Τα τελευταία χρόνια – και υπό την πίεση και εξωγενών παραγόντων – έχουν γίνει προσπάθειες αλλαγής του συστήματος δημοσίων συμβάσεων. Παρ’ όλα αυτά, είναι ορατός, πλέον, ο κίνδυνος η χώρα, για μία ακόμη φορά, να τρέχει τελευταία στιγμή και να ζητάει παρατάσεις για «απορρόφηση» των κονδυλίων.

Ωστόσο για τη βελτίωση του συστήματος απαιτείται ένα ολοκληρωμένο σχέδιο δράσης, με έμφαση στον σχεδιασμό και προγραμματισμό, στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας και στην αξιολόγηση της απόδοσης του συστήματος καθώς και στον εξορθολογισμό και στη διασφάλιση της διαφάνειας στα στάδια διεκπεραίωσης των διαγωνιστικών διαδικασιών και διαχείρισης των δημοσίων συμβάσεων.

Παράλληλα, η διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης στρατηγικής για τις δημόσιες συμβάσεις και ειδικά στην περίπτωση των δημοσίων συμβάσεων έργων, οφείλει να εξυπηρετεί εθνικούς αναπτυξιακούς στόχους, οι οποίοι θα πρέπει να τίθενται εμφατικά και συγκεκριμένα.

Ως ΣΑΤΕ θεωρούμε ότι η ευθύνη των εμπλεκομένων φορέων στον κατασκευαστικό τομέα δεν τελειώνει στην αντιμετώπιση των άμεσων και επειγόντων προβλημάτων αλλά περιλαμβάνει και τη διαμόρφωση των συνθηκών ισχυροποίησης του συνόλου της εγχώριας κατασκευαστικής βιομηχανίας, εντός και εκτός της χώρας.

Ακολουθώντας αυτήν τη στόχευση ο Σύνδεσμός μας, μετείχε, ως ιδρυτικό μέλος, στη σύσταση του ΕΣΒΥΚ (10/2019), ενός φορέα που μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να εκφράσει την πλευρά της αγοράς με υπεύθυνο τρόπο. Ήδη, τα τρία ιδρυτικά μέλη του ΕΣΒΥΚ, έχουμε διατυπώσει μια πρώτη προσέγγιση στρατηγικού σχεδίου, με σειρά προτάσεων, μεταξύ των οποίων και δέσμη νομοτεχνικώς επεξεργασμένων ρυθμίσεων άμεσης απόδοσης για τις δημόσιες συμβάσεις μελετών και έργων.

Ένα από τα κίνητρα παραγωγής αυτών των προτάσεων ήταν και η διαπίστωση των ακόλουθων κύριων χαρακτηριστικών της τρέχουσας περιόδου:

  • Πλήρης σύγχυση και καθυστερήσεις στις διαδικασίες ανάθεσης και εκτέλεσης των έργων,
  • Κανένας εκσυγχρονισμός της υφιστάμενης νομοθεσίας, καμία νομοθετική πρόβλεψη για καθιέρωση προτύπων συμβάσεων εκτέλεσης έργων βασισμένων σε διεθνή εμπειρία (π.χ. αυτές που εκδίδονται από FIDIC),
  • Καμία βελτίωση στην αυθαίρετη ερμηνεία από τις Αναθέτουσες Αρχές των κριτηρίων επιλογής αναδόχων του άρθρου 86 του Ν. 4412/2016,
  • Καμία διαδικασία αξιοποίησης, έστω και επικουρικά, σε επίβλεψη ιδιωτών για την επιτάχυνση της εκτέλεσης των έργων,
  • Διαγωνισμοί με εξόφθαλμα φωτογραφικούς και παράνομους όρους που καταστρατηγούν τον υγιή ανταγωνισμό,
  • Υπερβολικές καθυστερήσεις στον χρόνο των διαγωνιστικών διαδικασιών, παρότι έχουν μειωθεί σημαντικά οι διαδικασίες ενστάσεων και προσφυγών,
  • Κατάχρηση στη διαδικασία επίκλησης του «κατεπείγοντος» στην ανάθεση των Έργων, στην ουσία δηλαδή εφαρμογή απευθείας αναθέσεων,
  • Καμία απολύτως μέριμνα για την μάστιγα των μεγάλων εκπτώσεων που κυριολεκτικά καθιστά αδύνατη την έντεχνη και έγκαιρη ολοκλήρωση των Έργων,
  • Καμία προετοιμασία στον τομέα απλοποίησης της Νομοθεσίας για τα Δημόσια Έργα – Υποδομές, ενώ μεγάλος άγνωστος παραμένει η σύνταξη προγράμματος αξιοποίησης των υψηλών χρηματοδοτήσεων που αναμένονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση και τα κριτήρια που θα υιοθετηθούν για την επιλογή των έργων που θα ενταχθούν σε αυτό.

ΠΟΥ ΧΩΛΑΙΝΕΙ ΤΟ ΣΧΕΔΙΟ ΝΟΜΟΥ
Σήμερα, τέλη Ιανουαρίου 2021, διαπιστώνουμε ότι το σχέδιο νόμου που αφορά σε τροποποιήσεις του Ν.4412/2016 – και το οποίο μόλις τον Νοέμβριο του 2020 αναρτήθηκε προς δημόσια διαβούλευση – δεν συνιστά ικανοποιητική λύση στα ανωτέρω γνωρίσματα της περιόδου.

Συνοπτικά παραθέτω τα ακόλουθα σημεία:

Α) Το Υπουργείο ισχυρίζεται ότι θα επιλύσει το πρόβλημα της ανυπαρξίας μελετών με την ενίσχυση του συστήματος μελέτης και κατασκευής.

Δεν είναι δυνατόν να ζητείται από διαγωνιζόμενους να συνταχθεί Τεχνική Προσφορά σε επίπεδο οριστικής μελέτης καθόσον προϋπόθεση για την σύνταξη ανταγωνιστικής τεχνικής προσφοράς είναι αφενός α) Να έχουν εγκριθεί, πριν την δημοπράτηση, οι περιβαλλοντικοί όροι που πρέπει να πληρούνται από την υπό σύνταξη στη φάση δημοπράτησης οριστική μελέτη, αφετέρου β) Να έχει προηγηθεί γεωτεχνική μελέτη.

Εάν τελικά παραμείνει η προτεινόμενη διατύπωση του νομοσχεδίου θα συντελέσει σε σημαντικότατη μείωση του ανταγωνισμού κατά τη διαγωνιστική διαδικασία.

Β) Το Υπουργείο ισχυρίζεται ότι θα επιλύσει το πρόβλημα των ασυνήθιστα πολύ χαμηλών προσφορών.

Παρά τις ολοκληρωμένες και πλήρως τεκμηριωμένες προτάσεις μας [τόσο για έργα κάτω του κοινοτικού ορίου (Αλγόριθμος Αυτόματου Αποκλεισμού Ασυνήθιστα Χαμηλών Προσφορών) όσο και για έργα άνω του ορίου (προτάσεις ΕΣΒΥΚ με αντικειμενική αξιολόγηση και άλλων παραμέτρων πλην της οικονομικής προσφοράς)] προτείνεται μια άτολμη λύση που ενέχει κινδύνους μεγάλης καθυστέρησης των διαγωνιστικών διαδικασιών και ενίσχυσης φαινομένων αυθαιρεσίας και αδιαφάνειας.

Γ) Το Υπουργείο ισχυρίζεται ότι θα επιλύσει το πρόβλημα των καθυστερήσεων με την μετατροπή του συστήματος παρακολούθησης έργων από ελεγκτικό σε δηλωτικό.

Θεωρούμε ότι οι σχετικές διατάξεις αυξάνουν τις πιθανότητες εμφάνισης εκβιαστικών συμπεριφορών, καθώς οι Εργοληπτικές Επιχειρήσεις θα βρίσκονται για αρκετά χρόνια κάτω από τη Δαμόκλειο Σπάθη των εκβιαστικών ελέγχων όταν τα έργα θα έχουν ήδη ολοκληρωθεί και θα λειτουργούν για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Και προχωρώ λίγο περισσότερο σε αυτό το σημείο. Όλο και πιο συχνά διαπιστώνουμε την εφαρμογή των τεχνολογικών εξελίξεων στα συστήματα πληροφορικής στις τεχνικές και κατασκευαστικές δραστηριότητες. To industry 4.0 έχει ήδη γίνει πραγματικότητα στον τεχνικό κλάδο (construction industry 4.0) με τη δυνατότητα αυτοματοποιημένης παρακολούθησης ΟΛΗΣ της εξέλιξης ενός έργου – οπτικής και εν συνεχεία αποτυπωμένης με ακριβείς ποσοτικές μετρήσεις – είτε από την πλευρά του κατασκευαστή είτε από την πλευρά της επίβλεψης. Είναι δυνατόν να αγνοούμε ως χώρα αυτές τις εξελίξεις;

ΤΙ ΧΡΕΙΑΖΕΤΑΙ ΕΠΙΠΛΕΟΝ Η ΑΓΟΡΑ
Στο εν λόγω νομοσχέδιο που αναρτήθηκε προς δημόσια διαβούλευση δεν προβλέπονται:

  • Η διαδικασία Ηλεκτρονικής Δημοσιοποίησης των διαγωνιστικών διαδικασιών του άρθρου 32 Α του Ν. 4412/2016, το οποίο από κατ’ εξαίρεση σύστημα ανάθεσης τείνει να γενικευθεί,
  • Καμία βελτίωση χρηστικότητας της εφαρμογής ΔΙΑΥΓΕΙΑ,
  • Σαφές χρονοδιάγραμμα ώστε το Εθνικό Σύστημα Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών να μην αποτελέσει, για μία ακόμη φορά, απλό ευχολόγιο,
  • Καμία ρύθμιση αναθεώρησης των συμβάσεων κατά την μεταβατική περίοδο μέχρι την λειτουργία του Εθνικού Συστήματος Τεχνικών Προδιαγραφών και Τιμολόγησης Τεχνικών Έργων και Μελετών, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν σε ορισμένα υλικά μεγάλης ζήτησης στα τεχνικά έργα αυξήσεις έως και 35%,
  • Επίσπευση της έναρξης ισχύος του ΠΔ 71/2019 που αφορά σε όλα τα Μητρώα (μελετητικών – εργοληπτικών επιχειρήσεων, συμβούλων διαχείρισης – επίβλεψης έργων, κατασκευαστών κλπ), και το οποίο καθυστερεί αδικαιολόγητα (άρα και παρατείνεται υπέρμετρα το χρονικό διάστημα που οι εγγεγραμμένες εργοληπτικές επιχειρήσεις δεν υποχρεούνται σε διαδικασία κρίσης επί οικονομικών δεδομένων καθώς και επί δεδομένων τεχνικής εμπειρίας και επάρκειας, με συνέπεια την υψηλή πιθανότητα αυθαίρετης κρίσης των ανωτέρω κατά την δημοπράτηση των έργων, συνθήκη που τελικώς λειτουργεί εις βάρος της υλοποίησης των δημοσίων έργων καθώς και εις βάρος των πολλών υγιών εργοληπτικών επιχειρήσεων του κλάδου).

Έχοντας αυτά υπόψη εκτιμώ ότι είναι ορατός, πλέον, ο κίνδυνος είτε να βρεθεί η χώρα, για μία ακόμη φορά, να τρέχει τελευταία στιγμή και να ζητάει παρατάσεις για «απορρόφηση» των κονδυλίων χωρίς να έχει γίνει προγραμματισμός και οργάνωση για σωστή αξιοποίηση των κονδυλίων, όπως έγινε και με μεγάλο μέρος των μέχρι σήμερα χρηματοδοτήσεων που διατέθηκαν στη χώρα, είτε οι πιστώσεις να διατεθούν με «γκρίζες» διαδικασίες που θα «αιτιολογούνται» από την επείγουσα ανάγκη απορρόφησης των κονδυλίων.

Ελπίζω να διαψευστώ, πολύ φοβάμαι ωστόσο ότι θα επιβεβαιωθώ.

*Ο κ. Γιώργος Βλάχος είναι πρόεδρος του Πανελλήνιου Συνδέσμου Τεχνικών Εταιρειών (ΣΑΤΕ)