Η ΕΕΕΠ κατακύρωσε στη ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ την άδεια για το καζίνο στο Ελληνικό, όπως γνωστοποίησε η τελευταία. Πιο αναλυτικά, και σύμφωνα με τη σχετική ανακοίνωση της ΓΕΚ ΤΕΡΝΑ Α.Ε., μετόχου κατά 100% της ATHENS IRC, “την Παρασκευή 22.10.2021, η Επιτροπή Εποπτείας και Ελέγχου Παιγνίων (ΕΕΕΠ) προέβη στην τροποποίηση της οριστικής κατακύρωσης του έργου «Παραχώρηση Άδειας Λειτουργίας Επιχείρησης Καζίνο (ΕΚΑΖ) ευρέος φάσματος δραστηριοτήτων στον Μητροπολιτικό Πόλο Ελληνικού – Αγίου Κοσμά», στην Ένωση Εταιριών με τον διακριτικό τίτλο ATHENS IRC, η οποία αποτελεί μετεξέλιξη της αρχικής Αναδόχου INSPIRE ATHENS, λόγω των μεταβολών που επήλθαν στη μετοχική σύνθεση της τελευταίας.
Η ATHENS IRC τελεί εν αναμονή της ολοκλήρωσης του προσυμβατικού ελέγχου από το Ελεγκτικό Συνέδριο, που θα σηματοδοτήσει και την ολοκλήρωση της σχετικής διαγωνιστικής διαδικασίας”.
Η Ε.Ε. έχει ταχθεί υπέρ της βιωσιμότητας, αειφορίας και των αρχών της κυκλικής οικονομίας στις υποδομές και τα δομικά υλικά. Πόσο κομβικός αναδεικνύεται, πλέον, ο ρόλος της επαλήθευσης της περιβαλλοντικής επίδοσης των δομικών προϊόντων;
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ο κατασκευαστικός κλάδος είναι υπεύθυνος για περισσότερο από το 35% της συνολικής παραγωγής αποβλήτων της Ε.Ε. Οι εκπομπές αερίων θερμοκηπίου από την εξόρυξη υλικών, την κατασκευή δομικών προϊόντων, καθώς και την κατασκευή και την ανακαίνιση κτιρίων υπολογίζονται στο 5-12% των συνολικών εθνικών εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Η χρήση υλικών μεγαλύτερης αποδοτικότητας θα μπορούσε να οδηγήσει σε εξοικονομήσεις της τάξεως του 80% των εκπομπών αυτών.
Με σκοπό τη βελτίωση της αποδοτικότητας των υλικών και τη μείωση των επιπτώσεων στο κλίμα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει θέσει μια νέα ολοκληρωμένη συνεκτική στρατηγική για το κλίμα, την ενεργειακή απόδοση, την αποδοτικότητα των φυσικών πόρων και των υλικών και τη διαχείριση των αποβλήτων από τον κατασκευαστικό κλάδο. Η στρατηγική αυτή περιλαμβάνει την προώθηση των αρχών βιώσιμης ανάπτυξης σε όλο τον κύκλο ζωής των κτιρίων. Βασικός άξονας της στρατηγικής αυτής είναι η έκδοση αναθεωρημένων κανονισμών για τα δομικά προϊόντα που θα προάγουν την κατασκευή κλιματικά ουδέτερων κτιρίων, την κυκλική οικονομία και την αποδοτικότητα των υλικών, και θα συμπεριλαμβάνουν απαιτήσεις για το ποσοστό ανακυκλωμένου περιεχομένου σε ορισμένα δομικά προϊόντα. Επιπλέον, η αξιολόγηση του κύκλου ζωής θα είναι αναπόσπαστο κομμάτι στις δημόσιες συμβάσεις και στο πλαίσιο αειφόρου χρηματοδότησης της ΕΕ.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, οι Περιβαλλοντικές Δηλώσεις Προϊόντος (EPD) μπορούν να αποτελέσουν πολύτιμο αρωγό για τις εταιρείες που επιθυμούν να αποδείξουν και να κοινοποιήσουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των προϊόντων τους και στοχεύουν στη βελτίωση των περιβαλλοντικών επιδόσεων τους.
Στις διεθνείς αγορές είναι αρκετά διαδεδομένη η επαλήθευση Περιβαλλοντικών Δηλώσεων Προϊόντων (EPD). Ποια είναι τα χαρακτηριστικά της που τη διαφοροποιεί από τις άλλες πιστοποιήσεις και πόσο γνωστή είναι στην ελληνική αγορά;
Οι Περιβαλλοντικές Δηλώσεις Προϊόντων (EPD) παρέχουν ένα αξιόπιστο, διαφανές, συγκρίσιμο και επαληθεύσιμο περιβαλλοντικό προφίλ του προϊόντος και δίνουν τη δυνατότητα δημοσιοποίησης των περιβαλλοντικών του επιδόσεων με βάση τις εκτιμήσεις του κύκλου ζωής (LCA), σύμφωνα με τα διεθνώς αναγνωρισμένα Πρότυπα και τα διαθέσιμα ποσοτικά περιβαλλοντικά δεδομένα.
Από τις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας άρχισαν να λειτουργούν, σε διάφορες χώρες του εξωτερικού, προγράμματα τα οποία θέτουν κανόνες και διαχειρίζονται βάσεις δεδομένων στις οποίες οι ενδιαφερόμενες εταιρείες μπορούν να καταχωρούν τις Περιβαλλοντικές Δηλώσεις των προϊόντων τους. Η πιο αντιπροσωπευτική περίπτωση ενός τέτοιου Προγράμματος είναι το INTERNATIONAL EPD® SYSTEM το οποίο είναι ένα παγκόσμιο πρόγραμμα για περιβαλλοντικές δηλώσεις τύπου III που λειτουργούν σύμφωνα με το πρότυπο ISO 14025. Σκοπός του Προγράμματος είναι η επαλήθευση και η καταχώριση των Δηλώσεων EPD και η διατήρηση μιας δημόσιας διαθέσιμης βιβλιοθήκης επαληθευμένων περιβαλλοντικών δηλώσεων, με σκοπό τη μελέτη, την αξιολόγηση ή τη συγκριτική μελέτη τους από κάθε ενδιαφερόμενο.
Επιπλέον, εδώ και αρκετά χρόνια, σχήματα αξιολόγησης κτιρίων, όπως το LEED, το BREEAM, το GREENSTAR, το HQE, κ.ά., τα οποία είναι ενταγμένα στο θεσμικό πλαίσιο πολλών χωρών, όπως οι ΗΠΑ, το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία κ.ά, παρέχουν πλεονεκτήματα για έργα για τα οποία είναι διαθέσιμες οι Περιβαλλοντικές Δηλώσεις των χρησιμοποιούμενων υλικών (π.χ. με επιπλέον μονάδες βαθμολόγησης) και ενθαρρύνουν τη χρήση προϊόντων με πληροφορίες για όλο τον κύκλο ζωής τους.
Με τον τρόπο αυτό, δημιουργούνται βάσεις δεδομένων προϊόντων, με τη βοήθεια των οποίων προάγεται η βελτίωση της αποδοτικότητάς τους και η μείωση του συνολικότερου περιβαλλοντικού αποτυπώματός τους. Οι μέχρι στιγμής συνήθεις περιβαλλοντικές πιστοποιήσεις (π.χ. σύμφωνα με το πρότυπο Συστημάτων Περιβαλλοντικής Διαχείρισης ISO 14001) επικεντρώνονται στη συνολική περιβαλλοντική επίδοση των επιχειρήσεων και δεν δίνουν βαρύτητα στη βελτίωση της περιβαλλοντικής επίδοσης συγκεκριμένων προϊόντων. Πλέον οι επιχειρήσεις μπορούν να έχουν στην φαρέτρα τους ένα πολύ ισχυρό εργαλείο για την ανάπτυξη, τη βελτίωση και την προώθηση των προϊόντων τους στη νέα εποχή της βιώσιμης ανάπτυξης.
Μέχρι και το τέλος του 2020, ελάχιστες ελληνικές εταιρείες είχαν προχωρήσει στη δημοσίευση επαληθευμένης περιβαλλοντικής Δήλωσης των προϊόντων τους. Στις αρχές του 2021, η Eurocert, αποτέλεσε τον πρώτο Φορέα Πιστοποίησης στην Ελλάδα, και από τους ελάχιστους παγκοσμίως, ο οποίος διαπιστεύτηκε από το ΕΣΥΔ για να επαληθεύει περιβαλλοντικές δηλώσεις μίας ευρείας γκάμας προϊόντων. Το γεγονός αυτό αποτέλεσε κομβικό σημείο για την έναρξη της δραστηριότητας δημοσιοποίησης επαληθευμένων Περιβαλλοντικών Δηλώσεων, καθώς ήδη η Eurocert έχει επαληθεύσει σημαντικό αριθμό προϊόντων μερικών από τις μεγαλύτερες ελληνικές επιχειρήσεις στον κλάδο των δομικών προϊόντων.
Πώς σχετίζεται η Δήλωση EPD με την αγορά δομικών υλικών και ποια τα οφέλη που κερδίζει μια εταιρεία δομικών υλικών με τη συγκεκριμένη περιβαλλοντική δήλωση;
Οι πρώτες Δηλώσεις EPD ξεκίνησαν ως αναγκαιότητα από τον κλάδο των δομικών προϊόντων, καθώς μέσω αυτών μπορούσαν να αναγνωριστούν και να επιλεγούν ευκολότερα εκείνα τα δομικά υλικά με το μικρότερο περιβαλλοντικό αντίκτυπο.
Οι περιβαλλοντικές δηλώσεις προϊόντων αποτελούν μία βάση που επιτρέπει στις εταιρείες:
να θέτουν μια περιβαλλοντική βάση αναφοράς για περαιτέρω βελτίωση,
να μειώνουν και να μετριάζουν τις περιβαλλοντικές τους επιπτώσεις,
να ελαχιστοποιούν τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου,
να αποδεικνύουν και να κοινοποιούν την περιβαλλοντική υπεροχή των προϊόντων τους,
να πληρούν τις απαιτήσεις των πελατών τους και να αυξάνουν τη φήμη τους.
Μιλήστε μας για τα κριτήρια που πρέπει να πληροί μια εταιρεία για να λάβει αυτή την αναγνώριση από τη Eurocert. Επίσης, ποια είναι η διαδικασία και τα βήματα που ακολουθείτε για να αποδώσετε σε μια εταιρεία δομικών υλικών τη συγκεκριμένη πιστοποίηση;
Οποιαδήποτε εταιρεία επιθυμεί, μπορεί να υποβάλει αίτημα στο οργανισμό μας για τον έλεγχο και την επαλήθευση της Δήλωσης EPD της.
Η ανάπτυξη και η δημοσιοποίηση Περιβαλλοντικής Δήλωσης EPD στο International EPD System περιλαμβάνει τα ακόλουθα κύρια βήματα:
Την υλοποίηση της μελέτης Ανάλυσης του Κύκλου Ζωής του προϊόντος (LCA Report).
Τη σύνθεση πληροφοριών στη Δήλωση EPD σε καθορισμένο μορφότυπο.
Την επαλήθευση των σχετικών στοιχείων και εγγράφων από τον ανεξάρτητο διαπιστευμένο οργανισμό.
Την καταχώριση και τη δημοσίευση της Δήλωσης EPD στην πλατφόρμα του International EPD System, με διάρκεια ισχύος 5 έτη και,
Τη διενέργεια ετήσιων επιτηρήσεων για τη επιβεβαίωση της διατήρησης της εγκυρότητας της Δήλωσης.
Πόσο διαδεδομένη είναι γενικότερα η κουλτούρα της πιστοποίησης στις ελληνικές επιχειρήσεις του τεχνικού-κατασκευαστικού κλάδου;
Ο κατασκευαστικός κλάδος, και ιδιαίτερα αυτός της παραγωγής δομικών προϊόντων, είναι ιδιαίτερα θεσμοθετημένος και διέπεται από πολύ αυστηρή νομοθεσία, πρότυπα και προδιαγραφές σε ό,τι αφορά την παραγωγή και τις τελικές ιδιότητες των προϊόντων αυτών. Επομένως, οι εταιρείες αυτού του είδους διαθέτουν ήδη την κουλτούρα της πιστοποίησης, καθώς υφίστανται αυστηρούς ελέγχους για την ικανοποίηση των απαιτήσεων, τόσο από την πολιτεία, όσο και από τους φορείς πιστοποίησης.
Εκτός τις επαληθεύσεις Δηλώσεων EPD, ποιες άλλες πιστοποιήσεις διαθέτει η Eurocert που αφορούν τον ευρύτερο κλάδο των υποδομών-κατασκευών;
Η Eurocert είναι ένας Ελληνικός Ανεξάρτητος Φορέας Πιστοποίησης διαπιστευμένος από ελληνικούς και διεθνείς φορείς διαπίστευσης σε περισσότερες από 50 διαπιστευμένες υπηρεσίες και με παρουσία σε περισσότερες από 35 χώρες στην Ευρώπη και στην Ασία. H Eurocert δραστηριοποιείται, μεταξύ άλλων, στον τομέα της πιστοποίησης δομικών προϊόντων (σήμανση CE) και είναι ο μόνος φορέας στην Ελλάδα που έχει διαπιστευτεί από το ΕΣΥΔ για να διοργανώνει διεργαστηριακές δοκιμές σύγκρισης για το τσιμέντο, το σκυρόδεμα και τα αδρανή. Η Eurocert αποτελεί τον μοναδικό Φορέα στην Ελλάδα, και από τους ελάχιστους παγκοσμίως, ο οποίος είναι διαπιστευμένος σύμφωνα με τα Διεθνή Πρότυπα ISO 17065 και ISO 14025 για να επαληθεύει περιβαλλοντικές δηλώσεις μίας ευρείας γκάμας προϊόντων, όπως δομικά, χημικά, πλαστικά, αλλά και υπηρεσιών. Αξίζει να σημειωθεί ότι το απόλυτο εχέγγυο αξιοπιστίας και αποδοχής των επαληθευμένων Δηλώσεων EPD διεθνώς είναι αυτές να έχουν πραγματοποιηθεί από διαπιστευμένο Φορέα.
Σε «αδιέξοδο» απειλούν να οδηγήσουν τον ευρύτερο κλάδο των κατασκευών και της οικοδομής οι υπέρογκες ανατιμήσεις βασικών δομικών υλικών και καυσίμων, καθώς το κόστος δεν συνάδει πλέον με τους προϋπολογισμούς των αναληφθέντων έργων. Όπως επισημαίνουν στελέχη της αγοράς στο Construction, είναι ορατός ο κίνδυνος εξόδου πολλών εταιρειών από τον κλάδο με τον υφυπουργό Υποδομών, Γιώργο Καραγιάννη, να προαναγγέλλει τον ορισμό συντελεστών αναθεώρησης με υπουργική απόφαση, για κατασκευαστικές εργασίες που έχουν επηρεαστεί.
Πρόβλημα διαρκώς επιδεινούμενο
Επιχειρώντας να περιγραφεί ένα φαινόμενο που απασχολεί όχι μόνο την ελληνική αλλά τη διεθνή αγορά, ο Σπύρος Μουντρουίδης, οικονομολόγος και γενικός διευθυντής του Πανελλήνιου Συνδέσμου Τεχνικών Εταιρειών (ΣΑΤΕ), κάνει λόγο για ένα πρόβλημα που δεν εμφανίστηκε εξαρχής με την ίδια ένταση, αλλά πλέον έχει γενικευθεί και ενταθεί σε περισσότερες κατηγορίες προϊόντων.
«Η ανάγνωση που ως Σύνδεσμος είχαμε κάνει στην αρχή του τρέχοντος έτους ήταν ότι οφειλόταν στην απότομη παύση των κατασκευαστικών δραστηριοτήτων εξαιτίας της πανδημίας του Covid -19, παύση η οποία οδήγησε σε κατάρρευση της τελικής ζήτησης των προϊόντων των χαλυβουργιών και των δομικών προϊόντων στην Ευρώπη με συνέπεια πολλές παραγωγικές μονάδες και χαλυβουργίες να σταματήσουν να λειτουργούν και να εξυπηρετούν μέσω αποθεμάτων τις αγορές. Με δεδομένο ότι η ζήτηση για τα δομικά προϊόντα επέστρεψε σε πιο φυσιολογικά επίπεδα από το καλοκαίρι του 2020 και μετά, τα αποθέματα πλέον δεν μπορούσαν να ικανοποιήσουν την ζήτηση και μέχρι την πλήρη επαναλειτουργία της βιομηχανίας και των χαλυβουργιών υπάρχει μεγάλη αναντιστοιχία μεταξύ ελλιπούς προσφοράς και ισχυρής ζήτησης, αναντιστοιχία η οποία πιέζει υπέρμετρα τις τιμές», σημειώνει ο κ. Μουντρουίδης. Συνεχίζοντας, προσθέτει: «Αυτή μπορεί να ήταν η πραγματικότητα στην αρχή του έτους αλλά οι εξελίξεις δείχνουν ότι η τάση μεγάλων ανατιμήσεων έχει γενικευθεί καθ’ όλη την διάρκεια του διαστήματος που έχει μεσολαβήσει σε πολλές κατηγορίες δομικών υλικών, αφού τα νεότερα δεδομένα αφορούν στην μεγάλη αύξηση των τιμών της ενέργειας, αύξηση που αφορά οριζόντια όλες τις οικονομικές δραστηριότητες, παγκοσμίως».
Όσον αφορά τις ποσοστιαίες αυξήσεις των υλικών και το συνακόλουθο κατασκευαστικό κόστος, ο γενικός διευθυντής του ΣΑΤΕ επισημαίνει ότι «οι απαντήσεις ποικίλουν ανάλογα με το χρονικό διάστημα αναφοράς, ανάλογα του προμηθευτή / εισαγωγέα / παραγωγού, αναλόγως του μεγέθους της παραγγελίας κάθε υλικού και αναλόγως της γεωγραφικής περιοχής παράδοσης του υλικού. Ως Σύνδεσμος έχουμε αναφορές ότι σε ορισμένες περιοχές της Ελλάδας διαπιστώνονται αυξήσεις στις τιμές σιδηροπλισμού άνω του 75% κατά το τελευταίο 10μηνο, περίπου 50% σε τιμές πλαστικών, 40% στις τιμές χαλκού και αλουμινίων και 30% στην ξυλεία και στο σκυρόδεμα. Όσοι δραστηριοποιούνται στην κατασκευή κτιριακών έργων αναφέρουν ότι αντιμετωπίζουν αυξημένο κατασκευαστικό κόστος κατά 35%, μέσα σε μόλις ένα έτος. Εάν σε αυτήν την κατάσταση προστεθεί η εικόνα που περιγράφουν οι πιο ειδικοί για την πορεία των τιμών στις ενεργειακές αγορές το αμέσως προσεχές διάστημα καταλαβαίνετε ότι η κατάσταση είναι τουλάχιστον εκρηκτική».
Ορατός ο κίνδυνος πτώχευσης εταιρειών
Το ακανθώδες ερώτημα όμως που αποτυπώνει πλήρως την έκταση του προβλήματος είναι το κατά πόσο ικανές είναι οι εταιρείες να διαχειριστούν τα ακριβότερα υλικά και το μεγαλύτερο κόστος της κατασκευής. Σύμφωνα με τον κ. Μουντρουίδη, η απάντηση στην ερώτηση για το αν μπορούν να απορροφηθούν οι εν λόγω ανατιμήσεις, η απάντηση είναι «κατηγορηματικά όχι».
«Εάν εστιάσουμε στην πλειοψηφία των συμβάσεων δημοσίων έργων που έχουν ανατεθεί μέσω διαγωνιστικών διαδικασιών με μοναδικό κριτήριο την τιμή (μειοδοτικοί διαγωνισμοί) είναι παράλογο να αναμένουμε ότι μπορούν να υλοποιηθούν, όπως σχεδιάστηκαν και συμβασιοποιήθηκαν, με δεδομένες τις προαναφερόμενες αυξήσεις. Για να γίνει πιο κατανοητή η κατάσταση σημειώνω ότι σήμερα εκτελούνται έργα που αναλήφθηκαν με προσφορές που συντάχθηκαν προς ενός και δύο ετών, χρονικό διάστημα, δηλαδή, που τίποτα δεν προμήνυε μία τέτοια εξέλιξη στις τιμές των υλικών και του κόστους ενέργειας», σημειώνει χαρακτηριστικά και προσθέτει: «Το αδιέξοδο που ως Σύνδεσμος περιγράφαμε στις επαναλαμβανόμενες παρεμβάσεις μας έχει έρθει ως κανονικότητα στον χώρο των δημόσιων συμβάσεων έργων και νομοτελειακά θα οδηγήσει στην πτώχευση και έξοδο από τον κλάδο πολλών, υγιών μέχρι και χθες, επιχειρήσεων.
Το ζήτημα είναι αντικειμενικό και όσο μακραίνει η επίλυσή του τόσο δυσχεραίνουν οι προοπτικές διατήρησης ενός ικανού ρυθμού ανάπτυξης του κλάδου παραγωγής δημοσίων έργων. Θυμίζω ότι σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας ο κατασκευαστικός κλάδος είναι ο μόνος από τους σημαντικούς κλάδους της ελληνικής οικονομίας που παρέμεινε ανοικτός και έχει συνεισφέρει σημαντικά στην προσπάθεια, ώστε η συρρίκνωση των βασικών μεγεθών της οικονομίας, ΑΕΠ και απασχόληση, να είναι όσο το δυνατό πιο διαχειρίσιμη και αντιμετωπίσιμη. Παράλληλα, είναι ίσως ο μόνος κλάδος που κατάφερε, εν μέσω πανδημίας, να αυξήσει την παραγωγικότητά του, σε αντίθεση δηλαδή, με την εικόνα άλλων κλάδων της οικονομίας, στηρίζοντας και σε αυτό το πεδίο την διεθνή εικόνα της ελληνικής οικονομίας και την συνολική παραγωγικότητά της». Για τον ΣΑΤΕ, το ζήτημα αντιμετώπισης της οξύτατης αύξησης των τιμών βασικών υλικών «θα πρέπει να επιλυθεί τάχιστα προκειμένου οι, καίριες για τη συγκυρία, δημόσιες συμβάσεις έργων να συνεχίσουν να υλοποιούνται απρόσκοπτα».
Από την πλευρά του, ο Δημήτριος Καψιμάλης, πρόεδρος της Ένωσης και Ομοσπονδίας Κατασκευαστών Κτιρίων Ελλάδος, περιγράφει με μελανά χρώματα την κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι κατασκευαστές κτιρίων. «Καταγράφονται αυξήσεις στο σίδηρο στο αλουμίνιο στο χαλκό στα πλαστικά κ.λ.π. και οι κατασκευαστές που έχουν πουλήσει ακίνητο στην αρχή της ανέγερσης των κτιρίων ευρίσκονται εκτεθειμένοι σε ένα νέο κόστος που τους απορροφά το κέρδος από την πώληση», τονίζει και υπογραμμίζει: «Εντείνονται οι διαμαρτυρίες από τους κατασκευαστές κτιρίων διότι είναι αδιανόητο να αυξάνονται οι τιμές των οικοδομικών υλικών 20% – 50% με δικαιολογία την αύξηση των μεταφορικών και του αυξημένου ενεργειακού κόστους». Περιγράφοντας τις συνέπειες του φαινομένου, μάλιστα, σημειώνει πως αναμένεται αύξηση της τιμής των νεόδμητων ακινήτων και «να μη μπορεί ο Έλληνας επενδυτής που ήδη ευρίσκεται ένεκα πανδημίας covid -19 με μειωμένο εισόδημα να αποκτήσει νεόδμητο και αντισεισμικό ακίνητο. Η μείωση της ζήτησης θα επηρεάσει αρνητικά την εύρυθμη λειτουργία 150 παραγωγικών κλάδων της χώρας που εμπλέκονται με την οικοδομική δραστηριότητα και θα αυξήσει την ανεργία στη χώρα». Καταλήγοντας, τονίζει πως «οι βιοτέχνες βιομήχανοι και όλοι οι άλλοι εμπλεκόμενοι πρέπει να κατανοήσουν ότι η οικονομία εν μέσω πανδημίας θέλει θυσίες από όλους για να παραμείνει όρθια και υγιής».
Το μέγεθος του προβλήματος όμως είναι τέτοιο που πιέζει κυρίως τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις του κλάδου, αλλά και προβληματίζει τους μεγάλους κατασκευαστικούς ομίλους της αγοράς. Όπως χαρακτηριστικά μεταφέρουν στο Construction πηγές της εταιρείας Mytilineos, «η άνοδος του κόστους των υλικών είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο και πλέον λαμβάνει πολύ μεγάλες διαστάσεις. Η συγκυρία της πανδημίας σε συνάρτηση με την αύξηση της ζήτησης, σε συνδυασμό με τις διεθνείς ανατιμήσεις σε όλα τα προϊόντα και υπηρεσίες, συνθέτουν ένα ανησυχητικό παζλ και κανείς αυτή τη στιγμή δεν μπορεί να προβλέψει αν οι αυξήσεις θα ανακοπούν σύντομα ή θα σταθεροποιηθούν».
Την ίδια άποψη επιβεβαιώνει και ο Ελευθέριος Τριβουλίδης, Εντεταλμένος Σύμβουλος της εταιρείας Μηχανική Α.Ε. «Για όλες τις εταιρείες, από τον ατομικό εργολάβο που αναλαμβάνει ένα δημοτικό έργο έως τον μεγάλο όμιλο, υπάρχει ένα τεράστιο πρόβλημα λόγω του όγκου των προμηθειών. Μόνος ζημιωμένος είναι η εργοληπτική επιχείρηση, γιατί οι προμηθευτές αυτό που θα πουλήσουν θα το πουλήσουν, το υπουργείο ζητά να προχωρούν τα έργα, αλλά ζημιωμένοι της υπόθεσης είναι οι εργοληπτικές και τα έργα που δεν προχωρούν». Δίνοντας ένα παράδειγμα της επιβάρυνσης που βιώνει η εταιρεία, σημειώνει: «Έχουμε αυξήσεις των τιμών στον σίδηρο, της τάξης περίπου 50%. Με βάση το σκεπτικό ότι για να ολοκληρώσουμε το έργο χρειαζόμαστε 20.000 τόνους σίδηρο, αυτή η αύξηση είναι περίπου 200 ευρώ τον τόνο. Με έναν πολύ πρόχειρο υπολογισμό αυτό σημαίνει ζημία 4 εκατ. ευρώ, που δεν θα μπορούσε να προϋπολογιστεί από την αρχή».
Από την πλευρά του, ο CEO του ομίλου Αναδομώ, Νίκος Κωνσταντινίδης, υποστηρίζει πως «οι αυξήσεις επηρεάζουν μεν, αλλά όποτε ακούμε για ένα υλικό που έχει φτάσει με 40% αύξηση ως πρώτη ύλη στην οικοδομή, την επηρεάζει λιγότερο λαμβάνοντας υπόψη και τους άλλους παράγοντες. Σίγουρα υπάρχουν αυξήσεις, αλλά δεν είναι τόσο εντυπωσιακές ώστε να αποτρέψουν κάποιον να προβεί σε μια επένδυση. Βέβαια σε πολύ δυσχερή θέση βρίσκονται οι μικρές εταιρείες κυρίως, επειδή δεν έχουν τη δυνατότητα να κάνουν μαζική παραγγελία, ώστε να πετύχουν καλύτερες τιμές και συνήθως χρειάζονται μεγαλύτερη επικέρδεια για να ανταπεξέλθουν στα λειτουργικά έξοδα ενός έργου». Για τον επικεφαλής της Αναδομώ, υπάρχουν σημαντικότερα προβλήματα που πρέπει να απασχολήσουν τους εμπλεκόμενους, όπως «η έλλειψη του εργατοτεχνικού προσωπικού» αλλά και το φαινόμενο ορισμένων «κακών επαγγελματιών που εκμεταλλεύονται τη συγκυρία για να κερδοσκοπήσουν υπολογίζοντας επιπλέον αυξήσεις».
Οι λύσεις Περνώντας στο «διά ταύτα» του προβλήματος, δηλαδή στο πώς μπορεί να συγκρατηθούν αυτές οι αυξήσεις και να δοθεί ανάσα στον τεχνικό κόσμο, η συζήτηση επικεντρώνεται στο ζήτημα της αναθεώρησης των συντελεστών των τιμών.
«Η Mytilineos παρακολουθεί την κατάσταση που διαμορφώνεται τόσο στην Ελλάδα, όσο και στο εξωτερικό, καθώς η δραστηριότητά της είναι διεθνής και υψηλού επιπέδου. Εν όψει και των επενδυτικών ευκαιριών που αναμένονται μέσω των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης, μία αναθεώρηση των συντελεστών των τιμών των βασικών υλικών (άλλωστε έχουν περάσει σχεδόν 10 χρόνια από την προηγούμενη διαδικασία) φαίνεται αναγκαία όπως και να εξεταστούν και όλοι οι υπόλοιποι παράμετροι που επιβαρύνουν ένα έργο, από τις συνεχείς ανατιμήσεις. Ως μία από τις κορυφαίες ελληνικές εταιρείες συμμετέχουμε στο θεσμικό διάλογο και προσβλέπουμε σε εποικοδομητικές λύσεις για το σύνολο του κλάδου. Παράλληλα, παρακολουθούμε τις διεθνείς εξελίξεις ώστε να συμβάλουμε με τις βέλτιστες πρακτικές που εφαρμόζονται και να συμμετέχουμε ουσιαστικά στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας», υπογραμμίζουν οι πηγές της εταιρείας.
«Ως ΣΑΤΕ θεωρούμε ότι η ταχεία εφαρμογή των νόμων που η ίδια η κυβέρνηση στήριξε και ψήφισε απαντούν σε αυτό το ερώτημα. Η μεσοπρόθεσμη λύση στο πρόβλημα είναι η συγκρότηση και παραγωγική λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών ¨Έργων και Μελετών που θα μπορεί να δίνει μία αξιόπιστη προσέγγιση τιμών υλικών, ημερομισθίων και μισθωμάτων μηχανημάτων έργων. Συνιστά πάγιο αίτημα του ΣΑΤΕ για περισσότερο από μία δεκαετία, και ευελπιστούμε ότι οι σχετικές ενέργειες του Υπουργείου, που βρίσκονται σε εξέλιξη, θα ευδοκιμήσουν. Ως άμεση λύση στο πρόβλημα των μεγάλων ανατιμήσεων ο ΣΑΤΕ έχει αναδείξει και προτείνει δύο θεσμικές δυνατότητες, οι οποίες και θα μπορούσαν να λειτουργήσουν συμπληρωματικά: η πρώτη, αφορά στην δυνατότητα που δίνει ο νόμος για έκδοση υπουργικής απόφασης όταν διαπιστώνονται μεγάλες αποκλίσεις από τις τιμές του τριμήνου δημοπράτησης. Αυτή η επιλογή θα μπορούσε, υπό συνθήκες, να δώσει, βραχυπρόθεσμα, κάποια ανάσα στον τεχνικό κόσμο.
Η δεύτερη, αφορά στην επαναλειτουργία της Επιτροπής Διαπίστωσης Τιμών Δημοσίων Συμβάσεων Έργων μέχρι την πλήρη λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών ¨Έργων και Μελετών. Η αυτόματη αναθεώρηση των τιμών που προβλέπεται στην νομοθεσία επί σειρά δεκαετιών – και η οποία έχει ανασταλεί από το τέλος του 2012 λόγω των ανισορροπιών της περιόδου – θα μπορούσε να επανέλθει ως ένα αυτοματοποιημένο σύστημα αναπροσαρμογής του εργολαβικού ανταλλάγματος μίας εργολαβίας δημοσίου έργου ένεκα αυξομειώσεων των τιμών της αγοράς, με τελικό σκοπό τη διατήρηση της αρχικής οικονομικής ισορροπίας της συμβάσεως δημοσίου έργου καθ’ όλη τη διάρκεια της εκτέλεσής της. Εκτιμώ ότι είμαστε στο οριακό σημείο όπου η ταχύτητα με την οποία θα αποφασισθεί και θα αναληφθεί η όποια δράση επηρεάζει καίρια τον βαθμό αποτελεσματικότητάς της. Δεν υπάρχει άλλο περιθώριο», αναφέρει ο κ. Μουντρουίδης.
Γ. Καραγιάννης, υφυπουργός υποδομών: Γνωρίζουμε το πρόβλημα, έρχονται λύσεις Κληθείς να σχολιάσει το πρόβλημα που απασχολεί την κατασκευαστική αγορά, ο υφυπουργός Υποδομών, Γιώργος Καραγιάννης, εκφράζει την αποφασιστικότητα του αρμόδιου υπουργείου να προβεί στις απαραίτητες κινήσεις για την ποιοτική και χωρίς εκπτώσεις ολοκλήρωση των έργων.
«Οι επιπτώσεις της πανδημίας παγκόσμια, έχουν επηρεάσει σημαντικά στρατηγικούς τομείς της αγοράς, ένας εκ των οποίων, η αγορά των υλικών, που αναπόφευκτα έχει δημιουργήσει ένα πληθωριστικό κύμα αυξήσεων σε όλους τους κλάδους της οικονομίας συμπεριλαμβανομένου του κατασκευαστικού τομέα. Στο πλαίσιο αυτό, στον τομέα των Δημοσίων Έργων, έχουμε να αντιμετωπίσουμε μια πρωτόγνωρη συγκυρία, αφενός θετικών εξελίξεων με τα έργα 13 δις € που έχουμε σχεδιάσει μεθοδικά στο Υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών και σταδιακά υλοποιούμε, σηματοδοτώντας την επιστροφή του κατασκευαστικού κλάδου στη θέση που του αξίζει, αφετέρου περιορίζοντας τις αρνητικές επιπτώσεις της αύξησης των πρώτων υλών στον κατασκευαστικό κλάδο.
Η συνεχιζόμενη άνοδος των τιμών των πρώτων υλών που ξεκίνησε να επιδρά σημαντικά στις τιμές των εργασιών από τις αρχές του 2021, είναι κάτι που στη Γενική Γραμματεία Υποδομών μας έχει ήδη απασχολήσει καθώς έχουμε πάντα ανοιχτά τα αυτιά μας στην αγορά και ακούμε τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς της, προσπαθώντας πάντα να δίνουμε λύσεις που να επιτρέπουν την ολοκλήρωση των έργων, έχοντας ως γνώμονα το δημόσιο συμφέρον.
Με γνώμονα την παραπάνω συνθήκη, σύντομα θα είμαστε σε θέση να ανακοινώσουμε συντελεστές αναθεώρησης για εργασίες που επηρεάζονται άμεσα από την συνεχιζόμενη αυξητική τάση των τιμών των υλικών σε παγκόσμιο επίπεδο και έχουν δημιουργήσει ανασφάλεια στον κατασκευαστικό κλάδο για την εξέλιξη των έργων, αφού μετά και τη διαπιστωμένη μεγάλη απόκλιση των τιμών με τις τιμές δημοπράτησης σε έργα της Γενικής Γραμματείας Υποδομών, μπορεί να ενεργοποιηθεί η δυνατότητα του Υπουργού Υποδομών και Μεταφορών να καθορίζει συντελεστές.
Μετά λοιπόν από μια μακρά περίοδο υποεπένδυσης στο χώρο των υποδομών, είμαστε αποφασισμένοι και να δημιουργήσουμε τις συνθήκες για την επιστροφή των νέων μηχανικών, που είχαν στραφεί σε χώρες του εξωτερικού, σε νέες θέσεις εργασίας που δημιουργούμε αλλά και να διασφαλίσουμε την κατασκευή των έργων χωρίς καμία έκπτωση στην ποιότητα, με διαφάνεια και τηρώντας πάντα τις δεσμεύσεις μας», σημειώνει ο κ. Καραγιάννης στην παρέμβασή του.
Το Construction σταχυολογεί τις τοποθετήσεις που ξεχώρισαν και αναδεικνύει τα μηνύματα που εκπέμπει η αγορά των υποδομών για το σήμερα και πολύ περισσότερο για το μέλλον του κατασκευαστικού κλάδου.
Γ. Καραγιάννης: Έρχεται συμφωνία-πλαίσιο για τους μελετητές
Στη δημοπράτηση μία νέας μεγάλης συμφωνίας – πλαισίου αποκλειστικά για μελέτες, μέσω της οποίας θα σχεδιαστούν τα μεγάλα έργα της επόμενης δεκαετίας προσανατολίζεται το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών, όπως έκανε γνωστό από το βήμα του ΣΕΓΜ ο υφυπουργός Υποδομών, Γιώργος Καραγιάννης, περιγράφοντας την κίνηση αυτή ως μία win – win συνθήκη για όλο τον κλάδο των δημοσίων έργων.
Στο πλαίσιο στήριξης του κλάδου των μελετητών, ο υφυπουργός αναφέρθηκε σε δράσεις που θα δώσουν παράταση ζωής σε μεγάλα έργα υποδομών που λόγω παλαιότητας και ελλιπούς συντήρησης χρειάζονται ενίσχυση την οποία θα παράσχουν οι νέες μελέτες. «Πρέπει να σχεδιάσουμε τα έργα μας σύμφωνα με τις νέες συνθήκες που αφορούν τη κλιματική αλλαγή και τη περίοδο επαναφοράς ακραίων φαινομένων και να μοντελοποιήσουμε ακριβέστερα την ανθρώπινη συμπεριφορά για πιο αποτελεσματικά συστήματα μεταφορών», επισήμανε ο κ. Καραγιάννης, αναφερόμενος και στην αξιοποίηση των νέων τεχνολογιών από τον τεχνικό κόσμο.
Αναφορικά με αυτό, ο ίδιος γνωστοποίησε επίσης τη χρήση του ΒΙΜ σε όλα τα μεγάλα δημόσια έργα, αρχής γενομένης από τη Γραμμή 4 του μετρό, όπου το ΒΙΜ θα λειτουργήσει πιλοτικά για να ενσωματωθεί και στις συμβάσεις που έπονται.
«Πρέπει να σχεδιάσουμε τα έργα μας σύμφωνα με τις νέες συνθήκες που αφορούν τη κλιματική αλλαγή και τη περίοδο επαναφοράς ακραίων φαινομένων και να μοντελοποιήσουμε ακριβέστερα την ανθρώπινη συμπεριφορά για πιο αποτελεσματικά συστήματα μεταφορών».
Γ. Στασινός: «Όχι» σε ατέρμονες προσφυγές
«Ο μελετητικός κλάδος μπορεί και πρέπει να συμβάλει στην ανάκαμψη της χώρας. Έχετε τα εχέγγυα να το πετύχετε», τόνισε από την πλευρά του ο Γιώργος Στασινός, πρόεδρος του ΤΕΕ, κατά την τοποθέτησή του στο συνέδριο.
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε ο κ. Στασινός στο εθνικό πρόγραμμα αντιμετώπισης γηρασκουσών υποδομών, το οποίο «αποτελεί προτεραιότητα που πρέπει να τρέξουμε, γιατί θα πρέπει να συντηρήσουμε ή να αντικαταστήσουμε πολλά από τα έργα που ήδη υπάρχουν».
«Ο όγκος της δουλειάς είναι τεράστιος, δεν έχουμε περιθώρια να καθυστερήσουμε μελέτες γιατί θα χάσουμε τις χρηματοδοτήσεις», συμπλήρωσε ο επικεφαλής του ΤΕΕ, επισημαίνοντας πως πρέπει «να δώσουμε ευκαιρίες σε νέους συναδέλφους, και θα πρέπει να δούμε πώς θα κάνουμε πιο γρήγορα και πιο ποιοτικά τη δουλειά μας». Ολοκληρώνοντας, τόνισε: «Ναι μόνο στον γόνιμο ανταγωνισμό, όχι σε προσφυγές και ατέρμονες διελκυστίνδες».
«Ο όγκος της δουλειάς είναι τεράστιος, δεν έχουμε περιθώρια να καθυστερήσουμε μελέτες γιατί θα χάσουμε τις χρηματοδοτήσεις. Να δούμε πώς θα κάνουμε πιο γρήγορα και πιο ποιοτικά τη δουλειά μας».
Θ. Σκυλακάκης: Να αξιοποιηθεί το δυναμικό του κλάδου, εντός και εκτός συνόρων
Τη σημασία του Ταμείου Ανάκαμψης ως μοχλού κινητοποίησης δημόσιων και ιδιωτικών επενδύσεων εξήρε ο αναπληρωτής υπουργός Οικονομικών, Θεόδωρος Σκυλακάκης, επισημαίνοντας μάλιστα τον «τεράστιο φόρτο εργασίας στους μελετητές, που είναι μια πρόκληση που μας αφορά όλους. Αν δεν αλλάξουμε τον τρόπο που λειτουργούσαμε δεν θα πετύχουμε τον διπλασιασμό των ιδιωτικών επενδύσεων μέσα σε έναν χρόνο και να κρατήσουμε αυτόν τον ρυθμό για μια 4ετία».
Σύμφωνα με τον κ. Σκυλακάκη, «λείπει το εξειδικευμένο ανθρώπινο δυναμικό, και θα ανέβουν οι αμοιβές για αυτό το καταρτισμένο προσωπικό – είναι μαθηματικά βέβαιο. Μπροστά μας θα έχουμε από πλευράς ιδιωτικής αγοράς, για 2-3 χρόνια, αύξηση της ζήτησης και μετά θα πέσει. Οι μελετητικές θα πρέπει ταυτόχρονα να κάνουν προσπάθεια εξωστρέφειας προς το εξωτερικό μετά την πτώση της εσωτερικής ζήτησης. Θα πρέπει δηλαδή να διαχειριστούν το δυναμικό που θα έχουν προσλάβει. Πρέπει να ανταποκριθείτε στην πρόκληση και ταυτόχρονα να στρέψετε το βλέμμα σας στην αξιοποίηση του δυναμικού εσωτερικά και εξωτερικά», είπε.
Κομβικής σημασίας για την επιτάχυνση των επενδύσεων, όπως εξήγησε ο κ. Σκυλακάκης, είναι η αποφυγή των εντάσεων και ο εκμηδενισμός των ερίδων που μπορούν να επιλυθούν στους διοικητικούς μηχανισμούς. «Όχι σε υπερβολικές εκπτώσεις γιατί σε περιόδους κατασκευαστικής έντασης αυτή η τακτική οδηγεί σε καταστροφή έργων και ανεπανόρθωτες ζημίες», υπογράμμισε με νόημα.
Π. Τονιόλος: Διαγωνισμοί με ποιοτικά κριτήρια, και όχι μόνο οικονομικά
Τον κομβικό ρόλο των μελετητικών γραφείων για την έγκαιρη αξιολόγηση, ωρίμανση, τον έλεγχο και τη διαχείριση των έργων επεσήμανε ο Παναγής Τονιόλος, πρόεδρος του ΣΕΓΜ, από το βήμα του συνεδρίου, σημειώνοντας την ανάγκη αλλαγής του μοντέλου των διαγωνισμών για τις μελέτες. Όπως είπε είναι καιρός να δούμε ένα πιο σύγχρονο μοντέλο το οποίο θα συνδέεται με ποιοτικά κριτήρια και όχι κατ’ ανάγκη μόνο με την έκπτωση.
«Το πρόβλημα των εκπτώσεων στον χώρο των μελετητών είναι ακόμα μεγαλύτερο από εκείνο στα δημόσια έργα με φαινόμενα υποβολής προσφορών που ξεπερνούν το 70 ή και 80%», ανέφερε, χαρακτηρίζοντας ως μεγάλη τομή για τις μελέτες την περιβαλλοντική διάσταση που είναι υποχρεωτική και είναι βασικός παράγοντας για την ενσωμάτωση των ευρωπαϊκών Οδηγιών.
Ιδιαίτερη σημασία απέδωσε στην εξωστρέφεια που υπάρχει σε αρκετά μέλη του ΣΕΓΜ καθώς είναι απαραίτητη καθώς έτσι λειτουργούν εμπροσθοβαρώς για το σύνολο της οικονομίας της χώρας. Ωστόσο, όπως διευκρίνισε, περιμένει τη στήριξη της Πολιτείας. «Οι μελετητές αποτελούν καταλύτη ανάπτυξης γιατί μπορούν να δώσουν τις σωστές λύσεις ούτως ώστε τα χρήματα να επενδύονται σε σωστά έργα», υπογράμμισε.
Κλείνοντας, ο πρόεδρος του ΣΕΓΜ περιέγραψε τις προϋποθέσεις για να έχουμε πετυχημένη μελετητική ωρίμανση: Σύγχρονες προδιαγραφές και διαφανείς όροι διαγωνισμών, επιλογή μελετητών με ποιοτικά κριτήρια, ικανοποιητικές αμοιβές, αυστηρή επίβλεψη και value engineering, κίνητρα συγχωνεύσεων.
«Το πρόβλημα των εκπτώσεων στον χώρο των μελετητών είναι ακόμα μεγαλύτερο από εκείνο στα δημόσια έργα με φαινόμενα υποβολής προσφορών που ξεπερνούν το 70 ή και 80%. Μεγάλη τομή η περιβαλλοντική διάσταση που είναι υποχρεωτική και βασικός παράγοντας για την ενσωμάτωση των ευρωπαϊκών Οδηγιών».
Σ. Λαμπρόπουλος: Η χώρα έχει ανάγκη ιδιωτικά και έργα ΣΔΙΤ
Τα έργα υποδομής που έχει ανάγκη η Ελλάδα «ξεπερνούν κατά πολύ τους πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης και του ΕΣΠΑ», επεσήμανε ο πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου Βιομηχανίας Υποδομών και Κατασκευών (ΕΣΒΥΚ), Σέργιος Λαμπρόπουλος, ενθαρρύνοντας πρωτοβουλίες για να κινηθούν περισσότερα «ιδιωτικά κεφάλαια για πολύ περισσότερα έργα και συμπράξεις Ιδιωτικού και Δημόσιου Τομέα». Προς αυτόν τον στόχο, μάλιστα, ζήτησε να νομοθετηθούν άμεσα οι Προτάσεις Καινοτομίας.
Συνεχίζοντας, ο πρόεδρος του ΕΣΒΥΚ, βάζοντας ένα ασφαλές κριτήριο για το αν ένα έργο χρηματοδοτείται από ιδιωτικά ή δημόσια κεφάλαια, είπε ότι ένας καλός διαχωρισμός γίνεται με βάση το κριτήριο του «ποιος αναλαμβάνει τον κίνδυνο» για την επένδυση στο έργο αυτό. Τόνισε δε ότι θα πρέπει «να χρηματοδοτούνται κατά προτεραιότητα έργα που αποφέρουν άμεσο κέρδος και ανάπτυξη στο άμεσο μέλλον (invest) γιατί αλλιώς θα έχουμε μεγάλη αύξηση του χρέους».
Σαν καλό παράδειγμα έργου που το value engineering εξοικονόμησε αξιοσημείωτους πόρους, έφερε το «Flyover» στη Θεσσαλονίκη, που θα δημοπρατηθεί με €380 εκατ., λέγοντας πως, αν ο μελετητικός κόσμος στο σύνολό του υιοθετήσει αυτό το «εργαλείο», μπορεί να μειώσει τα κόστη των έργων ακόμη και κατά 50%.
«Να χρηματοδοτούνται κατά προτεραιότητα έργα που αποφέρουν άμεσο κέρδος και ανάπτυξη στο άμεσο μέλλον (invest) γιατί αλλιώς θα έχουμε μεγάλη αύξηση του χρέους. Αν ο μελετητικός κόσμος υιοθετήσει το value engineering, μπορεί να βελτιώσει τα κόστη των έργων ακόμη και κατά 50%».
Γ. Συριανός: Αναγκαίο να υπάρχει μακροπρόθεσμος σχεδιασμός
Ελπίδες για ανάταση του κατασκευαστικού κλάδου φαίνεται να γεννούν τα πολυπόθητα κεφάλαια που απελευθερώνει το Σχέδιο Ανάκαμψης, καθώς η επικείμενη ενεργοποίηση των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης ώθησε τις προσδοκίες του τεχνικού κόσμου σε θετικό έδαφος τον Απρίλιο του 2021, για πρώτη φορά μετά τα τέλη του 2008. Αυτά είναι στοιχεία που προκύπτουν από έρευνα του ΙΟΒΕ και τα οποία αξιοποίησε ο πρόεδρος του Συνδέσμου Τεχνικών Εταιριών Ανωτέρων Τάξεων και διευθύνων σύμβουλος της Άκτωρ Παραχωρήσεις, Γιώργος Συριανός, μιλώντας για την επόμενη μέρα.
Με βάση τις εκτιμήσεις του ΣΤΕΑΤ, ενθαρρυντική είναι και η προβλεπόμενη συμβολή του τεχνικού κλάδου στην ελληνική οικονομία, καθώς θα φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ την επόμενη διετία. Μιλώντας με αριθμούς ενώ η συμμετοχή της βιομηχανίας υποδομών κατασκευών έφτανε στο 1% του ΑΕΠ το 2010 και σε 2,3% το 2013, 2,5% το 2019 και 3,7% πέρσι, φέτος η συμμετοχή του κλάδου στο ΑΕΠ εκτιμάται ότι θα ανέλθει σε 4,9% και θα διαμορφωθεί σε 5,8% το 2022, 5,5% το 2023 και 2,5% το 2027.
Στο κόκκινο θα φτάσει και το κοντέρ των κεφαλαίων που θα πέσουν στην αγορά, αν συνδυαστούν όλες οι χρηματοδοτικές πηγές που θα δώσουν ώθηση στην ελληνική κατασκευαστική αγορά. Όπως ανέφερε ο κ. Συριανός, οι προβλεπόμενοι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης, λαμβάνοντας υπόψη τον προϋπολογισμό του ταμείου και τους ιδιωτικούς πόρους, από το ΕΣΠΑ 2021 – 2017 και άλλες παροχές, όπως το Horizon 2020 και το Invest EU είναι 95 δισ. και υπολογίζεται ότι περιλαμβάνουν κεφάλαια ύψους 30,5 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης (17,8 δισ. από επιδοτήσεις και 12,7 δισ. από δάνεια), ανεβάζοντας τους συνολικούς πόρους σε 57,5 δισ., επιπλέον 26,2 δισ. ευρώ από το ΕΣΠΑ 2021 – 2027, αλλά και περίπου 10 δισ. ευρώ από άλλες παροχές.
«Πέρα από τις ειδικότερες δράσεις στον πράσινο και τον ψηφιακό εκσυγχρονισμό, πρέπει να προωθηθούν έργα με βασικό στοιχείο τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και όχι τον αυτοσχεδιασμό, τον χαρακτήρα επένδυσης και όχι κατανάλωσης, τη λειτουργία τους ως μοχλός για άλλες πηγές χρηματοδότησης, ενώ είναι σημαντική η διασφάλιση της περιβαλλοντικής προστασίας, στα οποία ανήκουν έργα αντιμετώπισης του σοβαρού κυκλοφοριακού προβλήματος, έργα σταθερής τροχιάς, ανάπτυξης υποδομών αποβλήτων και ΑΠΕ», κατέληξε ο πρόεδρος του ΣΤΕΑΤ.
«Να προωθηθούν έργα με βασικό στοιχείο τον μακροπρόθεσμο σχεδιασμό και όχι τον αυτοσχεδιασμό, τον χαρακτήρα επένδυσης και όχι κατανάλωσης, τη λειτουργία τους ως μοχλός και για άλλες πηγές χρηματοδότησης».
Δ. Παπαγιαννίδης: ΣΔΙΤ αξίας 2 δισ. ρίχνει στην αγορά το ΥπΑαΤ
Τον δεύτερο μεγαλύτερο «εργοδότη» των τεχνικών εταιρειών που θα ριχτούν στη μάχη των δημοσίων έργων φιλοδοξεί να αποτελέσει το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Όπως ανέφερε από το βήμα του συνεδρίου ο Δημήτρης Παπαγιαννίδης, γενικός γραμματέας Ενωσιακών Πόρων και Υποδομών του υπουργείου Αγροτικής Ανάπτυξης, το προσεχές διάστημα θα πέσουν στην κατασκευαστική αγορά έργα ΣΔΙΤ ύψους περίπου 2 δισεκατομμυρίων, προϋπολογισμός τον οποίο θα ξεπεράσει μόνο αυτός του υπουργείου Υποδομών και Μεταφορών.
Αυτά τα ΣΔΙΤ, όπως εξήγησε ο κ. Παπαγιαννίδης, θα περιλαμβάνουν χρονική περίοδο συντήρησης 20 έως 25 χρόνων και αναμένουν να λάβουν έγκριση από τη Γενική Γραμματεία Ιδιωτικών Επενδύσεων και ΣΔΙΤ και τη Διυπουργική Επιτροπή Στρατηγικών Επενδύσεων, να φτάσουν στα χέρια των ελεγκτικών εταιρειών και έπειτα να φτάσουν στο στάδιο της δημοπράτησης.
Α. Μπουντουβής: Οι ελληνικές κατασκευαστικές ανταγωνίζονται τους διεθνείς ομίλους
Ο πρύτανης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Ανδρέας Μπουντουβής, κάνοντας μια ιστορική ανασκόπηση του κατασκευαστικού τομέα από το 1828 έως τη σύγχρονη εποχή, τόνισε πως «ο κατασκευαστικός κλάδος συνέβαλε στην αναγέννηση της Ελλάδας, αντιμετωπίζοντας το πρόβλημα της στέγης, ενώ τα ενεργειακά έργα κάλυψαν τις απαιτήσεις της χώρας. Η οικοδομή και τα δημόσια έργα αποτέλεσαν δύο από τους βασικότερους τομείς της απασχόλησης». Συνεχίζοντας είπε πως στη σύγχρονη εποχή ο κλάδος προσεκτικά ξεκινά την ανάπτυξή του, ενώ η κλίμακα, η οργάνωση και ο χρόνος κατασκευής είναι τα βασικά κριτήρια ανάπτυξης μιας εταιρείας. Σύμφωνα με τον πρύτανη του ΕΜΠ, η παρούσα συγκυρία είναι από τις πιο δημιουργικές, ενώ μονόδρομο αποτελούν οι συγχωνεύσεις και οι εξαγορές εταιρειών.
«Η μεγέθυνση των εταιρικών σχημάτων είναι η μόνη λύση για να αντιμετωπιστεί ο ανταγωνισμός», τόνισε, προσθέτοντας «οι ελληνικές κατασκευαστικές εταιρείες ανταγωνίζονται επί ίσοις όροις τους διεθνείς ομίλους».
H κυκλική οικονομία, ένα νέο μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης, δεν αφορά μόνο την οικονομία. Αφορά και την παραγωγή και κατανάλωση υλικών, στα οποία συμπεριλαμβάνονται και τα οικοδομικά, ενώ προσπαθεί απαντήσει σε μια σειρά πιεστικών ζητημάτων όπως η κλιματική κρίση, η αλόγιστη χρήση των πλουτοπαραγωγικών πηγών και η καταστροφή των οικοσυστημάτων.
Παράλληλα, δημιουργεί και νέες προκλήσεις για τον κατασκευαστικό κόσμο. Αλλαγή του τρόπου παραγωγής και κατανάλωσης οικοδομικών υλικών, βιομηχανική συμβίωση, ενίσχυση της έρευνας και ανάπτυξη νέων διεργασιών, τεχνολογιών και προϊόντων (ή αξιοποίηση παραδοσιακών, σε νέα βάση). Έτσι, δεν είναι περίεργο που ο κλάδος των οικοδομικών υλικών χαρακτηρίζεται από ολοένα και περισσότερη καινοτομία, ενώ διέπεται από τις αρχές της κυκλικής οικονομίας και της βιώσιμης ανάπτυξης.
Καινοτομία, κυκλική οικονομία και βιώσιμη ανάπτυξη
Ο Κωνσταντίνος Ασλάνης, Διευθυντής Έρευνας – Ανάπτυξης και Τεχνικής Υποστήριξης της Isomat, συνδέει την καινοτομία με τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματος και την ικανότητα λήψης πιστοποίησης των προϊόντων. «Η ανάπτυξη νέων καινοτόμων προϊόντων γίνεται πάντοτε με κριτήριο τον περιορισμό των περιβαλλοντικών τους επιπτώσεων και σχεδιάζονται με τέτοιον τρόπο ώστε να μπορούν να λάβουν πιστοποιήσεις, όπως το Οικολογικό Σήμα της Ευρωπαϊκής Ένωσης Eco-Label, τα Green Building πρωτόκολλα αλλά και τα ευρωπαϊκά πρότυπα συστημάτων εξωτερικής θερμομόνωσης ETICS», σχολιάζει σχετικά.
Η Ιουλία Αντωνακοπούλου, QESH Manager της Vitex, τονίζει τη σύνδεση κυκλικής οικονομίας και ανάπτυξης καινοτόμων προϊόντων, ενώ ξεχωρίζει και δύο καλές πρακτικές. «Απαραίτητη προϋπόθεση για να συνεχίσει να αναπτύσσεται η κοινωνία μας και να εξασφαλίζεται η επάρκεια φυσικών πόρων είναι να ακολουθηθεί ένα νέο οικονομικό μοντέλο ανάπτυξης, η κυκλική οικονομία. Ένα μοντέλο ανάπτυξης στο οποίο δίνεται έμφαση στη μείωση της κατανάλωσης μη ανανεώσιμων φυσικών πόρων, στην επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση υλικών που αναλώθηκαν και στην επιμήκυνση του κύκλου ζωής των προϊόντων.
Η μετάβαση σε μία κυκλική οικονομία ενθαρρύνει την αναζήτηση καινοτόμων λύσεων με την ανάπτυξη νέων καινοτόμων/εναλλακτικών οικοδομικών υλικών. Στον τομέα μας, δύο καλές πρακτικές για την ενσωμάτωση των αρχών της κυκλικής οικονομίας στην αλυσίδα των παραγωγικών δραστηριοτήτων, κάτι που ως εταιρεία εφαρμόζουμε κι εμείς, είναι τα απόβλητα που προκύπτουν από την κύρια παραγωγική διαδικασία των χρωμάτων να εισάγονται εκ νέου στην παραγωγική διαδικασία της μονάδας παραγωγής των υγρών ασφαλτικών προϊόντων, και η ενσωμάτωση πλήρως ανακυκλωμένων πρώτων υλών στα ασφαλτικά μίγματα των στεγανωτικών μεμβρανών», δηλώνει χαρακτηριστικά.
Η Άννα Δήμα, Διευθύντρια Επικοινωνίας & Marketing της Vechro στέκεται στην αξιοποίηση των αποβλήτων της παραγωγικής διαδικασίας και την προώθηση της κυκλικής οικονομίας. «Βάσει του ορισμού που δόθηκε από την Επιτροπή Brundtland το 1987, η βιώσιμή ανάπτυξη εκφράζει μια ‘’διαδικασία ανάπτυξης που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του παρόντος χωρίς να διακυβεύεται η ικανότητα των μελλοντικών γενεών να ικανοποιήσουν τις δικές τους ανάγκες”. Στις μέρες μας, περισσότερο από κάθε άλλη στιγμή, η ανάγκη για μείωση της κατανάλωσης των φυσικών πόρων και της ενέργειας είναι επιτακτική. Ο κατασκευαστικός κλάδος, καταναλώνει μεγάλο όγκο φυσικών πόρων και ενέργειας και κατά συνέπεια παράγει ένα μεγάλο όγκο αποβλήτων και ρύπων. Είναι προφανές ότι για την βελτίωση της κατάστασης πρέπει να αξιοποιηθούν τα παραγόμενα απόβλητα και να προωθηθεί η κυκλική οικονομία. Σημαντικός είναι και ο ρόλος που διαδραματίζει η παραγωγική διαδικασία. Στην Vechro γίνεται προσπάθεια να μειώνεται η κατανάλωση φυσικών πόρων και ενέργειας κατά την παραγωγική διαδικασία», επισημαίνει.
Για τον Άγγελο Καλογεράκο, Γενικό Διευθυντή Ελλάδας της ΤΙΤΑΝ, είναι σαφές πως ο στόχος της ανθρακικής ουδετερότητας της ευρωπαϊκής τσιμεντοβιομηχανίας μέχρι το 2050 συνδέεται με την κυκλική οικονομία. Σύμφωνα με τον ίδιο, «η ανάπτυξη δομικών υλικών χαμηλού αποτυπώματος άνθρακα -με υψηλά ποιοτικά χαρακτηριστικά- συνεισφέρει σημαντικά στη βιώσιμη ανάπτυξη και την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Η ευρωπαϊκή τσιμεντοβιομηχανία έχει θέσει έναν πολύ φιλόδοξο στόχο επίτευξης ανθρακικής ουδετερότητας μέχρι το 2050, σε ευθυγράμμιση με τους στόχους της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας, και έχει αναπτύξει έναν οδικό χάρτη που προβλέπει τη μείωση των εκπομπών άνθρακα σε όλη την αλυσίδα και όλο τον κύκλο ζωής των προϊόντων -από το τσιμέντο έως το έτοιμο σκυρόδεμα. Για την επίτευξη του στόχου αυτού σημαντική είναι και η υιοθέτηση του μοντέλου της κυκλικής οικονομίας, που συμβάλλει στη μείωση του αποτυπώματος άνθρακα στην παραγωγή τσιμέντου μέσω της ανάκτησης υλικών και ενέργειας από απόβλητα και της χρήσης βιομάζας ως καυσίμου».
Από την πλευρά του, ο Κωνσταντίνος Κολέτσος, Marketing Manager της KNAUF, στέκεται στη σύνδεση της κυκλικής οικονομίας με τη μείωση των ενσωματωμένων εκπομπών άνθρακα των κατασκευών. Όπως αναλύει, « συχνά αναφέρεται ότι τα κτίρια ευθύνονται για το 40% περίπου των παγκόσμιων εκπομπών CO2. Ωστόσο, σπανιότερα αναγνωρίζεται ότι πάνω από το ένα τέταρτο αυτών των εκπομπών οφείλονται στην κατασκευή των κτιρίων και όχι στη λειτουργία τους. Ο ενσωματωμένος άνθρακας στις κατασκευές αυξάνεται ως ποσοστό του συνολικού άνθρακα επειδή η λειτουργία των κτιρίων γίνεται ενεργειακά αποδοτικότερη σε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένης και της χώρας μας. Η κυκλική οικονομία μπορεί να συμβάλλει στη μείωση των ενσωματωμένων εκπομπών, με την επαναχρησιμοποίηση τόσο του υφιστάμενου κτιριακού αποθέματος όσο και των εγκαταστημένων δομικών συστημάτων. Όπου απαιτούνται νέα δομικά συστήματα, ο στόχος πρέπει να είναι αφενός η μείωση του ενσωματωμένου άνθρακα των χρησιμοποιούμενων υλικών και αφετέρου η ανάπτυξη νέων μεθόδων και υλικών που θα επιτρέπουν τον αναστρέψιμο σχεδιασμό».
Ο Χρήστος Χατζηάστρου, Διευθυντής Τεχνικής Υποστήριξης της Fibran, σχολιάζει πως «η βασική πρόκληση σε αυτό που ονομάζουμε βιώσιμη ανάπτυξη δεν είναι άλλη από τη διασφάλιση της ευημερίας των επόμενων γενεών. Σημαντική συνιστώσα, αν όχι η σημαντικότερη, για την επίτευξη του παραπάνω στόχου αποτελεί ο σχεδιασμός και η εφαρμογή αναπτυξιακών πολιτικών που στοχεύουν στην ελαχιστοποίηση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί όταν ο σχεδιασμός κεντρώνεται στην επίτευξη του βέλτιστου βαθμού ανακύκλωσης και επαναχρησιμοποίησης πάσης φύσης υλικών, διεργασίες που η κυκλική οικονομία επιτάσσει για την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη παράταση του κύκλου ζωής ενός αρχικώς παραγόμενου υλικού. Στο παραπάνω πλαίσιο, η επιλογή των συστημάτων δόμησης που χρησιμοποιούνται στον κατασκευαστικό κλάδο, τα επιμέρους οικοδομικά υλικά που τα απαρτίζουν και οι πρώτες ύλες που συνθέτουν τα υλικά αυτά, αποτελούν πλέον βασικά αντικείμενα έρευνας και ανάπτυξης προϊόντων των σοβαρών εταιριών παραγωγής καινοτόμων/εναλλακτικών οικοδομικών υλικών με χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα».
Νέες τάσεις /εξελίξεις σε σχέση με το περιβαλλοντικό αποτύπωμα των υλικών
Σε ό,τι αφορά τις νέες τάσεις/εξελίξεις, ο κ. Ασλάνης (Isomat) ξεχωρίζει την αξιοποίηση των αστικών απορριμμάτων και των αποβλήτων των κατασκευών στα πλαίσια της κυκλικής οικονομίας και της αειφορίας. «Όπως είναι γνωστό, η χρήση συμβατικών υλικών αυξάνει το περιβαλλοντικό αποτύπωμα δημιουργώντας την ανάγκη εξεύρεσης καινοτόμων λύσεων. Οι λύσεις αυτές ενδεχομένως να βρίσκονται στην αξιοποίηση υφιστάμενων υλικών μέσω της κυκλικής οικονομίας και της αειφορίας. Για παράδειγμα, τα αστικά απορρίμματα και τα κατασκευαστικά απόβλητα φαίνεται ότι μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτική λύση με σκοπό τον περιορισμό της εύρεσης νέων πρώτων υλών, αλλά και την ανάπτυξη νέων μεθόδων παραγωγής ενέργειας», υπογραμμίζει.
Η κα Αντωνακοπούλου (Vitex) προκρίνει τη δεδομένη, όπως η ίδια χαρακτηρίζει, άνοδο των EPDs.
«Λόγω της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας (European Green Deal), η τάση για ανακαινισμένα και ενεργειακά αποδοτικά κτίρια δημιουργεί την ανάγκη για τον σχεδιασμό προϊόντων που μεγιστοποιεί την αξία τους, με μεγαλύτερη διάρκεια ζωής και χαμηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα. Θεωρούμε δεδομένη την άνοδο των περιβαλλοντικών δηλώσεων προϊόντων (Environmental Product Declarations – EPDs) που παρέχουν ποσοτικοποιημένη την περιβαλλοντική πληροφορία, ως βασικό εργαλείο διασφάλισης της βιωσιμότητας των προϊόντων σε διεθνές επίπεδο (B2B/B2C), αλλά και της διαμόρφωσης ενός βιώσιμου/υπεύθυνου brand», σχολιάζει.
Ο κ. Καλογεράκος (ΤΙΤΑΝ) στέκεται και αυτός στα EPDs, λέγοντας πως «νέα τάση είναι η διαφάνεια των περιβαλλοντικών επιδόσεων δομικών υλικών, για την οποία μελετητές, ιδιοκτήτες και τελικοί καταναλωτές ενημερώνονται μέσω των EPDs. Στα EPDs δομικών υλικών βασίζεται η βελτιστοποίηση του αειφόρου αποτυπώματος κτιρίων και έργων υποδομών, σε ολόκληρο τον κύκλο ζωής τους. Ενδιαφέρουσες εξελίξεις στην ανάπτυξη καινοτόμων υλικών αναμένουμε και από την άμεση ενσωμάτωση στο ελληνικό κανονιστικό πλαίσιο του νέου ευρωπαϊκού προτύπου για το τσιμέντο (ΕΝ 197-5), που προάγει την παραγωγή και διάθεση τσιμέντων με χαμηλότερο ανθρακικό αποτύπωμα».
Σύμφωνα με την κα Δήμα (Vechro), «παρατηρείται μια τάση προς τα βιώσιμα υλικά σε όλους τους κλάδους, όπως είχε ξεκινήσει η προσπάθεια των οικολογικών προϊόντων πριν από αρκετά χρόνια. Αυτό μας επιδεικνύει την ευαισθητοποίηση του καταναλωτικού κοινού, και όχι μόνο, σε περιβαλλοντικά θέματα. Η προσπάθεια της εταιρείας να παράγει ποιοτικά ανώτερα προϊόντα, τα οποία πρωτίστως ικανοποιούν τις διαρκώς μεταβαλλόμενες νομοθετικές απαιτήσεις, ταυτόχρονα με την ικανοποίηση των πολύ αυστηρών Οικολογικών Κριτηρίων, οδηγεί στη δημιουργία νέων καινοτόμων/εναλλακτικών προϊόντων που υπηρετούν τις ανάγκες της βιώσιμης ανάπτυξης και του οράματος της, που δεν είναι άλλο από «ένα περιβάλλον με αξία για την ανθρώπινη ζωή στον πλανήτη».
Ο κ. Κολέτσος (KNAUF) στέκεται στις ευρωπαϊκές κανονιστικές ρυθμίσεις ως προς τον ενσωματωμένες εκπομπές άνθρακα. «Παρά τη σημαντική συμβολή των υλικών στις συνολικές εκπομπές CO2, υπάρχει ελάχιστη κανονιστική ρύθμιση ως προς τον ενσωματωμένο τους άνθρακα. Πρωτοπόροι σε αυτόν τον τομέα είναι η Ολλανδία και οι Σκανδιναβικές χώρες. Η Ολλανδία είναι η πρώτη χώρα που εφάρμοσε νομοθεσία που επιβάλλει όρια στις ενσωματωμένες εκπομπές άνθρακα από κτίρια. Η πόλη του Όσλο στη Νορβηγία εργάζεται για την κατασκευή εργοταξίων μηδενικών εκπομπών έως το 2030, ενώ στην Φινλανδία ξεκίνησε διαβούλευση με στόχο την καταγραφή του ανθρακικού αποτυπώματος των νέων κτιρίων καθ’ όλον τον κύκλο της ζωής τους έως το 2025. Παράλληλα, βιομηχανίες οικοδομικών υλικών και οργανισμοί δείχνουν επίσης αυξημένη ευαισθητοποίηση σχετικά με τη συμβολή του ενσωματωμένου άνθρακα», καταλήγει.
Σύμφωνα με τον κ. Χατζηάστρου (Fibran,) «τα τελευταία χρόνια παρατηρείται επέκταση της έρευνας στον σχεδιαστικό τομέα και τη μεθοδολογία κατασκευής, καθώς ένα προηγμένο, χαμηλού περιβαλλοντικού αποτυπώματος, υλικό μπορεί να είναι εν τέλει ένα κακό υλικό αν είναι τοποθετημένο με τέτοιο τρόπο που είτε περιορίζεται η διάρκεια ζωής του είτε καθίσταται δύσκολη και κοστοβόρα η ανάκτηση του. Έτσι, νέα τάση διεθνώς είναι οι μεγάλες εταιρίες να απασχολούν ερευνητικό προσωπικό και να χρησιμοποιούν εξειδικευμένα λογισμικά στην ανάπτυξη μεθοδολογιών που καθορίζουν τη βέλτιστη θέση και τον τρόπο εφαρμογής των οικοδομικών υλικών και των συστημάτων στα δομικά στοιχεία, τόσο για την αποφυγή προβλημάτων κτηριακής παθολογίας, συνεπώς για την κατά το δυνατόν μεγαλύτερη επέκταση της διάρκειας ζωής της κατασκευής, όσο και μετά το πέρας της ζωής της κατασκευής, για την κατά το δυνατόν χαμηλού κόστους και ευκολότερη ανάκτηση για επαναχρησιμοποίηση των επιμέρους οικοδομικών υλικών».
Περί ελκυστικότητας και βελτίωσης της ποιότητας των κατασκευών
Για τον κ. Ασλάνη (Isomat), ένα κτίριο που έχει κατασκευαστεί με οικοδομικά υλικά που σχεδιάζονται στα πλαίσια της βιώσιμης ανάπτυξης μπορεί να «διεκδικήσει» μια περιβαλλοντική πιστοποίηση όπως το LEED. «Πλέον η σύγχρονη αγορά έχει γίνει ιδιαίτερα απαιτητική στον τομέα της ανάπτυξης κτιριακών εγκαταστάσεων. Ένα περιβαλλοντικά βιώσιμο κτίριο, κατασκευάζεται και λειτουργεί για να ελαχιστοποιεί τις συνολικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις και να προστατεύει τους φυσικούς πόρους. Χρησιμοποιώντας οικοδομικά υλικά σχεδιασμένα με βάση τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης ένα τέτοιο κτίριο μπορεί να αποκτήσει τις αντίστοιχες περιβαλλοντολογικές πιστοποιήσεις (LEED, BREEAΜ κτλ.)», τονίζει.
Ακολούθως, ο κ. Καλογεράκος (ΤΙΤΑΝ) στέκεται και στη σχέση των κτιρίων που είναι πιστοποιημένα πχ με LEED και την αυξημένη αξία μεταπώλησης/ενοικίασής τους. Σύμφωνα με τα λεγόμενά του, «βιώσιμα κτίρια και υποδομές παίζουν κεντρικό ρόλο στην επίτευξη του στόχου τόσο για μια οικονομία χαμηλών εκπομπών άνθρακα όσο και για την προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή. Τσιμέντο και σκυρόδεμα μειώνουν το περιβαλλοντικό αποτύπωμα, συνεισφέροντας σε ενεργειακά αποδοτικά κτίρια χαμηλών εκπομπών, με βελτιωμένα κόστη λειτουργίας. Οι υποδομές αυτές προστατεύουν από τα ακραία φαινόμενα της κλιματικής αλλαγής και βελτιώνουν σημαντικά την ποιότητα ζωής των κατοίκων στο αστικό περιβάλλον. Η ευρωπαϊκή τάση δείχνει ότι η αξία μεταπώλησης/ενοικίασης κτιρίων πιστοποιημένων κατά LEED, BREAM κλπ. είναι σημαντικά βελτιωμένη έναντι μη πιστοποιημένων».
Από την πλευρά της, η κα Αντωνακοπούλου (Vitex) σχολιάζει πως οι βιώσιμες κατασκευές δεν είναι μόνο ποιοτικές, αλλά και οικονομικά αποδοτικές. Όπως επισημαίνει σχετικά, «η χρήση οικοδομικών υλικών που διέπονται από τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης δημιουργούν και βιώσιμες ποιοτικές κατασκευές, ελάχιστα επιβαρυντικές στο εσωτερικό και εξωτερικό περιβάλλον, ανθεκτικές ως προς την έκθεση στις δυσμενείς περιβαλλοντικές/ κλιματικές συνθήκες και αλλαγές και εν τέλει οικονομικά αποδοτικές στους χρήστες, τους ιδιοκτήτες, τους κατασκευαστές και στην κοινωνία».
Η κα Δήμα (Vechro) στέκεται στο πώς το «σύνδρομο των άρρωστων κτιρίων» και η ανάπτυξη εναλλακτικών υλικών οδήγησε στα «πράσινα κτίρια». «Η αντίληψη ότι κατασκευές στις οποίες χρησιμοποιήθηκαν οικοδομικά υλικά που διέπονται από τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης είναι πιο ελκυστικές, διαρκώς κερδίζει έδαφος. Ξεκινώντας από τη Γερμανία, άρχισε να γίνεται γνωστό το ‘’σύνδρομο των άρρωστων κτιρίων’’ (sick building syndrome), το οποίο οδήγησε στην ανάγκη εύρεσης νέων εναλλακτικών οικοδομικών υλικών, τα γνωστά ’’πράσινα’’ υλικά, για την κατασκευή των λεγόμενων ‘’πράσινων κτιρίων’’», αναφέρει σχετικά.
Ο κ. Κολέτσος σχολιάζει πως (KNAUF) «πρωτεύοντα ρόλο στην επιλογή βιώσιμων υλικών έχουν οι ίδιοι οι ιδιοκτήτες των κτιρίων. Αυτοί καλούνται να δώσουν την κατεύθυνση στο σχεδιασμό και την κατασκευή με βάση τις αρχές της κυκλικής οικονομίας. Ένα ενεργειακά και περιβαλλοντικά αποδοτικό κτίριο καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του αυξάνει την εμπορική του αξία, το κάνει ευέλικτο ως προς τη χρήση του και, τέλος, συμβάλλει στο κοινό όφελος».
Τέλος, ο κ. Χατζηάστρου (Fibran) στέκεται στο παράδειγμα της χρήσης του πετροβάμβακα στις θερμοπροσόψεις και τα πλεονεκτήματά του για να τονίσει πώς τα υλικά που διέπονται από τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης καθιστούν πιο ποιοτική και ελκυστική μία κατασκευή. «Ίσως το πλέον χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πώς τα οικοδομικά υλικά που διέπονται από τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης κάνουν και πιο ελκυστικές τις κατασκευές, είναι η χρήση του πετροβάμβακα στα συστήματα θερμοπρόσοψης. Ιστορικά το θερμομονωτικό υλικό που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον ήταν η διογκωμένη πολυστερίνη. Ωστόσο, ως πλαστικό υλικό παραπροϊόν του πετρελαίου, η χρήση της στις θερμοπροσόψεις αντικαθίσταται πλέον από τον πετροβάμβακα.
Ο πετροβάμβακας προσφέρει θερμομόνωση, πυροπροστασία, ηχομόνωση, μεγαλύτερη θερμική αδράνεια, συνεπώς υψηλότερη διαστατική σταθερότητα και διάρκεια ζωής των επιχρισμάτων, παθητική διαπνοή και υψηλότερη ποιότητα θερμικής άνεσης, αφύγρανση των δομικών στοιχείων με περιορισμό φαινομένων ενανθράκωσης και γαλβανικής οξείδωσης συνεπώς επέκταση συνολικά της διάρκειας ζωής του κτηρίου. Μετά το πέρας της ζωής ενός κτηρίου, υπάρχει σοβαρό πρόβλημα ανακύκλωσης της διογκωμένης πολυστερίνης. Αντίθετα ο πετροβάμβακας, ως κατά βάση πέτρα, διέπεται από τις αρχές της βιώσιμης ανάπτυξης, έχει εύκολη διαχείριση και δυνατότητα επαναχρησιμοποίησης», καταλήγει.
Από τα αρχαία χρόνια οι άνθρωποι χρησιμοποιούσαν υλικά προσαρμοσμένα στις ανάγκες τους και τις τοπικές συνθήκες, και από ανάγκη ήταν πολύ προσεκτικοί και επιμελείς στη διαχείριση των πόρων. Υλικά που ήταν διαθέσιμα επί τόπου, όπως η πέτρα και το χώμα, και υλικά που αναπληρώνονταν εύκολα, όπως το ξύλο ή το μπαμπού, ενώ όπου ήταν δυνατόν μετασκευάζανε τις παλιές κατασκευές για να εξυπηρετήσουν νέες ανάγκες, διασώζανε και επαναχρησιμοποιούσανε κάθε ανακτημένο υλικό προκειμένου να αποφύγουν την κατανάλωση δυσεύρετων νέων πόρων. Με την εκβιομηχάνιση και την μαζική παραγωγή υλικών και κατασκευών, η φιλοσοφία και οι πρακτικές της βιωσιμότητας σταδιακά ξεχάστηκαν.
Η «Πράσινη δόμηση» (Green building), ή η φιλική προς το περιβάλλον κατασκευή με φυσικά υλικά, είναι μια ιδέα που υφίσταται εδώ και αρκετές δεκαετίες. Οι αυξήσεις των τιμών της ενέργειας και η ανάγκη για εξοικονόμηση ενέργειας κατά τη θέρμανση ή την ψύξη των κτιρίων την έφεραν πρόσφατα στο προσκήνιο, καθώς και πολλές από τις ξεχασμένες πρακτικές της προβιομηχανικής εποχής. Το 1993 σχηματίστηκε το Συμβούλιο «Πράσινης Δόμησης» των ΗΠΑ (USGBC), το οποίο έχει αναπτύξει ένα σύστημα αξιολόγησης κτιρίων που ονομάζεται Leadership in Energy and Environmental Design (LEED). Αντίστοιχα συστήματα πιστοποίησης που επιβεβαιώνουν τη βιωσιμότητα των κτιρίων είναι το βρετανικό BREEAM για κτίρια και μεγάλης κλίμακας ανάπτυξη και το σύστημα DGNB στη Γερμανία που συγκρίνει την απόδοση βιωσιμότητας των κτιρίων, εσωτερικών χώρων και περιοχών.
Τα «πράσινα» δομικά υλικά
Δομικά υλικά που τυπικά θεωρούνται «πράσινα» περιλαμβάνουν ξυλεία από δάση που έχουν πιστοποιηθεί με κατάλληλα δασικά πρότυπα, ταχέως ανανεώσιμα φυτικά υλικά όπως το μπαμπού και το άχυρο, η πέτρα και τα ανακυκλωμένα προϊόντα της, το χώμα, το ανακυκλωμένο μέταλλο, καθώς και άλλα μη τοξικά, επαναχρησιμοποιήσιμα, ανανεώσιμα ή και ανακυκλώσιμα προϊόντα.
Η πέτρα έχει ένα μεγάλο πλεονέκτημα έναντι του χάλυβα, του σκυροδέματος, του υαλοπίνακα και των πλαστικών πλαστικοποιημένων, των οποίων η παραγωγή είναι ενεργειακά εντατική και δημιουργεί σημαντική ρύπανση του αέρα και του νερού. Ως απολύτως φυσικό προϊόν, πλεονεκτεί επίσης έναντι των συνθετικών/τεχνητών προϊόντων της πέτρας. Μια απαίτηση του LEED προβλέπει ότι η διάσταση της πέτρας που χρησιμοποιείται σε ένα «πράσινο» κτίριο εξορύσσετε σε ακτίνα 800 μιλίων από το κτίριο που κατασκευάζεται.
Το χώμα και τα προϊόντα του, όπως οι ωμόπλινθοι και η συμπιεσμένη γη, έχουν εξαιρετική δυναμική ως προς τη βιωσιμότητα, καθώς το χώμα αποτελεί την οικονομικότερη πρώτη ύλη, που βρίσκεται σε αφθονία σε πολλά μέρη στον πλανήτη, ενώ παρουσιάζει ευεργετικές περιβαλλοντικές ιδιότητες στο κτισμένο περιβάλλον.
Μελέτες δείχνουν ότι τα κτίρια που κατασκευάζονται κυρίως με ξύλο, το κατεξοχήν βιώσιμο υλικό, έχουν χαμηλότερη ενσωματωμένη ενέργεια από αυτά που κατασκευάζονται από τούβλο, σκυρόδεμα ή χάλυβα.
Η βιώσιμη αρχιτεκτονική συχνά ενσωματώνει τη χρήση ανακυκλωμένων ή μεταχειρισμένων υλικών, όπως ανακυκλωμένη ξυλεία και ανακυκλωμένο χαλκό. Η μείωση της χρήσης νέων υλικών δημιουργεί αντίστοιχη μείωση της ενσωματωμένης ενέργιας (ενέργεια που χρησιμοποιείται στην παραγωγή υλικών). Το ξύλο ως δομικό υλικό εκπέμπει λιγότερο CO2 από το σκυρόδεμα και το χάλυβα, όταν παράγεται με βιώσιμο τρόπο.
Τα «πράσινα» κτίρια συχνά περιλαμβάνουν μέτρα για τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας – τόσο την ενσωματωμένη ενέργεια που απαιτείται για την εξαγωγή, επεξεργασία, μεταφορά και εγκατάσταση δομικών υλικών όσο και την ενεργειακή ενέργεια για την παροχή υπηρεσιών όπως θέρμανση και ισχύ για εξοπλισμό. Τα «πράσινα» προϊόντα πρέπει να περιέχουν λιγότερες πτητικές οργανικές ενώσεις VOC για την διασφάλιση της υγείας και του περιβάλλοντος.
Καθώς τα κτίρια υψηλής απόδοσης χρησιμοποιούν λιγότερη ενέργεια για τη λειτουργία τους, η ενσωματωμένη ενέργεια έχει λάβει πολύ μεγαλύτερη σημασία – και μπορεί να αποτελεί έως και το 30% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας του κύκλου ζωής. Δεν είναι λοιπόν έκπληξη ότι τα συστήματα πιστοποίησης δίνουν ιδιαίτερη σημασία στην ποιότητα, προέλευση και λοιπές ιδιότητες των υλικών κατασκευής.
Όσον αφορά το «πράσινο» κτίριο, τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μια στροφή, από μια προσέγγιση η οποία προϋποθέτει ότι ορισμένες προδιαγεγραμμένες πρακτικές είναι καλύτερες για το περιβάλλον, προς την επιστημονική αξιολόγηση της πραγματικής απόδοσης μέσω της αξιολόγησης του κύκλου ζωής (LCA).
Ο κύκλος ζωής
Η αξιολόγηση του κύκλου ζωής στα υλικά, όπως και στις κατασκευές, βοηθάει στην αποφυγή μιας στενής αντίληψης όσον αφορά περιβαλλοντικά, κοινωνικά και οικονομικά ζητήματα, αξιολογώντας ένα πλήρες φάσμα επιπτώσεων που σχετίζονται με όλα τα στάδια, από το λίκνο έως την έξοδο μιας διαδικασίας: από την εξαγωγή πρώτων υλών μέσω της επεξεργασίας υλικών, την κατασκευή, διανομή, χρήση, επισκευή και συντήρηση και διάθεση ή ανακύκλωση.
Συστήματα όπως το LEED έχουν αναπτύξει πρότυπα και διαδικασίες που ενθαρρύνουν τη χρήση προϊόντων και υλικών για τα οποία υπάρχουν πληροφορίες για τον κύκλο ζωής τους, και που έχουν περιβαλλοντικά, οικονομικά και κοινωνικά προτιμώμενες επιπτώσεις στον κύκλο ζωής των κατασκευών. Επιβραβεύουν την επιλογή προϊόντων από κατασκευαστές που έχουν εξακριβωμένα βελτιωμένες περιβαλλοντικές επιπτώσεις στον κύκλο ζωής.
Αν και η αξιολόγηση του κύκλου ζωής συχνά θεωρείται υπερβολικά περίπλοκη και χρονοβόρα για τακτική χρήση από επαγγελματίες σχεδιαστές, ερευνητικοί οργανισμοί στο Ηνωμένο Βασίλειο και στη Βόρεια Αμερική εργάζονται για να το κάνουν πιο προσβάσιμο. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, ο πράσινος οδηγός προδιαγραφών BRE προσφέρει βαθμολογίες για 1.500 οικοδομικά υλικά με βάση το LCA.
Είναι πλέον επίσημη η κατακύρωση στην ΑΚΤΩΡ της αναβάθμισης της εθνικής οδού Πατρών-Πύργου. Το υπουργείο Υποδομομών και Μεταφορών ενέκρινε το πρακτικό της επιτροπής διαγωνισμού και έτσι ανατίθεται η σύμβαση στην εταιρεία. Από εδώ και πέρα πρέπει να αποσταλεί η σύμβαση στο Ελεγκτικό Συνέδριο για έγκριση, να παρουσιαστεί στη Βουλή και να υπογραφεί από τα συμβαλλόμενα μέρη.
Αξίζει να σημειωθεί ότι 11 σχήματα έδωσαν προσφορές για το έργο, με την ΑΚΤΩΡ να αναδεικνύεται ανάδοχος προσφέροντας έκπτωση 47,59%. Στόχος του Υπουργείου είναι η σύμβαση να υπογραφεί το συντομότερο δυνατόν, ώστε το έργο να ολοκληρωθεί έως τα τέλη του 2022.
Η σημασία του έργου
Η Ε.Ο. Πατρών-Πύργου θεωρείται ένας από τους πλέον επικίνδυνους δρόμους της Ελλάδας, με πολλά θανατηφόρα τροχαία δυστυχήματα κάθε έτος. Το έργο έχει χαρακτηριστεί ως “έργο Εθνικού Επιπέδου” και περιλαμβάνει εργασίες για τη βελτίωση του υφιστάμενου οδικού άξονα Πάτρα–Πύργος, συνολικού μήκους 85 χλμ. Συγκεκριμένα, οι εργασίες που θα γίνουν στοχεύουν στη βελτίωση της οδικής ασφάλειας του υφιστάμενου αυτοκινητοδρόμου, ενώ παράλληλα προχωρούν οι ενέργειες για την κατασκευή του νέου αυτοκινητόδορμου που θα συνδέει τον Πύργο με την Αθήνα σελιγότερο από 3 ώρες.
Ο Όμιλος Ιατρικού Αθηνών και η Vitex A.E. είναι δύο καινοτόμες ελληνικές εταιρίες που αναγνωρίζουν ότι η ενίσχυση της ετοιμότητας και της συνεργασίας μεταξύ των επιχειρήσεων είναι καίριας σημασίας για την καταπολέμηση της Covid-19. Έτσι, ανταποκρινόμενοι στις ειδικές και πρωτόγνωρες συνθήκες της πανδημικής κρίσης και λαμβάνοντας υπόψη τα νέα δεδομένα που αφορούν στην προστασία της ανθρώπινης υγείας ,προχωρούν σε μία νέα συνεργασία με στόχο την πρόληψη και τον περιορισμό της εξάπλωσης της Covidd-19 μέσω των βαμμένων επιφανειών.
Η συνεργασία έχει ως επίκεντρο το καινοτόμο πλαστικό χρώμα VitexwithVairo (Αρ. Άδειας ΕΟΦ: 90167/04-10-2021), το οποίο προσφέρει αντιικές και αντιβακτηριακές ιδιότητες στους βαμμένους εσωτερικούς τοίχους σύμφωνα με τρία καταξιωμένα ευρωπαϊκά εργαστήρια*. Σημειώνεται ότι το Vitex with Vairo είναι μία ελληνική καινοτομία και αποτελεί το μοναδικό χρώμα στην ευρωπαϊκή αγορά που έχει λάβει άδειες κυκλοφορίας σε πολλά κράτη από τους αντίστοιχους Οργανισμούς Φαρμάκων. Εφαρμόζοντας Vitex with Vairo εκμηδενίζεται σχεδόν η δυνατότητα μετάδοσης μέσω των βαμμένων επιφανειών πληθώρας ιών (ανάμεσά τους και ο SARS-CoV2), ενώ είναι εξίσου αποτελεσματικό και στην εξουδετέρωση πολλών βακτηρίων όπως τα E. coli, St. Aureus, Klebsiella pneumoniae, Enterococcus hirae, Pseudomonas Aeruginosa, τα οποία ενοχοποιούνται και για ενδονοσοκομειακές λοιμώξεις.
Ο Όμιλος Ιατρικού Αθηνών στηρίζοντας πάντα την επιστημονική καινοτομία και τις τεχνολογίες αιχμής δοκίμασε και αξιολόγησε το Vitex with Vairo σε επιφάνειες με υψηλές ανάγκες καθαρισμού και απολύμανσης με εξαιρετικά αποτελέσματα. Στόχος είναι η εφαρμογή του χρώματος στο σύνολο των εσωτερικών τοίχων των νοσοκομείων του Ομίλου, ορθώνοντας έτσι ένα επιπλέον «εμπόδιο» στη μετάδοση ιογενών και βακτηριακών λοιμώξεων ανάμεσά τους και η Covid-19.
Η νέα συμφωνία του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών και της Vitex A.E. έρχεται να εμβαθύνει και να διευρύνει τη στρατηγική διασύνδεση των δύο εταιρειών εμπίπτοντας στον σκοπό της Ελληνικής Ένωσης Επιχειρηματιών (Ε.ΕΝ.Ε – Δρ. Βασίλης Αποστολόπουλος, Πρόεδρος Δ.Σ. και Αρμόδιος Γιαννίδης, Γενικός Γραμματέας Δ.Σ.) που μέσω της δικτύωσης της επιχειρηματικής κοινότητας προάγεται η καινοτομία, η παραγωγικότητα και η ανταγωνιστικότητα. Κοινός στόχος είναι μία επιτυχημένη και μακροχρόνια στρατηγική συνέργεια που θα αναδείξει και θα προωθήσει την τεχνογνωσία, την παραγωγή και τις ποιοτικές υπηρεσίες των Ελληνικών επιχειρήσεων.
Ο Δρ. Βασίλης Αποστολόπουλος, Διευθύνων Σύμβουλος του Ομίλου Ιατρικού Αθηνών, δήλωσε: “Χαίρομαι ιδιαίτερα που η Ελληνική τεχνογνωσία έρχεται να συνεισφέρει ουσιαστικά στην αντιμετώπιση της μεγαλύτερης υγειονομικής πρόκλησης της εποχής μας, της COVID-19. Ο Όμιλος Ιατρικού θα είναι πάντοτε ο φυσικός σύμμαχος καινοτόμων ελληνικών πρωτοβουλιών με εφαρμογές στο πεδίο της υγείας”.
O Αρμόδιος Γιαννίδης, CEO της Vitex A.E., σημείωσε: “Η συνεργασία με τον Όμιλο Ιατρικού Αθηνών, ήταν σημαντική για την ανάπτυξη της τεχνολογίας Vairo καθώς μας βοήθησε να καταλάβουμε σε βάθος τις λοιμοξιολογικές προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα σύγχρονα νοσοκομεία αλλά και τις καθημερινές απαιτήσεις καθαρισμού και απολύμανσης των επιφανειών. Νοιώθουμε ότι απαντώντας όλα τα ερωτήματα και δίνοντας λύση στα ζητήματα που μας τέθηκαν, συνεισφέρουμε αφενός στην καταπολέμηση της πανδημίας, αφετέρου στην μακροπρόθεσμη και γενικότερη βελτίωση των συνθηκών νοσηλείας των συνανθρώπων μας”.
*Οι έλεγχοι και οι βιοδοκιμές πραγματοποιήθηκαν βάσει των προτύπων ISO 21702:2019, ISO 22196:2011 και των προτεινόμενων πρακτικών του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ – OECD) για τον έλεγχο της αποτελεσματικότητας των αντικειμένων που έχουν υποστεί επεξεργασία με αντιμικροβιακά πρόσθετα (ENV/JM/MONO (2018) 20: 2019).
Όλοι ανεξαιρέτως οι παράγοντες της αγοράς των υποδομών και κατασκευών συμφωνούν στο ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα κομβικό σταυροδρόμι. Μετά από μια δεκαετία, τουλάχιστον, επενδυτικής ανομβρίας σε μεγάλα τεχνικά έργα, πλέον έχουμε την ευκαιρία με το Ταμείο Ανάκαμψης και τους άλλους ευρωπαϊκούς και εθνικούς πόρους να κινητοποιηθεί η βιομηχανία των υποδομών, εξασφαλίζοντας σημαντικό κέρδος για σημαντικά μεγάλο μέρος της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Σε αυτό το πλαίσιο, όμως, απαιτείται από την πλευρά όσων λαμβάνουν τις αποφάσεις και συμμετέχουν στον διάλογο για την ανάταξη της αγοράς ο Εθνικός Στρατηγικός Σχεδιασμός.
Ο Στρατηγικός Σχεδιασμός, λαμβάνοντας υπόψη τις αναγκαίες προτεραιότητες και τους στόχους, υπολογίζοντας τα χρονοδιαγράμματα και τους ορίζοντες, προσδιορίζοντας τις αναγκαίες επενδύσεις με προστιθέμενη αξία, και εξασφαλίζοντας τα απαραίτητα χρηματοδοτικά εργαλεία και τους πόρους που απαιτούνται, ενεργοποιεί όλα τα μέρη με την κατάστρωση κατάλληλων προγραμμάτων μελετών και έργων, ώστε να επιτευχθούν έγκαιρα και αποτελεσματικά οι στόχοι.
«Ο σχεδιασμός των υποδομών πρέπει να συστηματοποιηθεί και συνδεθεί με την εκπόνηση αξιόπιστων πρόδρομων μελετών και βάσεων δεδομένων (Αναλύσεις Κόστους-Ωφελειών/Αποτελεσματικότητας, Πρόδρομες Τεχνικές Μελέτες, Στρατηγικές Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων, Γεωλογικοί Χάρτες, Μητρώα Γεωτρήσεων κ.λπ.) και με την ουσιαστική χρήση τους στη λήψη αποφάσεων. Παράλληλα, η μελέτη των έργων πρέπει να υπόκειται στις αρχές του κύκλου ζωής (λειτουργία, συντήρηση, ενέργεια κ.λπ.), ασφαλούς συστήματος (safe system approach), διαχείρισης της αξίας (value management, value planning, value engineering) και να ακολουθεί ευέλικτες πρακτικές (flexible design)», όπως έχει γράψει παλιότερα ο Σέργιος Λαμπρόπουλος, πρόεδρος του ΕΣΒΥΚ, σε άρθρο του στο περιοδικό.
Στο ίδιο μήκος κύματος, βέβαια, εντάσσονται και οι λεγόμενες Προτάσεις Καινοτομίας, ένα μοντέλο σχεδιασμού δημοσίων έργων (ή έργων που γίνονται με τη σύμπραξη ιδιωτών, είτε ΣΔΙΤ είτε παραχωρήσεις), η οποία εκμεταλλεύεται την ήδη ανεπτυγμένη τεχνογνωσία του ιδιωτικού τομέα στη σύλληψη και κυρίως στην ωρίμανση νέων έργων με ισχυρό αναπτυξιακό αποτύπωμα.
Όπως χαρακτηριστικά επεσήμανε ο Γιώργος Συριανός, πρόεδρος του ΣΤΕΑΤ, κατά την τοποθέτησή του στο συνέδριο του ΣΕΓΜ (που διεξήχθη 30 Σεπτεμβρίου – 1 Οκτωβρίου): «Οι προτάσεις καινοτομίας με πρωτοβουλία του Ιδιωτικού Τομέα – οι οποίες εφαρμόζονται ήδη σε χώρες της ΕΕ – έρχονται να συμβάλλουν στην ταχύτερη και οικονομικότερη υλοποίηση του Σχεδιασμού τεχνικών έργων. Ουσιαστικά ιδιωτικοί φορείς μπορούν να διαμορφώσουν και να υποβάλουν πρόταση για ένα έργο για το οποίο δεν υπάρχει εν εξελίξει διαγωνιστική διαδικασία – στη μέχρι σήμερα διαδικασία βάσει νόμου την πρωτοβουλία έχει πάντα το Δημόσιο. Οι προτάσεις καινοτομίας είναι η απάντηση στην επιτακτική ανάγκη για ρυθμίσεις που θα διευκολύνουν την απορρόφηση πόρων με ταχύτερους ρυθμούς και πιο ευέλικτες διαδικασίες – απαγκιστρωμένες από αγκυλώσεις και γραφειοκρατία».
Συγκεκριμένα, ο Τιτάν, σε στενή και άμεση συνεργασία με τις τοπικές αρχές και τους αρμόδιους φορείς σε όλες τις περιοχές στις οποίες δραστηριοποιείται, διέθεσε κινητό εξοπλισμό στις δυνάμεις κατάσβεσης των πυρκαγιών και δημιουργίας αντιπυρικών ζωνών. Ταυτόχρονα, ανέλαβε πρωτοβουλίες που εστιάζουν στην πρόληψη και την προστασία από δασικές πυρκαγιές και διαθέτει 500.000 ευρώ για τη μετατροπή 50 σιλοφόρων οχημάτων σε δεξαμενές νερού, δημιουργία ανοικτών δεξαμενών νερού, υλοποίηση βιώσιμων προγραμμάτων για τη διαχείριση και αποκατάσταση του φυσικού περιβάλλοντος. Από την πλευρά του, το Ίδρυμα Παύλου και Αλεξάνδρας Κανελλοπούλου διέθεσε 500.000 ευρώ σε πρωτοβουλίες άμεσης αντιμετώπισης των συνεπειών των φετινών πυρκαγιών.