Μαζικό χαρακτήρα φαίνεται ότι παίρνουν οι αναπλάσεις στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας δημιουργώντας νέες συνθήκες αλυσιδωτής ανάπτυξης.

Οι μεγάλες παρεμβάσεις φαίνεται να ενισχύουν την εικόνα μιας εύρυθμης και τακτοποιημένης λειτουργίας της πόλης αλλά δεν θα είναι αποσπασματικές και τοπικά περιορισμένες. Κοιτάζοντας στον χάρτη γίνεται φανερό ότι το σύνολο του λεκανοπεδίου θα επηρεαστεί από τις μείζονες παρεμβάσεις αλλά και από όσες ελάσσονες θα κληθούν να εξυπηρετήσουν ή να μειώσουν τις όποιες αρνητικές επιπτώσεις που θα δημιουργηθούν από τις πρώτες. Το Ελληνικό ως ενιαίο έργο με την ανάπλαση του Φαλήρου και την παράκτια ζώνη μέχρι τη Βουλιαγμένη, η Διπλή Ανάπλαση Βοτανικού – Αλεξάνδρας, η ανάπλαση της ΠΥΡΚΑΛ και της ΧΡΩΠΕΙ και, τέλος, η ανάπλαση στο Τατόι.
Αλλαγές που σχεδιάζονται με στόχο μια αναβάθμιση σε εξυπηρετήσεις ή εισαγωγή νέων χρήσεων σύντομα παρασύρουν μια σειρά αλλαγών στη δομή της πόλης σαν από ανάγκη προσαρμογής ενός ζωντανού οργανισμού σε νέο περιβάλλον. Από εκεί προκύπτουν πληθώρα θεμάτων που άλλοτε είναι απλά και επιλύσιμα και άλλοτε σοβαρά με δύσκολες τεχνικές αντιμετώπισης. Τα επιμέρους προβλήματα δημιουργούνται από/ή έχουν σχέση με την κατανομή των χρήσεων και τις προσβάσεις. Άλλες αλλαγές έχουν ποιοτικό χαρακτήρα. Στην επένδυση του Ελληνικού (στην καλύτερη περίπτωση) η δημιουργία ενός αναβαθμισμένου αστικού περιβάλλοντος θα λειτουργήσει σαν νέος κώδικας και σύντομα σαν το νέο πρότυπο ποιότητας ζωής. Η επένδυση του Ελληνικού μαζί με την ανάπλαση του Φαληρικού Όρμου και η παράκτια ζώνη μέχρι το Σούνιο θα δημιουργήσουν ένα ενιαίο μέτωπο και θα σηματοδοτήσουν το ουσιατικό άνοιγμα της Αθήνας στη θάλασσα. Αυτό θα αποτελέσει και την αρχή της αλλαγής στη φυσιογνωμία της πόλης που θα αποτυπώνει τη σταδιακά συντελούμενη αλλαγή των συνηθειών των Αθηναίων. Οι βραδινές έξοδοι με θέα την Ακρόπολη θα αντικατασταθούν μερικώς από βραδινές εξόδους στο παραλιακό μέτωπο. Η αναψυχή θα αλλάξει και όνομα και εικόνα.

Το κυβερνητικό πάρκο στην ΠΥΡΚΑΛ
Αν και η σημαντικότερη ανάπλαση στην Αττική είναι αυτή του Ελληνικού, με όρους ποιοτικής επίπτωσης στην Αθήνα θα είναι εκείνη της ΠΥΡΚΑΛ. Η μεταφορά εννέα υπουργείων στη θέση αυτή θα δημιουργήσει μια σειρά ανακατατάξεων στη φυσιογνωμία και λειτουργία της πόλης. Μια σειρά αστικών κενών από τα διάσπαρτα κτίρια των υπουργείων που θα ερημώσουν θα περιμένει τη σειρά της σε επενδύσεις ανακαινίσεων και αλλαγών χρήσης. Επίσης ένα πλήθος από τις μέχρι τώρα εμπορικές εξυπηρετήσεις όλου αυτού του κόσμου θα πάψει ή θα υπολειτουργήσει ενώ νέες θα προκύψουν στην περιοχή πέριξ της ΠΥΡΚΑΛ. Είναι εμφανές ότι η υφιστάμενη κυκλοφοριακή δομή δεν επαρκεί. Αν φανταστούμε ένα πλήθος υπαλλήλων που χρησιμοποιεί το μετρό και δημιουργεί δύο φορές την ημέρα μια ασφυκτική πίεση σε μία γραμμή του μετρό και σε μία στάση του (Δάφνη) αρκεί για να κατανοήσουμε το μέγεθος του προβλήματος. Αν επίσης προσθέσουμε το πλήθος των αυτοκινήτων που θα οδεύουν προς τη συγκεκριμένη περιοχή τις ίδιες ώρες, το πρόβλημα διογκώνεται. Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της Διπλής Ανάπλασης όπου ο αρχικός μας σχεδιασμός προέβλεπε 2.650 θέσεις στάθμευσης με δυνατότητα αύξησης. Όμως, η συχνή κυκλοφοριακή φόρτιση που θα δημιουργούσε η δυνατότητα εύρεσης στάθμευσης τόσο μεγάλου αριθμού επιβατηγών έκανε απαγορευτικό το μέγεθος αυτό και σύντομα καταλήξαμε στις 450 θέσεις.

Η λύση του Μετρό
Η εξυπηρέτηση ενός μεγάλου πληθυσμού που θα κατευθυνθεί σε νέα μόνιμη εργασιακή στέγη στην ΠΥΡΚΑΛ θα είναι από την αρχή προβληματική και θα καταστεί άμεσα ορατή η ανάγκη επέκτασης του μετρό με νέα γραμμή, νέες αστικές γραμμές συγκοινωνίας και επιμέρους αναπλάσεις και παρεμβάσεις. Αρκεί να φανταστούμε ότι ο κυκλοφοριακός φόρτος θα αλλάξει κατεύθυνση και από το κέντρο της Αθήνας θα κατευθυνθεί νοτιότερα μέσα από την Κατεχάκη, την Βουλιαγμένης και την Ηλιουπόλεως, τότε είναι φανερό ότι η λειτουργία των αξόνων αυτών θα επιβαρυνθεί. Το μετρό θα είναι η παρέμβαση αιχμής στη στόχευση αλλαγής της φυσιογνωμίας της πόλης, Ίσως μια νέα γραμμή σε μορφή δακτυλίου που ενώνει τον νότο με τον Πειραιά και τον βορρά με την ανατολή θα ήταν λογική λύση αφού θα δημιουργούσε πολλαπλές εναλλακτικές ροές επιβατικού κοινού, θα αφαιρούσε φόρτο από τους κομβικούς σταθμούς και θα εξυπηρετούσε ένα διευρυμένο δίκτυο πόλων ενδιαφέροντος. Αυτό φαίνεται να λειτουργεί σαν λύση και στη διαφαινόμενη δημιουργία νέων αστικών περιοχών ή αλλαγή της δομής υφισταμένων. Στην περίπτωση της ΠΥΡΚΑΛ νέες χρήσεις, νέα κτίρια και νέοι κάτοικοι θα προκύψουν σε βάθος δεκαετίας ενώ στην περίπτωση του Βοτανικού ένα νέο αστικό τοπίο θα δημιουργηθεί χωρίς ωστόσο να μπορούμε να προσδιορίσουμε τη μορφή που θα προκύψει, αφού ως χρήσεις γης προδιαγράφονται ακόμη εκείνες της βιοτεχνίας και εμπορίου.

Οι αλλαγές στο κέντρο και στο Τατόι
Πέρα από τις παρεμβάσεις μεγάλης προβολής, η μορφή του κέντρου των Αθηνών επίσης θα αλλάξει. Με τις πολλαπλές επενδύσεις σε ακίνητα πέριξ της Ομόνοιας αλλά και τη σχεδιαζόμενη μεταμόρφωση της περιοχής των Εξαρχείων, ένας νέος εκτεταμένος πόλος έλξης στο αστικό τοπίο έρχεται να κεντρίσει το ενδιαφέρον πολλών παραγόντων του τεχνικού κόσμου. Νέο ξενοδοχείο στη συμβολή Μάρνη και Πατησίων, η επέκταση του Αρχαιολογικού Μουσείου και η ενοποίηση με τα κτίρια του Πολυτεχνείου, ο νέος σταθμός μετρό Εξαρχείων της γραμμής 4, η απόδοση του ανακαινισμένου Ακροπόλ κ.ά. θα ενισχύσουν αυτή την υποβαθμισμένη περιοχή των Αθηνών με αλλαγές στις χρήσεις και με άμεση επιρροή στις τιμές γης. Είναι φυσικό ότι θα προκύψουν και εδώ νέες γειτονιές με πολύ αλλαγμένη φυσιογνωμία.
Επιστέγασμα είναι η ανάπλαση στο Τατόι όπου, παρά την πρόσφατη καταστροφή από τις πυρκαγιές, η αλλαγή νοοτροπίας που συντελείται προς όφελος των πολιτών και επηρεάζει όλους μας θα είναι καθοριστική και για μελλοντικές παρεμβάσεις αλλού όπως π.χ. δίκτυα ορεινών διαδρομών, μεγάλες αναπλάσεις σε βιομηχανικές περιοχές (ΔΕΗ) και άλλες.
Η προσδοκώμενη αλλαγή της φυσιογνωμίας της πόλης που συντελείται προκύπτει από τη συσσώρευση επενδυτικών οραμάτων που, στην Ελλάδα του παρελθόντος, δεν είχαν αίσια κατάληξη. Παρ’ όλα αυτά, σε αυτήν τη συγκυρία, πολλές από τις προγραμματιζόμενες παρεμβάσεις φαίνεται ότι θα υλοποιηθούν με τη σφραγίδα του Ταμείου Ανάκαμψης αλλά και το νέο εργαλείο των ΣΔΙΤ που, για τα έργα που έχουν ήδη προκηρυχθεί, δείχνει να κινητοποιεί μεγάλα επενδυτικά σχήματα.

Του Ελευθέριου Διγώνη
*Ο κ. Ελευθέριος Διγώνης είναι αρχιτέκτων, Διευθύνων Σύμβουλος της ΜΕΑΣ Α.Ε. και Γενικός Γραμματέας του Συνδέσμου Ελληνικών Εταιρειών-Γραφείων Μελετών (ΣΕΓΜ)