κάθε έργο», αναφέρει ο Ν. Αγραφιώτης και συμπληρώνει: «Ιδιαίτερη εξοικονόμηση σημειώνεται και σε επίπεδο κατανόησης ενός Project, καθώς μέσω του BIM, παρέχεται η δυνατότητα αντίληψης και διαμοιρασμού του συνόλου του έργου και όχι απλώς μεμονωμένων τμημάτων και σημειακών λεπτομερειών.

Αν και στην εκκίνηση ενός Project, απαιτείται χρόνος για την τυποποίηση των δομικών στοιχείων και τον ορθό σχεδιασμό, ο χρόνος για αλλαγές κατά τη διάρκεια της μελέτης -ας μην ξεχνάμε ότι ο σχεδιασμός και η μελέτη είναι «ζωντανές» διαδικασίες που απαιτούν προσαρμογή σε κάθε νέο δεδομένο- ελαχιστοποιείται σημαντικά. Αυτό επιτυγχάνεται, καθώς ενημερώνονται όλα τα σχέδια και ταυτόχρονα μειώνεται η πιθανότητα σφαλμάτων και ολοκλήρωσης των τελικών σχεδίων, δίχως να έχουν ενσωματωθεί όλες οι επιμέρους αλλαγές. Παράλληλά, όσο πιο ορθά σχεδιασμένο είναι το έργο, τόσο μικρότερες είναι και οι αποκλίσεις από την υλοποίησή του, όσον αφορά τον προϋπολογισμό, τη φύρα στην παραγγελία υλικών, την οργάνωση του εργοταξίου κ.λπ.».
Σχετικά με τον περιορισμό του κόστους, αλλά και του χρόνου που απαιτείται για την υλοποίηση ενός έργου, η Α. Γκαραγκούνη επισημαίνει: «Το γεγονός λοιπόν, ότι όλες οι πληροφορίες είναι διασυνδεδεμένες και υπάρχει αυτόματος συντονισμός, συνδράμει στην εξοικονόμηση πόρων και στην επιτάχυνση των διαδικασιών. Η τήρηση ή η μείωση του προϋπολογισμού στη φάση υλοποίησης του έργου, σχετίζεται με τη δυνατότητα άντλησης των ακριβών ποσοτήτων υλικών, αλλά και με την καλύτερη κατανόηση των τεχνικών θεμάτων, που μειώνουν σπατάλες και λάθη, τα οποία θα κόστιζαν. Ταυτόχρονα όμως, υπολογίζεται αντιστοίχως το κόστος των εργασιών και η διάρκεια τους στο χρονοδιάγραμμα. Επομένως, μέσω του BIM επιτυγχάνεται ορθότερη διαχείριση και παρακολούθηση, αλλά και διορατικότητα του έργου, μείωση του χρόνου και του κόστους, καθώς αποφεύγονται έξοδα που συχνά προκύπτουν, όχι μόνο στη κατασκευή, αλλά σε όλα τα στάδια της ζωής του έργου».

Δυσχέρειες στην εφαρμογή
Αν και το ΒΙΜ έχει κατά γενική ομολογία, πολλαπλά πλεονεκτήματα, η διάδοσή του δεν γίνεται με τον αναμενόμενο ρυθμό. Σημαντικό ποσοστό των επιχειρήσεων παγκοσμίως, είτε δεν χρησιμοποιεί καθόλου το ΒΙΜ, είτε βρίσκεται σε αρχικό στάδιο γνωριμίας με τη νέα τεχνολογία.
Όπως προαναφέρθηκε, ένα από τα πιο σπουδαία οφέλη του ΒΙΜ είναι ότι άπαντες εργάζονται ταυτόχρονα στο ίδιο δομικό μοντέλο. Εντούτοις, η δυνατότητα αυτή μπορεί να αποβεί μοιραία, αν δεν υπάρχει άψογη συνεργασία μεταξύ των εμπλεκομένων και επαρκής κατάρτιση. Συνεπώς γεννάται η απορία: ποια προβλήματα προκύπτουν στη συνεργασία μεταξύ των συντελεστών κατά την εφαρμογή του ΒΙΜ;
Στο ερώτημα απαντά η Α. Γκαραγκούνη: «Υιοθετώντας το ΒΙΜ, όλοι οι συντελεστές συνεργάζονται αποτελεσματικότερα. Ωστόσο, πάντοτε ενδέχεται ένας ή περισσότεροι συνεργάτες μας να μη χρησιμοποιούν BIM και συνεπώς να μην είναι σε θέση να χρησιμοποιήσουν το υλικό που τους διατίθεται και ακολούθως, να δημιουργείται ένα “gap” στη ροή πληροφορίας. Αυτό συνήθως συμβαίνει, διότι ορισμένοι δεν είναι επαρκώς ενημερωμένοι σχετικά με το BIM ή δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν οικονομικά στην αγορά λογισμικών ή την εκπαίδευση του προσωπικού τους. Και εντός του οργανισμού μας, η διαδικασία της τεχνολογικής μετάβασης δεν έχει την ίδια ταχύτητα για όλους, με κάποιους να δείχνουν προτίμηση σε νέα εργαλεία και άλλους να δυσκολεύονται στην υιοθέτηση τους. Τέλος, παρατηρούμε ότι και οι πελάτες πολλές φορές δεν γνωρίζουν ή δεν απαιτούν τη χρήση του BIM στα έργα τους. Αδιαμφισβήτητα, η συνύπαρξη BIM και non-BIM σε ένα έργο δημιουργεί gaps επικοινωνίας και αρκετό re-work, με αποτέλεσμα να μειώνει δραστικά τα οφέλη και να αποθαρρύνει την καθολική χρήση του ΒΙΜ».

Ο Ν. Αγραφιώτης, από πλευράς του, τονίζει: «Ο σχεδιασμός BIM απαιτεί ισχυρές βάσεις γνώσεων κατασκευής και απόλυτη προσήλωση κατά τη διάρκεια της διαμόρφωσης του μοντέλου, ώστε να αποφεύγονται εσφαλμένες καταχωρήσεις και παρανοήσεις. Ο έλεγχος ταυτοποίησης των μελετών και διασταύρωσης των πληροφοριών, ανεξαρτήτως προγράμματος -η συνεργασία γίνεται με universal αρχεία τύπου IFC- γίνεται κατά κύριο λόγο σε 3D περιβάλλον, ενώ τα σχέδια κατασκευής παραμένουν δισδιάστατα 2D (όπως κατόψεις, όψεις κ.λπ.). Η συνηθέστερη δυσκολία είναι, όταν η επεξεργασία των πληροφοριών γίνεται «χειροκίνητα» (manually) μόνο σε επίπεδο 2D, χωρίς να ενημερώνεται το 3D μοντέλο. Έτσι διακόπτεται η απρόσκοπτη επικοινωνία των μεταβολών στο σχεδιασμό, με αποτέλεσμα να μεταφέρεται διαφορετική πληροφορία στους μελετητές και άλλη στους κατασκευαστές in situ».

Εκπαίδευση των στελεχών
Ένα επιπλέον πρόβλημα, το οποίο προκύπτει στην εκπαίδευση των στελεχών, είναι ο ατέρμονος διάλογος για το ποιος καλείται να αναλάβει την κατάρτιση στο ΒΙΜ. Υπάρχει διχογνωμία, για το αν η κάθε επιχείρηση, με ατομική πρωτοβουλία, πρέπει να προχωρήσει στην εκπαίδευση της νέας τεχνολογίας ή αν είναι πιο θεμιτό να γίνονται επιμορφωτικά σεμινάρια από πανεπιστημιακούς φορείς.
Επί του θέματος, o Ν. Αγραφιώτης δηλώνει: «Η εκπαίδευση γενικότερα επί προγραμμάτων, αναλύσεων και σχεδιασμού για μηχανικούς απαιτεί δύο φάσεις. Η πρώτη αφορά στην εκμάθηση προγράμματος, όταν ο μηχανικός εξοικειώνεται με το σύστημα και αναγνωρίζει τις δυνατότητες και τα οφέλη του, ενώ η δεύτερη φάση σχετίζεται με την έμπρακτη χρήση του, κάτι που διαμορφώνεται και εξελίσσεται με την καθημερινή εμπειρία και την τριβή του μηχανικού σε πραγματικές συνθήκες σχεδιασμού. Λαμβάνοντας τις δύο φάσεις εκπαίδευσης υπόψιν, θα μπορούσε ενδεχομένως το κράτος, σε συνεργασία με τις εταιρείες που εξελίσσουν τα προγράμματα BIM, να συμβάλλουν στην εκπαίδευση των μηχανικών.

Έτσι, θα καταλήξουμε σ’ έναν νέο τομέα απασχόλησης των μηχανικών, που θα επιδίδεται σε ουσιαστικά και ενδιαφέροντα έργα, συμβαδίζοντας με το επίπεδο των μηχανικών της υπόλοιπης Ευρώπης. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, η λειτουργία του ΒΙΜ σε κατασκευαστικό Project, αποτελεί ακολούθως υπόθεση και ευθύνη κάθε εταιρείας/ιδιώτη ξεχωριστά, καθώς θα πρέπει να επενδυθούν πόροι και χρόνος για την περαιτέρω εκπαίδευση του προσωπικού. Προς το παρόν, γίνονται θετικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση από μεγάλες εταιρείες δομικών υλικών και στοιχείων, οι οποίες μοιράζονται δωρεάν έτοιμες βιβλιοθήκες BIM με τα προϊόντα που εμπορεύονται, ενισχύοντας έτσι την υποστήριξη προς τους μηχανικούς».

Για συνεργασία κρατικών φορέων και επιχειρήσεων κάνει λόγο και η Α. Γκαραγκούνη: «Σε ατομικό επίπεδο ο κάθε μηχανικός πρέπει να επιδιώκει την συνεχή του ενημέρωση και τον εκσυγχρονισμό των τεχνολογικών μέσων που χρησιμοποιεί. Η εκπαίδευση στο BIM, ωστόσο, απαιτεί την υποστήριξη του κράτους και του εκάστοτε εργοδότη για την κατάρτιση των μηχανικών. Οι νέοι χρήστες εκτίθενται σε ένα φάσμα δυνατοτήτων, που απαιτούν την απόκτηση νέων δεξιοτήτων. Πέραν από τις εταιρείες, που οφείλουν ανάλογα με τις δυνατότητές τους να υποστηρίξουν τους εργαζομένους τους στην ανάπτυξη των νέων δεξιοτήτων, σημαντική οφείλει να είναι η συμβολή του κράτους και των θεσμών. Για την ομαλή μετάβαση της χώρας μας στη φιλοσοφία του ΒΙΜ, είναι ανάγκη το κράτος να χρηματοδοτήσει τόσο την εκπαίδευση των μηχανικών, όσο και την αγορά των απαραίτητων προγραμμάτων. Ταυτόχρονα, όμως, θα πρέπει και να εξασφαλίσει ότι και οι δημόσιες υπηρεσίες θα εξελιχθούν, ώστε να μπορούν παρακολουθήσουν τα έργα με τεχνολογία ΒΙΜ».

Εν κατακλείδι, τα οφέλη που παρέχει το λογισμικό ΒΙΜ, κυρίως σε επίπεδο δομικού σχεδιασμού, περιορίζει σημαντικά το επιχειρηματικό ρίσκο και το καθιστά ένα από τα πιο αξιόπιστα εργαλεία στον χώρο των κατασκευών. Βέβαια, όπως συμβαίνει με κάθε νέα τεχνολογία, απαιτείται χρόνος για να ξεπεραστούν οι προσαρμοστικές δυσκολίες και να οδεύσουν οι επιχειρήσεις στην καθολική εφαρμογή του.

Του Γιώργου Κατσιμιλή